Καταδυνάστευση η πολιτική ορθότητα

Καταδυνάστευση η πολιτική ορθότητα

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι καιρός τώρα που ο Γιάννης Χουβαρδάς έβαλε στην καθημερινότητά του πάλι το ιστορικό κτίριο τού Τσίλλερ στην Αγίου Κωνσταντίνου. Νιώθει σα να μην πέρασε μια μέρα από το 2013 που έπαψε να είναι διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. «Σε μεγάλο βαθμό οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι, οι λειτουργίες τους, οι σχέσεις, ο χώρος. Αν άλλαξε κάτι είναι ότι τα χαμόγελα των ανθρώπων μου φαίνονται πιο ζεστά, ίσως γιατί γλίτωσαν από μένα», λέει χαμογελώντας ο καταξιωμένος σκηνοθέτης.

Αφορμή για τη συζήτησή μας ήταν ο «Μισάνθρωπος». Με Μολιέρο καταπιάνεται πρώτη φορά ο Γ. Χουβαρδάς και δηλώνει εντυπωσιασμένος από τον τρόπο που ο κορυφαίος Γάλλος κωμωδιογράφος διαχειρίζεται τους χαρακτήρες του έργου, κάνοντας εύκολη τη διάκριση ανάμεσα σε αυτόν που λέει ψέματα και αυτόν που λέει αλήθεια.

«Ο Αλσέστ, ο κεντρικός ήρωας, είναι αθεράπευτα ειλικρινής, λέει την αλήθεια αλλά τη λέει με ναρκισσισμό και αντιφάσεις. Κορυφαία του αντίφαση είναι ο έρωτάς του για τη Σελιμέν, μια γυναίκα η οποία ενσωματώνει όλα όσα απεχθάνεται και καταπολεμά».

Σε αυτή τη δηκτική κωμωδία υπάρχουν πολλές αντιστοιχίες με τη σημερινή πραγματικότητα. «Οι ήρωες του Μολιέρου που ανήκουν στην ανώτερη τάξη, βρίσκονται συνεχώς σε μια γιορτή που δεν σταματά. Η κεντρική ηρωίδα έχει ένα ανοιχτό σπίτι στο οποίο κυκλοφορούν όσοι την φλερτάρουν, την επιβουλεύονται, οι αντίζηλές της, και συνεχώς χορεύουν, διασκεδάζουν, κουτσομπολεύουν. Μια κατάσταση που μπορεί να φανταστεί κανείς σε μια ανώτερης τάξης πραγματικότητα, με χρήματα η προέλευση των οποίων είναι αδήλωτη, όπου οι άνθρωποι περνάνε καλά κρύβοντας τη μοναξιά τους». 

Η παράστασή του μοιάζει με «αέναο πάρτι», παραπέμποντας τον θεατή στο ατέρμονο πάρτι της Ελλάδας που μας έφτασε έως εδώ. «Είναι εύκολα προσαρμόσιμο το έργο, γιατί αποκαλύπτει μια πραγματικότητα. Οτι η κοινωνικότητα στις μέρες μας έχει γίνει επιβεβλημένη, αρχίζοντας από τα σόσιαλ μίντια, την ανάγκη όλα να είναι στο φως και να τα μοιραζόμαστε με άλλους. Κρύβουμε με μακιγιάζ τον φόβο της μοναξιάς που πάντα υπήρχε μέσα μας και τώρα εκδηλώνεται ως τρόμος. Η τεχνολογία, αντί να μας ανοίγει, μας κλείνει στον εαυτό μας ακόμη περισσότερο». 

Στο έργο υπάρχουν σκηνές όπου ο ένας ξεσκίζει τον άλλον απροκάλυπτα ή όχι, παρότι την επομένη θα ξανασυναντηθούν και θα ανταλλάξουν φιλοφρονήσεις πριν ξαναβριστούν. «Πρέπει να είμαστε τυφλωμένοι για να μη δούμε ότι όλα θυμίζουν τη σημερινή πολιτική σκηνή. Ο Μολιέρος έγραψε ένα έργο που ανήκει σε κάθε εποχή, αλλά κάθε εποχή θέλει να το εκσυγχρονίσει ώστε να αναγνωρίζει ο θεατής τη δική του πραγματικότητα».

Αυτό που τρομάζει τον Γιάννη Χουβαρδά είναι «όταν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γίνονται μάσκες για να βγάλουμε τον χειρότερο εαυτό μας. Ανατριχιάζω με τη σταδιακή υποδόρια εξοικείωση όλων μας. Βλέπουμε την πραγματικότητα μέσα από οθόνες – του κινητού, του υπολογιστή, της τηλεόρασης, της κάμερας παρακολούθησης.

Αυτό συνιστά μια βασική αλλοτρίωση».

Καταδυνάστευση η πολιτική ορθότητα-1

Αυτό που τρομάζει τον Γιάννη Χουβαρδά είναι «όταν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γίνονται μάσκες για να βγάλουμε τον χειρότερο εαυτό μας».

Ο ίδιος δεν έχει σελίδα στο Facebook. «Ομως, γνωρίζω καλά τον τρόπο που λειτουργεί». Αν η συνειδητή επιλογή του, για κάποιους τον τοποθετεί στο περιθώριο, βαφτίζοντάς τον ξεπερασμένο, «για μένα αυτό είναι αξία» απαντά. «Για εμένα πρόβλημα είναι ότι αρχίζουμε να μη μπορούμε να ξεχωρίσουμε ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα. Κάποτε καταλαβαίναμε τη διαφορά. Εφτασα να εμπιστεύομαι ελάχιστους ανθρώπους στη ζωή μου και σας μιλώ απολύτως ειλικρινά ότι φοβάμαι ακόμη και τον εαυτό μου. Διότι όλοι έχουμε εθιστεί στο ψέμα, έστω καλοπροαίρετα, μέσω της κοινωνικής ανάγκης να μη στενοχωρήσουμε ή να είμαστε πολιτικά ορθοί. Η πολιτική ορθότητα είναι μια καταδυνάστευση που εξαπλώνεται. Είμαι μάλλον απαισιόδοξος. Θεωρώ πως η αισιοδοξία είναι ένα στοίχημα που πρέπει να βάλει κάποιος με τον εαυτό του, να την καλλιεργεί στη ζωή του ως προσωπικό στόχο. Ακόμη και μέσω της… απαισιοδοξίας. Ο Ευριπίδης ζωγράφιζε την πραγματικότητα όσο πιο σκοτεινά μπορούσε για να τρομάξει ο θεατής και να πει θα τη φτιάξω λίγο καλύτερη».

Τον δικό του δαίμονα, την απαισιοδοξία, «δεν την αφήνω», λέει, «να εκπέμπεται με τέτοιον τρόπο ώστε να μαυρίζει τη ζωή των υπολοίπων. Είναι κάτι βαθύ, δικό μου που εκφράζεται ενδεχομένως στην τέχνη μου, αλλά έτσι που να αναζητείς την αισιοδοξία. Αλλιώς, δεν θα μου είχαν μείνει θεατές». 

Ρωτώ αν ο εμμονικά ηθικός ήρωας του Μολιέρου μπορεί να είναι σύμβολο της εποχής. «Ακόμη και με τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του, είναι είδος που τελεί υπό εξαφάνιση. Είναι ήρωας εντελώς ουτοπιστής και επομένως ουτοπικός. Σήμερα, ο πραγματισμός είναι πλέον το ζητούμενο. Φτάσαμε στο σημείο να έχουμε όλοι ήττες στη ζωή μας, είτε στην πολιτική είτε στην κοινωνία».

Κύκλοι που έκλεισαν

Στα 69 του χρόνια ο Γ. Χουβαρδάς δεν φαίνεται να νοσταλγεί κύκλους που έκλεισαν: τη «Θεατρική Συντεχνία» του 1977, το Θέατρο του Νότου που ίδρυσε το 1991 στο «Αμόρε», τη διεύθυνση της πρώτης κρατικής σκηνής που είχε για έξι χρόνια έως το 2013. «Αν μπορώ να προσφέρω κάτι, είναι ως σκηνοθέτης, μέσα από θεσμούς ή ως ελεύθερος επαγγελματίας. Ο 17χρονος κύκλος του “Αμόρε” έκλεισε οριστικά κι ένας από τους λόγους ήταν η ασυνέπεια των επιχορηγήσεων. Οταν δεν υπάρχουν, προχωράς σε συμπαραγωγές, είτε σε σοβαρούς συμβιβασμούς, είτε παραδίδοντας εν μέρει το θέατρο σε εξωτερικούς παραγωγούς. Δεν πιστεύω ότι δεν μπορούν να βρουν χρήματα για τις τέχνες, ότι δεν υπάρχουν 2 εκατομμύρια ευρώ για επιχορηγήσεις στα θέατρα. Σήμερα στο θέατρο ζούμε την εκμετάλλευση των ανθρώπων στο έπακρον, σε μια εποχή και με μια κυβέρνηση που πρεσβεύει ακριβώς το αντίθετο. Μόνο επί εποχής Μικρούτσικου και Μπένου διαφαινόταν μια πολιτική. Ολα είναι θέμα οργάνωσης. Ομως υπουργοί που περνάνε από το υπουργείο Πολιτισμού έχουν τη νοοτροπία του υπουργείου – σταθμού».

Καταδυνάστευση η πολιτική ορθότητα-2

Η παράστασή του, που ξεκινάει την Κυριακή 10 Μαρτίου στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού, μοιάζει με «αέναο πάρτι», παραπέμποντας τον θεατή στην «ατέρμονη γιορτή» της Ελλάδας που μας έφτασε έως εδώ.

Διακρίνει, πάντως, νέες τάσεις, νέους και κυρίως 40άρηδες καλλιτέχνες που εξελίχθηκαν, άνοιγμα στο εξωτερικό. «Ο Λάνθιμος δεν είναι το μοναδικό χλωρό δένδρο σε μια έρημο. Απλώς εκείνος, πέραν του ταλέντου του, βρέθηκε στην κατάλληλη στιγμή. Υπάρχουν και άλλοι Λάνθιμοι, ταλέντα που δεν αξιοποιούνται γιατί αυτή η ρημάδα χώρα δεν είχε ποτέ πολιτική για τον πολιτισμό». Ως προς τη δραματουργία, «η τάση της συγγραφής έργου στο γραφείο υποχώρησε, στο προσκήνιο βρίσκονται η συνδημιουργία από ομάδα, οι διασκευές πεζογραφημάτων, η ομαδική δουλειά. Τίποτα δεν είναι ταμπού πια στο θέατρο. Η συνολική τάση είναι κάνω όσα μπορώ περισσότερα για να υπάρχω γενικότερα».

Ο ίδιος ξεκίνησε το 1977 ως ηθοποιός, αλλά δεν άντεξε την προσωπική έκθεση. «Μπορούσα, όμως, να βοηθήσω άλλους να το κάνουν». Διάλεξε τη σκηνοθεσία. Οργανωτικός χαρακτήρας «αλλά όχι εξουσιομανής», μετά το Εθνικό αρνήθηκε προτάσεις για να διοικήσει πολιτιστικούς οργανισμούς. «Στην παρούσα φάση δεν θέλω να αναλωθώ σε αυτό». Απ ό το 2016 περιόρισε ακόμη και τις συνεργασίες του στο εξωτερικό. «Η συνεχής μετακίνηση με τα αεροπλάνα, η επανέναρξη και η επανεκκίνηση με κούρασε και αποφάσισα να απόσχω ένα διάστημα επιλέγοντας να δουλεύω στη γλώσσα μου, με ανθρώπους που γνωρίζω, σε θεσμούς της χώρας μου».

 

«Μισάνθρωπος», 10/3, Εθνικό Θέατρο, μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη. Παίζουν: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Γιάννης Βογιατζής, Εμιλυ Κολιανδρή, Χρήστος Λούλης, Λαέρτης Μαλκότσης, Μιχαήλ Μαρμαρινός, Δημήτρης Παπανικολάου, Αλκηστις Πουλοπούλου, Ελενα Τοπαλίδου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή