Ανιση εμφάνιση της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης

Ανιση εμφάνιση της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης

2' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην Αθήνα βρέθηκε την 1η Φεβρουαρίου η Κρατική Ορχήστρα  Θεσσαλονίκης για μία συναυλία στην αίθουσα «Φίλων της Μουσικής». Εκανε πολλαπλά θετική εντύπωση ότι επέλεξε να ξεκινήσει το πρόγραμμά της με ένα έργο του (Κύπριου) ιδρυτή της Σόλωνα Μιχαηλίδη, τιμώντας ταυτόχρονα τα 60 χρόνια από την ίδρυσή της (1959). Επέλεξε τη σύντομη «Αυγή στον Παρθενώνα», την πρώτη από τις δύο «Συμφωνικές εικόνες» που συνέθεσε ο Μιχαηλίδης το 1936.

Εντονα επηρεασμένη από τους Γάλλους ιμπρεσιονιστές, αποδόθηκε με επιτυχία, καθώς η ορχήστρα υπό την αρχιμουσικό και καλλιτεχνική της διευθύντρια Ζωή Τσόκανου κλιμάκωσε πειστικά τη μουσική, από τις χαμηλόφωνες πρώτες φράσεις έως την εκρηκτική κατάληξη.

Ακολούθησε το Κοντσέρτο για βιολί του Μπραμς με σολίστα τον Ουκρανό Βαλέρι Σοκολόφ. Με ήχο ωραίο και εστιασμένο ο βιολονίστας ανταποκρίθηκε στις τεχνικές απαιτήσεις του έργου αλλά μάλλον μόνο κατά περίπτωση στις εκφραστικές. Η καλύτερή του στιγμή ήταν το δεύτερο μέρος, όπου απέδωσε με μουσικότητα και ευγένεια τον λυρισμό των μελωδικών φράσεων, τόσον αυτής που παραλαμβάνει από το όμποε, όσο και εκείνης που δεσπόζει στο δεύτερο τμήμα του ίδιου μέρους. Για το πρώτο και το τρίτο μέρος του Κοντσέρτου ο Σοκολόφ διέθετε την ορμή, τη δύναμη και τη δεξιοτεχνία, υπολειπόταν όμως εκφραστικά, καθώς από μόνα τους τα στοιχεία αυτά λένε λίγα, εάν δεν δοθούν με τη φλόγα και το πάθος που δικαιώνει την ύπαρξή τους. Από την πλευρά της η ορχήστρα φάνηκε αμέτοχη και άνιση: τα μεν έγχορδα παραμένουν σε υψηλό επίπεδο, τα δε πνευστά, κυρίως τα κόρνα, φάνηκε να έχουν αδυναμίες που περιορίζουν την ποιότητα του αποτελέσματος. 

Τα ίδια στοιχεία προσδιόρισαν την ερμηνεία της «Παθητικής» Συμφωνίας του Τσαϊκόφσκι, η οποία ακολούθησε στο δεύτερο μέρος του προγράμματος. Πρόκειται για έργο το οποίο κατ’ εξοχήν προϋποθέτει να υπερβεί κανείς το μουσικό κείμενο και να ανακαλύψει τα καταπιεσμένα και –για τον λόγο αυτό– έντονα έως ακραία συναισθήματα, που εξέφραζε σχεδόν ανεξαιρέτως στις τελευταίες συνθέσεις του ο Τσαϊκόφσκι. Στο πρώτο μέρος οι συνεχείς αλλαγές ταχυτήτων, διαθέσεων και τονικοτήτων, όπως επίσης η αναφορά του βασικού θέματος στην άρια του Ντον Ζοζέ από την «Κάρμεν» του Μπιζέ, δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολία σχετικά με την ένταση και την ποιότητα των συναισθημάτων. Ομοια συμβαίνει με το φανερά τραυματικό βαλς που «χωλαίνει» (β΄ μέρος) και με το δραματικό τρίτο μέρος, που προετοιμάζει το τραγικό φινάλε. Ο Τσαϊκόφσκι δεν συνέθεσε «απόλυτη» μουσική, αλλά έμοιαζε απεγνωσμένα να θέλει να μοιραστεί με το ακροατήριό του όσα δεν μπορούσε να διατυπώσει με λόγια, όσα τον πίεζαν και τον οδήγησαν στην αυτοκτονία εννέα μέρες μετά την πρεμιέρα της Συμφωνίας, όσα ακόμα σήμερα δεν τολμούν να πουν με καθαρές κουβέντες στην πατρίδα του. Του οφείλουμε εμείς τουλάχιστον να τα εκφράζουμε με τον τρόπο που διαβάζουμε τα έργα του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή