«Κοσκινίζοντας» τριάντα έξι χρόνια

«Κοσκινίζοντας» τριάντα έξι χρόνια

4' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΡΩΜΙΟΠΟΥΛΟΥ

Συμβίωση με τον Μινώταυρο

εκδ. Ποταμός

«Από το 1967 έως το 2015 έζησα τη σταδιακή καταστροφή της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, με τη συνέργεια στην αρχή της δικτατορίας και μετά της δημοκρατίας, και την άσκηση πίεσης στους υπαλλήλους που εκτελούσαν μ’ ενθουσιασμό κι ευσυνειδησία τα καθήκοντά τους, με απώτερο σκοπό να διασώσουν τα αρχαία μνημεία και τους ιστορικούς χώρους προβάλλοντας αντίσταση στις πολιτικές πιέσεις που δέχονταν χάριν ιδιοτελών κινήτρων πολιτικών προσώπων και απλών πολιτών».

Στο αποκαλυπτικό αφήγημα με τίτλο «Συμβίωση με τον Μινώταυρο», εκδόσεις Ποταμός, η αρχαιολόγος Κατερίνα Ρωμιοπούλου καταπιάνεται με τον επιστημονικό χώρο των αρχαιολόγων και την Αρχαιολογική Υπηρεσία στην οποία υπηρέτησε επί 36 χρόνια, τους πολιτικούς, τους συναδέλφους της αποκαθηλώνοντας πολλούς.

Το… βαθύ Δημόσιο

Στο 265 σελίδων βιβλίο της, που είναι μια επιλεκτική περιγραφή γεγονότων και εμπειριών, αποκαλύπτει την ελληνική παθογένεια, ελπίζοντας στην αναγέννηση της Υπηρεσίας μήπως και νικηθεί τελικά ο Μινώταυρος, που δεν είναι άλλος από το «βαθύ ελληνικό Δημόσιο».

«Κοσκινίζοντας» τριάντα έξι χρόνια-1

1978: Eπίδειξη των χρυσών κτερισμάτων του τάφου του Φιλίππου Β΄ από τη Βεργίνα. Από αριστερά: Μύρων Μιχαηλίδης, Μανόλης Ανδρόνικος, Κατερίνα Ρωμιοπούλου, Νίκος Γιαλούρης, Νικόλαος Μάρτης, Γεώργιος Πλυτάς.

Εχοντας μεγάλη εμπειρία σε θέσεις–κλειδιά, με γλαφυρό ύφος και κοφτερό λόγο που «σφάζει», αναφέρεται σε αδικίες, παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, υπόγειες διαδρομές, μεγάλα θέματα του υπουργείου Πολιτισμού αλλά και στην κακοδαιμονία του ΤΑΠΑ. Με προϊσταμένους 32 υπουργούς και 24 πρωθυπουργούς (υπολογίζοντας και τις υπηρεσιακές κυβερνήσεις), διαπίστωσε πως «ο πολιτισμός δεν απασχολεί σοβαρά αυτούς που κυβερνούν». Πιστεύει μάλιστα πως στην τελευταία δεκαετία το πρόβλημα φαίνεται πιο έντονα στα πρόσωπα που επιλέγονται για το χαρτοφυλάκιο του Πολιτισμού.

Τσάτσος και Μελίνα

Ξεχωρίζει τους Κωνσταντίνο Τσάτσο, Τζαννή Τζαννετάκη, Κωνσταντίνο Τρυπάνη, Σταύρο Μπένο, Θάνο Μικρούτσικο, Aννα Μπενάκη, Ντόρα Μπακογιάννη. Δεν έχει όμως την ίδια εντύπωση για τους: Δημήτρη Νιάνια, Ανδρέα Ανδριανόπουλο, Ευάγγελο Βενιζέλο, Θόδωρο Πάγκαλο και όσους ακολούθησαν μετά το 2004, που είχαν χρόνο και ευκαιρίες αλλά «αδιαφόρησαν ή έβλαψαν, παρασυρόμενοι (;) από κακούς ή ανεπαρκείς συμβούλους, ή από την πεποίθηση ότι εξυπηρετούσαν κυβερνητικά συμφέροντα». Οσο για τη Μελίνα, «εμπιστεύθηκε σε λάθος πρόσωπα την υλοποίηση των οραμάτων της».

Η Κατερίνα Ρωμιοπούλου μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και η επιθυμία της ήταν να σπουδάσει Ιατρική. Πήγε στη Φιλοσοφική λόγω πατρικής επιμονής. Στο βιβλίο της αναφέρεται στη γενιά των μεγάλων αρχαιολόγων που γνώρισε, στις ανασκαφές στην Πέλλα ως μαθητευόμενη αρχαιολόγος, στην αγάπη της για τη σύγχρονη τέχνη, στην εμπειρία της σαν εργάστηκε στο γραφείο της «Καθημερινής» στη Θεσσαλονίκη όταν η Ντόρα Ηλιοπούλου τη σύστησε στην Ελένη Βλάχου. Από τα πρώτα χρόνια στην κρατική Αρχαιολογική Υπηρεσία έμαθε πολλά. Επίσης στις ανασκαφές στα αρχαία Αβδηρα και στην αρχαία Αμφίπολη. Η γνωριμία με τον Γιώργο Σεφέρη, που της ζήτησε μετά μια ξενάγηση να δει το γραφείο της, ήταν από τις στιγμές που χαράχτηκαν στη μνήμη της, όπως και η συνάντηση με τον καθηγητή Karl Schefold στη Θάσο το 1962, ο οποίος της πρότεινε υποτροφία στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας.

«Κοσκινίζοντας» τριάντα έξι χρόνια-2

Με τον Γιάννη Τσαρούχη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το 1981, όταν εγκαινιάστηκε αναδρομική έκθεση των έργων του.

Η χούντα άφησε μελανά σημάδια στην Υπηρεσία: ταπεινωτικά επεισόδια, απολύσεις των αριστερών αρχαιολόγων, παραβάσεις του αρχαιολογικού νόμου, καιροσκόπους κ.ά. Το 1971, προτού μετακινηθεί στη Θεσσαλονίκη, ξεκίνησε την ανασκαφή στον Τάφο των Ανθεμίων στην περιοχή της αρχαίας Μίεζας. Τονίζει πως δεν ταύτισε «τα ελεφαντοστέινα κεφαλάκια που βρήκα κατά το κοσκίνισμα των χωμάτων, με πρόσωπα της μακεδονικής δυναστείας των Αργεαδών, ώστε η ανασκαφή να αποκτήσει άρωμα Μεγάλου Αλεξάνδρου». Τα ευρήματα αυτά «αποσιωπήθηκαν ακόμη κι από τον ίδιο τον Ανδρόνικο αργότερα» για να μη θαμπώσει το σενάριο του ανάλογου ευρήματος στη Βεργίνα.

Καμαρώνει που ως έφορος αρχαιοτήτων του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, έπεισε τον Κ. Καραμανλή να ανεγερθεί το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού δίπλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Αλλά και για την αφιερωμένη στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου έκθεση που περιόδευσε στις ΗΠΑ και στον Καναδά. Αποδείχθηκε η δεύτερη σε αριθμό επισκεπτών (1.500.000 άτομα) μετά την έκθεση για τον Τουταγχαμών!

Στην Αθήνα

Η μετάθεσή της στην Αθήνα –σκληρή συμπεριφορά προϊσταμένης προς το προσωπικό, είπαν κάποιοι τότε– άνοιξε ένα νέο μεγάλο κεφάλαιο από το 1983 έως το 1996 με χρόνια εργασίας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και στη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.

Από τις πιο συγκινητικές στιγμές του βιβλίου της είναι το άνοιγμα του ασύλητου τάφου στη Βεργίνα. Ο Ανδρόνικος φώτισε με το φανάρι το εσωτερικό, με ψυχραιμία περιέγραφε όσα έβλεπε, ενώ νευριασμένος σύστησε στην ενθουσιασμένη αρχαιολόγο Μαίρη Σιγανίδου να μη φωνάζει σαν την άκουσε να λέει δυνατά: «Βλέπω χρυσά, χρυσά!». Φοβόταν, βλέπετε, μήπως αρχίσουν οι διαδόσεις περί θησαυρών προτού ληφθούν μέτρα ασφαλείας. Θυμάται με κάθε λεπτομέρεια το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου του 1977 όταν ο Ανδρόνικος έφτασε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης οδηγώντας ο ίδιος, ενώ ο συντηρητής Δ. Μαθιός στο πίσω κάθισμα κρατούσε στα γόνατά του, το κιβώτιο που έκρυβε τη χρυσή λάρνακα. Δέκα ημέρες αργότερα, έβγαλε από την τσέπη του «ένα κουτί με πέντε κεφαλάκια» λέγοντάς της με ποιους τα ταύτιζε. Παρόμοια είχε βρει κι εκείνη νωρίτερα στον Τάφο των Ανθεμίων. Του το θύμισε, αλλά και του γκρίνιαξε για την παρατυπία του να τα κρατήσει μια νύχτα σπίτι του. Τέσσερις ημέρες αργότερα, όταν ο Ανδρόνικος υποστήριξε δημόσια πως τα κεφαλάκια «απεικονίζουν την οικογένεια του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ο τάφος είναι του πατέρα του, Φιλίππου Β΄, «έγινε πανζουρλισμός».

Χαρακτηρίζει ατυχή τη σύγκριση της Βεργίνας με το ταφικό μνημείο των Καρυάτιδων στην Αμφίπολη, σχολιάζει σκωπτικά τους πρωταγωνιστές εκείνων των ημερών και εύχεται στο μέλλον η Αμφίπολη να αντιμετωπιστεί με επιστημονική σοβαρότητα «χωρίς την ανάμειξη αναρμόδιων και «επικοινωνιακών» ημιμαθών».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή