Προοπτικές και προσδοκίες της λιανικής για το 2019

Προοπτικές και προσδοκίες της λιανικής για το 2019

2' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο ​​κλάδος της λιανικής είναι από τους κατεξοχήν δυναμικούς κλάδους-πυλώνες της ελληνικής οικονομίας με σημαντική συνεισφορά στο ΑΕΠ της χώρας (συμμετοχή της τάξεως του 16%) και στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, κάτι που επιβεβαιώνεται εξάλλου και από την πτωτική πορεία του δείκτη ανεργίας στο 21,7%. Ωστόσο, στην εποχή μας η σχέση εργασίας και ευημερίας έχει κλονιστεί, καθώς είναι δεδομένες η δραματική υποβάθμιση της εργασίας και η υποκατάστασή του κεφαλαίου από τις πληροφορίες (data), πράγμα που οδηγεί στην επανεξέταση των εργαλείων αξιολόγησης της κατάστασης και υιοθέτηση νέων εργαλείων και πολιτικών ερμηνείας της πραγματικής οικονομίας.

Ενα από τα ενθαρρυντικά στοιχεία που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι παρά τη σκληρή και βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή της τελευταίας οκταετίας, η ανθεκτικότητα και προσαρμογή των ελληνικών λιανεμπορικών επιχειρήσεων υπήρξε αξιοθαύμαστη.

Από την άλλη, ήταν αναπόφευκτη η μετάλλαξη του αγοραστικού ενδιαφέροντος από μικρότερα σε μεγαλύτερα πολυκαταστήματα- αλυσίδες που συνδυάζουν την ικανοποίηση αναγκών ή προσδοκιών αναγκών με τη συνολική αγοραστική εμπειρία που απολαμβάνουν οι καταναλωτές (experiential customer service). Οι σύγχρονες μάρκες-σύμβολα δημιουργούν πλέον αξία, υπερβαίνοντας τη στενή αντίληψη κάλυψης της λειτουργικής ανάγκης των πελατών, αποκτώντας ενεργό ρόλο στην έκφραση της προσωπικότητας των πελατών που απευθύνονται. Εννοιες όπως εμπειρία, ατμόσφαιρα, διασκέδαση, ψυχαγωγία, φωτισμός «γεννούν» καθημερινά ολοένα και περισσότερες εμπειρίες και αναμετρούνται με τις αισθήσεις του σύγχρονου καταναλωτή.

Αν θελήσουμε επιπροσθέτως να εκτιμήσουμε τα μικροσκοπικά στοιχεία του οικονομικού περιβάλλοντος, θα δούμε για τα τέλη του 2018 και τις αρχές του 2019 την υποχώρηση της αβεβαιότητας, τη βελτίωση του όγκου λιανικών πωλήσεων κατά 1,6%, την πενιχρή αλλά αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,8%, τη μεγάλη ώθηση στον τουρισμό και τη μικρή ανάκαμψη των εξαγωγών που συνεχίζουν βεβαίως να υποσκελίζονται από τις εισαγωγές.

Ολα αυτά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δημιούργησαν συνθήκες απασχόλησης, στήριξαν την κερδοφορία ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, συνέδραμαν στα εισοδήματα και τόνωσαν την εγχώρια ζήτηση.

Το ζητούμενο, ωστόσο, στην οικονομία του 2019 παραμένει και σχετίζεται με την επιλογή και τη στρατηγική προώθηση προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα ευεργετήσουν με πολλαπλασιαστικά οφέλη τη χώρα. Με άλλα λόγια, εννοούμε τα εμπορεύσιμα εκείνα προϊόντα, που πολύς λόγος έχει γίνει, και που είναι ικανά να συμμετάσχουν στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και να αναμετρηθούν με αντίστοιχα ανταγωνιστικά προϊόντα. Ενώ, λοιπόν, η εγχώρια ζήτηση είναι πιθανό να κυμανθεί με θετικό πρόσημο λόγω των νομοθετημένων μέτρων δημοσιονομικής επέκτασης +0,5% του ΑΕΠ που θα ενισχύσουν το αποπληθωρισμένο διαθέσιμο εισόδημα κατά 1,9% από 1,1% το 2018, μεγάλη πληγή συνεχίζουν να υφίστανται οι επενδύσεις, που στην παρούσα φάση του οικονομικού κύκλου υπολείπονται κατά πολύ των προσδοκιών. Οι διεθνείς επενδυτές αναμένουν τους εγχώριους επενδυτές να δείξουν κινητικότητα και οι εγχώριοι εμφανίζουν πρωτοφανή, αλλά ώς ένα βαθμό δικαιολογημένη, επιφυλακτικότητα.

Ανεξαρτήτως, ωστόσο, των όποιων επιχειρημάτων που παρατίθενται από την κάθε πλευρά, η αλήθεια είναι ότι το αποτύπωμα της πραγματικής εξόδου από τα μνημόνια και την κρίση αντανακλάται στις πολυπόθητες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Η απόδοση κατά 3,6% του 5ετούς ελληνικού ομολόγου είναι αναντίστοιχη αποδόσεων των ομολόγων της Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας που είναι κοντά στο μηδέν, έπειτα από επίσης πολύχρονες περιόδους κρίσεων που βίωσαν. Η πραγματικότητα είναι μία και αδιάψευστη: ότι η χώρα τελεί εκτός επενδυτικών βαθμίδων (investment grades) και προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης.

Κάτι λοιπόν δεν πάει καλά σε αυτή τη χώρα, κάτι σάπιο υπάρχει στο «βασίλειο της Δανιμαρκίας», κάτι προφανώς δεν κάνουμε καλά!

Και αυτό το κάτι το ψάχνουμε 40 χρόνια και θα αποτελέσει βεβαίως πρώτο μέλημα και βαθύ προβληματισμό και της επόμενης κυβέρνησης…

* Ο δρ Αντώνης Ζαΐρης είναι αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ και μέλος της Ενωσης Αμερικανών Οικονομολόγων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή