Π. Μπουσερόν: «Η ιστορία αποτελεί τέχνη χειραφέτησης»

Π. Μπουσερόν: «Η ιστορία αποτελεί τέχνη χειραφέτησης»

5' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Ιστορία είναι προτιμότερο να γίνεται αντιληπτή ως τέχνη χειραφέτησης και, λιγότερο, ως εργαλείο επιβεβαίωσης των πεποιθήσεων και της ταυτότητάς μας. Και, εντέλει, εξιστορεί την ευρηματικότητα των κοινωνιών στην προσπάθειά τους να μετατρέψουν το παλαιό σε κάτι νέο. Η εκτίμηση ανήκει στον Πατρίκ Μπουσερόν, καθηγητή του Collège de France, κατόχου της Εδρας Ιστορίας των Εξουσιών στη Δυτική Ευρώπη (13ος – 16ος αιώνας), ο οποίος στη συνέντευξή του στην «Κ» μιλάει για τη «νοητή γραμμή» που συνδέει την αρχαία Ελλάδα με τη σύγχρονη εποχή. Ο κ. Μπουσερόν είναι ευρύτερα γνωστός στην Ελλάδα από το εναρκτήριο μάθημά του στο Collège de France (έχει μεταφραστεί από τις Εκδόσεις Πόλις «Τι μπορεί να κάνει η Ιστορία»).

Ωστόσο, στη Γαλλία αποτελεί έναν από τους εκφραστές της νέας ιστοριογραφικής αντίληψης σχετικά με την παρουσίαση των εθνικών αφηγημάτων. Στην ευρύτερη κοινότητα των Γάλλων Ιστορικών Μεσαιωνολόγων είναι αποτυπωμένες οι δημόσιες αντιπαραθέσεις του με τη σχολή που εγκαθίδρυσε ο Ζορζ Ντιμπί και ακολουθούν μαθητές του όπως ο Ντομινίκ Μπαρτελεμί. Ευρύτερα, ο κ. Μπουσερόν δεν αποτελεί έναν καθηγητή που είναι περιορισμένος στο αμφιθέατρο και στην ιστορική έρευνα. Κατά τις προηγούμενες προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, είχε δηλώσει δημοσίως ότι ψήφισε τον Εμανουέλ Μακρόν, ενώ, ως ειδικός για την αναγεννησιακή Ιταλία, έχει επανειλημμένως περιγράψει τη σχεδόν αιτιοκρατική σχέση της εξουσίας με τα εργαλεία διατήρησης της ισχύος.

Αφορμή της συνέντευξης με τον κ. Μπουσερόν, είναι η επικείμενη επίσκεψή του στην Αθήνα. Το Γαλλικό Ινστιτούτο σε συνεργασία με το Collège de France συνδιοργανώνουν μια εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Πέμπτη 28 Μαρτίου στις 19.00, στο Μέγαρο Μουσικής, με κεντρικό πρόσωπο τον κ. Μπουσερόν, ο οποίος θα απευθύνει μια διάλεξη με θέμα «Μεταξύ της Ελληνικής Αρχαιότητας και της εποχής μας». Την εισαγωγή στη διάλεξη του κ. Μπουσερόν θα κάνει η Νικολέττα Γιαντσή-Μελετιάδη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ευρωπαϊκής Ιστορίας, του Τομέα Ιστορίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

– Σε μια εποχή υποχώρησης για τον δυτικό τρόπο αντίληψης και ερμηνείας των πραγμάτων, μπορεί μια νοητή γραμμή σύνδεσης ανάμεσα στην αρχαία Ελλάδα και τη σύγχρονη εκδοχή της νεωτερικότητας να δώσει απαντήσεις;

– Μου αρέσει η ιδέα σας για μια «νοητή γραμμή». Μεταξύ της ελληνικής αρχαιότητας και της εποχής μας, ο ιστορικός δεν χρειάζεται να ανασκάψει στο παρελθόν για να βρει αυτή την ενδιάμεση γενεαλογία, αλλά να χαράξει μια νοητή γραμμή. Για ποιο λόγο λοιπόν αρνούμαι τη γενεαλογική συσχέτιση; Επειδή έχει εξ ορισμού αποκλειστικό χαρακτήρα. Με το να λέμε: «Εμείς οι Ευρωπαίοι είμαστε κληρονόμοι της ελληνικής ταυτότητας», αυτομάτως αποκλείουμε άλλους –και ειδικά μη Ευρωπαίους– από την πρόσβαση σε αυτήν την κληρονομιά. Εν ολίγοις, «εμείς» αντιτιθέμεθα στους «άλλους». Ομως, αν υπάρχει κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας, είναι φυσικά καθολική ή μάλλον εν δυνάμει καθολική. Με άλλα λόγια, υπάρχουν διάφοροι τρόποι να γίνει κανείς κοινωνός αυτής της κληρονομιάς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η φράση «μεταξύ της ελληνικής αρχαιότητας και της εποχής μας» –αυτός είναι ο τίτλος της διάλεξης που θα δώσω στην Αθήνα– αποτελεί μια νοητή γραμμή. Δεν πρόκειται για γενεαλογική αλλά για μια τεθλασμένη γραμμή. Ως μεσαιωνολόγος, δεν μπορώ παρά να πω ότι ανάμεσα στην ελληνική αρχαιότητα και την εποχή μας παρεμβάλλεται ο Μεσαίωνας, ο οποίος χαρακτηρίζεται από πολιτιστική άποψη από τη μετάδοση της λατινικής και αραβικής γνώσης.

– Θεωρείτε ότι αναδιφώντας σε αυτό το παρελθόν μπορεί ο σύγχρονος Ευρωπαίος, πολίτης του κόσμου με την ευρεία έννοια, να εντοπίσει την πιθανή εξέλιξή του;

– Από τη στιγμή που κατανοούμε ότι αυτό το παρελθόν είναι πολλαπλό, αυτό είναι ακριβώς το στοιχείο που περιπλέκει τη γενεαλογία της νεωτερικότητας και την καθιστά πιο πολύπλευρη, πιο ποικιλόμορφη και πιο ανοιχτή. Αυτό αποτελεί μια βασική πρόκληση για τον κόσμο: αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος πρόσβασης στη νεωτερικότητα, αυτός που περνάει από την ελληνική αγορά στις ευρωπαϊκές φιλελεύθερες δημοκρατίες, περιφρονούμε την πολλαπλότητα των εκφάνσεων της νεωτερικότητας και την ποικιλία των δημοκρατικών πειραματισμών. H φιλόσοφος Hannah Arendt (που έχει συμβάλει σημαντικά στην ανάδειξη του επίκαιρου χαρακτήρα της ελληνικής φιλοσοφίας) έδωσε αυτόν τον απλό ορισμό για την Ιστορία: είναι η τέχνη του να θυμόμαστε για τι είναι ικανοί οι άνθρωποι στην κοινωνία. Το να επανεξετάσουμε το παρελθόν σημαίνει να το αντιπαραθέσουμε με εμάς.

– Τα τελευταία χρόνια μιλάμε συνέχεια για κρίση. Πώς θα την ορίζατε;

– Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελεί ακριβώς κρίση της μονόδρομης σκέψης, της αποκλειστικής έννοιας – μια κρίση ευρωπαϊκών αξιών, υπό την έννοια ότι δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από την καθολικοποίηση μιας συγκεκριμένης αντίληψης για τον κόσμο. Πρέπει να φέρουμε στο μυαλό μας το πιο πολύτιμο κληροδότημα της Ευρώπης: την ανησυχία της που την οδηγεί σε μια επικριτική εξέταση για τον ίδιο της τον εαυτό. Από τη στιγμή που λείπει αυτή η επικριτική εξέταση, δεν μπορούμε πια να διακρίνουμε τη θέση και τον ρόλο μας στον κόσμο. Οι Γάλλοι έχουν μια λανθασμένη ιδέα για το ποια είναι η θέση της Γαλλίας στον κόσμο – είναι λιγότερο σημαντική από ό,τι πιστεύουν, αλλά έχει και περισσότερα πλεονεκτήματα από αυτά που νομίζουν. Θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο ακριβώς και για τους Ευρωπαίους. Εν ολίγοις, η κρίση της εποχής μας αποτελεί ως επί το πλείστον κρίση αντίληψης.

– Ποιος είναι ο σκοπός, ο στόχος της Ιστορίας; Και σε αυτό το πλαίσιο, γιατί ο Μεσαίωνας;

– Περιμένουμε συχνά από την Ιστορία να επιβεβαιώσει τις πεποιθήσεις μας, το πού ανήκουμε και την ταυτότητά μας. Ομως, εγώ σε αντίθεση εκτιμώ ότι η Ιστορία αποτελεί τέχνη χειραφέτησης, είναι ένας τρόπος να καταπολεμήσουμε το αναπόφευκτο του χρόνου. Συγκεκριμένα, αυτό που πρέπει να αναφέρουμε όταν διδάσκουμε την Ιστορία, είναι ότι τίποτε δεν έχει γραφτεί ποτέ εκ των προτέρων. Η Ιστορία δεν αποτελεί απλώς το χρονικό των περασμένων γεγονότων, αλλά την επιστήμη των κοινωνικών αλλαγών· αναφέρεται στην ευρηματικότητα των κοινωνιών να δημιουργήσουν μετατρέποντας το παλαιό σε νέο. Δείχνει επίσης ότι υπάρχουν στο παρελθόν στοιχεία που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε και να διαφωτίσουμε το παρόν μας, εφόσον αναγνωρίζουμε σπασμένες υποσχέσεις, ανεκπλήρωτο μέλλον, ανεκπλήρωτες δυνατότητες.

– Σε δημόσιες τοποθετήσεις αλλά και στο έργο σας, είναι ορατή η αγωνία για τους κινδύνους που κρύβει η διδασκαλία της Ιστορίας. Θεωρείτε ότι η Ιστορία διδάσκεται και, κυρίως, γράφεται, κατά τρόπο ενδεδειγμένο; Η σχετική συζήτηση στην Ελλάδα είναι πολλές φορές δηλητηριώδης αν όχι απαγορευμένη…

– Δεν θα επιτρέψω στον εαυτό μου να επικρίνει τον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται η Ιστορία, ούτε στη Γαλλία και πόσο μάλλον στην Ελλάδα. Θα περιοριστώ στην άποψη ότι αποτελεί, αναγκαστικά, αντικείμενο πολιτικών αντιπαραθέσεων. Δεν με σοκάρει το γεγονός ότι αντιπαρατιθέμεθα για τη μεταχείριση του παρελθόντος, ακόμη και αν οι ιστορικοί πρέπει να εργαστούν για να παράγουν, αν όχι ένα κοινό διήγημα, τουλάχιστον ένα διήγημα που μπορεί να μοιραστεί – πιθανώς σε ευρωπαϊκή κλίμακα, αλλά να αποτελεί την ιστορία μιας Ευρώπης ανοιχτής στον κόσμο. Για άλλη μια φορά, στον βαθμό που πρόκειται για άσκηση χειραφέτησης, η Ιστορία απευθύνεται κατ’ αρχάς σε νοήμονα άτομα. Αυτός είναι ο λόγος που είμαι δύσπιστος όταν της αναθέτουμε συλλογικό ρόλο – όπως αυτό της διαμόρφωσης της εθνικής συνείδησης. Σε αυτό πιθανότατα αναφέρεστε στην ανησυχία μου. Αλλά για μένα, η αμφιβολία αυτή δεν είναι ολέθρια: αντίθετα αποτελεί έναν τρόπο παραγωγής γνώσης, και αν αναφέρομαι συχνά σε μια «ανήσυχη» ιστορία, το κάνω γιατί πρόκειται για μια ιστορία εν εξελίξει…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή