H ακυβέρνητη Δύση

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​ον Αύγουστο του 1990, ο Τζορτζ Χ. Ου. Μπους και η Μάργκαρετ Θάτσερ συναντήθηκαν στο Ασπεν, αμέσως μετά την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ. Αποφάσισαν να μην επιτρέψουν αυτήν την «ωμή επιθετική ενέργεια» – και έδρασαν αναλόγως. Κάπως έτσι έπρεπε να λειτουργεί η Δύση – και ενίοτε όντως έτσι λειτουργούσε.

Αυτές τις μέρες, οι ΗΠΑ και η Βρετανία μετά βίας μπορούν να κυβερνήσουν τον εαυτό τους. Η Τερέζα Μέι, που ως πρωθυπουργός δεν θυμίζει τη Θάτσερ σε τίποτα πέραν του φύλου της και του κόμματος στο οποίο ανήκει, μόλις υπέστη τη χειρότερη κοινοβουλευτική ήττα σε βάθος σχεδόν ενός αιώνα. Ο Ντόναλντ Τραμπ, που ως πρόεδρος δεν θυμίζει σε τίποτα τον Μπους πέραν του φύλου του και του κόμματός του, ηγείται ενός κράτους στο οποίο έχει μπει λουκέτο, μιας κυβέρνησης που χάνει συνεχώς στελέχη, ενός ξέφρενα διχασμένου έθνους και μιας υπερδύναμης την οποία ο κόσμος χλευάζει και δεν εμπιστεύεται.

Η Δύση είναι πλέον ακυβέρνητη – και άρα εκτεθειμένη στα στοιχεία της φύσης. Οι πιο ισχυρές δυνάμεις σήμερα στην πολιτική είναι o φατριασμός, ο λαϊκισμός, ο αυταρχισμός και οι αγωγοί λυμάτων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η κάθε μία από αυτές υπονομεύει τις θεμελιώδεις δεσμεύσεις της Δύσης στον «οικουμενισμό», στην αντιπροσώπευση, στα απαράγραπτα δικαιώματα και σε μια θεωρία της γνώσης που βασίζεται στα γεγονότα και στον ορθό λόγο, όχι στα κλικ και στο συναίσθημα. Μας παρασέρνει το ρεύμα, απουσία νου και βούλησης, προς την πολιτισμική μας αυτο-αναίρεση.

Πότε ξεκίνησε αυτό; Μάλλον το 1989, όταν ο Φράνσις Φουκουγιάμα δημοσίευσε το δοκίμιο-ορόσημο για το τέλος της Ιστορίας και έδωσε το έναυσμα για μία δεκαετία δημοκρατικού εφησυχασμού. Γιατί να ανησυχεί κανείς για την υγεία και τις προοπτικές της φιλελεύθερης δημοκρατίας αν ο θρίαμβός της είναι αναπόφευκτος και μη αναστρέψιμος; Γιατί να διδάσκει τα οφέλη των ελεύθερων αγορών και της μετανάστευσης –ή τους κινδύνους του σοσιαλισμού και του εθνοφυλετισμού– όταν η Ιστορία έχει ήδη καταθέσει την ετυμηγορία της; Και γιατί να ασχοληθεί με την πληκτική δουλειά της συντήρησης των θεμελίων μιας ελεύθερης πολιτείας, όταν είναι τόσο πιο ενδιαφέρουσα η επανεφεύρεσή της;

Ο εφησυχασμός οδηγεί στην απερισκεψία. Οι Αμερικανοί φιλελεύθεροι ήταν απερίσκεπτοι όταν απέρριπταν τον ηθικό χαρακτήρα ως αναγκαίο στοιχείο της προεδρίας. Οι συντηρητικοί (όπως εγώ) απερίσκεπτα ανησυχούσαμε περισσότερο για την κατάσταση της δημοκρατίας στο Ιράκ αντί της Αϊόβας. Οι φιλελεύθεροι απερίσκεπτα εναγκαλίστηκαν την πολιτική της ταυτότητας χωρίς να συνειδητοποιούν ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους. Οι συντηρητικοί απερίσκεπτα υποτιμούσαν τη σημασία του λαϊκισμού και της τρομολαγνείας που μόλυνε το κίνημα μέσω του talk radio και του Fox News.

Παρόμοια απερισκεψία υπήρξε και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι μια ευλογία· όχι όμως χωρίς γνήσια δημοκρατική λογοδοσία. Αντιστοίχως, η μετανάστευση είναι ευλογία· αλλά η μετανάστευση χωρίς αφομοίωση είναι κατάρα. Δύο γενιές Ευρωπαίων ηγετών επέτρεψαν το μεν χωρίς να απαιτήσουν το δε, αγνοώντας τη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων ως πολιτικά ασήμαντη και ηθικά κατακριτέα.

Οσο για το Brexit, η απόφαση του 52% των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Ε.Ε. έναντι των έντονων ενστάσεων του 48% θα καταγραφεί σίγουρα ως μία από τις χειρότερες στην ένδοξη ιστορία του νησιού. Αλλά η πιο ανόητη επιλογή ήταν αυτή του Ντέιβιντ Κάμερον το να θέσει ένα τέτοιο θεμελιώδες ζήτημα σε λαϊκή ψηφοφορία (όπως είχε κάνει δύο χρόνια νωρίτερα με τη Σκωτία), χωρίς να αναλογιστεί τις συνέπειες του λάθος αποτελέσματος.

Το πρόβλημα δεν ήταν η αδυναμία του στρατοπέδου του Remain να επιχειρηματολογήσει πιο πειστικά υπέρ της παραμονής. Ηταν μια αποτυχία σε επίπεδο φιλοσοφικό – η μη κατανόηση ότι ο σκοπός της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης είναι να σώσει τη δημοκρατία από τον εαυτό της. Πλέον πιάνω τον εαυτό μου να ελπίζει για ένα σκληρό Brexit, βάσει της θεωρίας ότι ο πόνος είναι ο μόνος τρόπος να γίνουν βίωμα τα αναγκαία διδάγματα.

Μπορεί όμως και όχι. Ενα σκληρό Brexit πιθανότατα θα επιταχύνει κάθε άλλη διασπαστική και επικίνδυνη τάση στη βρετανική πολιτική: την απόσχιση της Σκωτίας και ίσως της Β. Ιρλανδίας και της Ουαλλίας· την άνοδο στην εξουσία του αντισημίτη, αντι-νατοϊκού Τζέρεμι Κόρμπιν· την επί μακρόν απουσία της Βρετανίας ως ενεργού παίκτη στη διεθνή σκηνή.

Και οι ΗΠΑ; Πολλοί συντηρητικοί πιστεύουν ότι η χαοτική διοίκηση, η φαιδρή συμπεριφορά και οι ιδεολογικές αποστασίες είναι ενοχλήσεις, όχι καταστροφές, και ότι είναι το αναγκαίο τίμημα για τις πολιτικές απορρύθμισης, τις φοροελαφρύνσεις και τον διορισμό συντηρητικών δικαστών. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που επί 30 χρόνια διακήρυτταν τη σημασία της ευθυκρισίας, του ηθικού χαρακτήρα και του σεβασμού προς τους θεσμούς στο πρόσωπο του προέδρου. Είχαν δίκιο. Τι θα πουν αν εντοπίσουν την απουσία αυτών των αρετών στο πρόσωπο ενός μελλοντικού προέδρου του οποίου τις πολιτικές δεν συμμερίζονται;

Η Δύση δεν πλέει ακυβέρνητη σε ήρεμα νερά. Με περιορισμένους πόρους αλλά αδίστακτες μεθόδους, ο Βλαντιμίρ Πούτιν υπονομεύει τη δημοκρατία από το Κίεβο ώς το Κάνσας. Με εξίσου αδίστακτα μέσα και πολύ μεγαλύτερους πόρους, ο Σι Τζινπίνγκ προτάσσει τον αποτελεσματικό αυταρχισμό ως το προτιμητέο μοντέλο διακυβέρνησης για τον 21ο αιώνα.

Τι έχει να πει η Δύση για να υπερασπιστεί τον εαυτό της; Ποιον έχει για να το πει; Ποιος θα επισκευάσει την αρματωσιά και θα ξαναπιάσει το τιμόνι πριν ξεσπάσει η επόμενη θύελλα;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή