Η 25η Μαρτίου του Σελί και της Ντιάνα

Η 25η Μαρτίου του Σελί και της Ντιάνα

3' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Σελί ήταν σχεδόν 18 ετών όταν πήρε την απόφαση να ταξιδέψει στην Ελλάδα. Ηταν ένα ταξίδι που ποτέ του δεν είχε σχεδιάσει, με προορισμό μια παντελώς άγνωστη σε αυτόν χώρα. Ο Σελί γεννήθηκε στην Κένυα στα τέλη της δεκαετίας του ’50, σε μια πόλη κοντά στο Ναϊρόμπι. Οι Ινδοί παππούδες του είχαν εγκατασταθεί εκεί ως μετανάστες. Είχαν έρθει από το Πουντζάμπ, περιοχή στα βορειοδυτικά της Ινδίας, στα σύνορα με το Πακιστάν. Ο Σελί είχε όνειρο να σπουδάσει Ιατρική στην Αγγλία, αλλά για γραφειοκρατικούς λόγους δεν του χορηγήθηκε βίζα κι έτσι βρέθηκε στη μάλλον αναγκαστική θέση να αποδεχθεί τη μοναδική υποτροφία που χορηγούνταν, για σπουδές στην Ελλάδα. Κάπως έτσι, ενεγράφη στην Ιατρική Σχολή της Θεσσαλονίκης το 1976. Μιλούσε σουαχίλι, γκουτζαράτι, παντζάμπι και αγγλικά, αλλά από ελληνικά τίποτε. Εργάστηκε σκληρά για να μάθει τη γλώσσα και να ανταποκριθεί στις σπουδές του. Η Ντιάνα γεννήθηκε στο Ιράν. Σπούδαζε στην Αγγλία, όταν η διπλωματική κρίση στις σχέσεις του Ιράν με τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο το 1979-1980 τής στέρησε την άδεια παραμονής και εγκλωβίστηκε στο Ιράν. Εμαθε για την Ελλάδα από σύμπτωση και μάλλον με αστείο τρόπο. Εβλεπε στην τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ, που έδειχνε Ελληνες να τρώνε καρπούζι, αγαπητό φρούτο και στην Περσία. «Για να τρώνε καρπούζι, θα είναι σαν κι εμάς», σχολίασαν στην οικογένεια της Ντιάνα. Κάπως έτσι τους ήρθε η ιδέα να κατευθυνθούν, ο αδελφός της και αυτή, στην ελληνική πρεσβεία αιτούμενοι βίζα. Ο αδελφός της Ντιάνα είχε φυσιογνωμία που έμοιαζε με ελληνική και μάλιστα κρητική. Τουλάχιστον έτσι τον είδε ο Κρητικός υπάλληλος της ελληνικής πρεσβείας, που του είπε: «Εσύ δικός μας είσαι»! Από τα καρπούζια και την κρητική φυσιογνωμία του αδελφού της, η Ντιάνα πήρε βίζα (όπως και ο αδελφός της) και ήρθε για να σπουδάσει νηπιαγωγός.

Ο Σελί και η Ντιάνα γνωρίστηκαν, παντρεύτηκαν και έκαναν οικογένεια στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, η ζωή τους οδήγησε στην Πτολεμαΐδα. Ο Σελί άνοιξε εκεί ιατρείο, έχοντας στην τσέπη μόλις 35 δραχμές, τις τελευταίες του. Ο Σελί πήρε την ελληνική ιθαγένεια. Υπηρέτησε 12 μήνες φαντάρος, ως προστάτης οικογενείας. Οι δύο κόρες τους, αφού τέλειωσαν το σχολείο, σπούδασαν στη συνέχεια Φαρμακευτική στην Αγγλία. Αφού ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους, επέστρεψαν στην Ελλάδα.

Ο Σελί και η Ντιάνα ζουν εδώ και 40 χρόνια στην Ελλάδα – μια ζωή. Σήμερα διευθύνουν μια επιτυχημένη επιχείρηση εξειδικευμένου ιατρικού υλικού και κατοικούν σε αστικό προάστιο της Θεσσαλονίκης. Εχουν τέσσερα εγγόνια, τα οποία έχουν την τύχη να κουβαλούν μέσα τους τόσους διαφορετικούς κόσμους: Κένυα, Ινδία, Περσία, Ελλάδα, Μεγάλη Βρετανία.

Η ιστορία του Σελί και της Ντιάνα είναι μια όψη της χώρας μας. Συγκινητική και αισιόδοξη. Είναι η Ελλάδα της ανοιχτής αγκαλιάς, της συνύπαρξης των πολιτισμών και των ανοικτών οριζόντων· είναι η Ελλάδα που μπορεί να δώσει το δικαίωμα σε ανθρώπους να προκόψουν και να την αγαπήσουν, ανεξάρτητα από ποια χώρα προέρχονται, τι χρώμα έχει το δέρμα τους και σε ποιον θεό πιστεύουν. Η Ελλάδα του Σελί και της Ντιάνα μάς υπενθυμίζει τι μπορούμε να κερδίσουμε ως ανοικτή κοινωνία και πόσα πολλά χάνουμε κάθε μέρα ως χώρα όταν φοβόμαστε ή αποτυγχάνουμε να εντάξουμε ανθρώπους από άλλους τόπους και πολιτισμούς. Ο Σελί και η Ντιάνα είναι το δικό μας «αμερικανικό όνειρο», μας υπενθυμίζουν πόσοι και πόσοι μετανάστες και πρόσφυγες τα κατάφεραν. Είναι δύο ξεχωριστοί άνθρωποι, που η παρουσία τους κοσμεί αυτή τη χώρα και η επιτυχία τους μπορεί να μας κάνει υπερήφανους και αισιόδοξους.

Οταν ζήτησα την άδειά τους για να γράψω την ιστορία τους, αναρωτήθηκαν: «Μα, γιατί να γραφτεί ένα άρθρο για μας, εμείς δεν είμαστε κάτι ξεχωριστό». Από μια άποψη, ίσως να έχουν δίκιο. Η ιστορία τους δεν είναι και τόσο μοναδική. Είναι η ιστορία των παππούδων και των γιαγιάδων μας που ήρθαν κατατρεγμένοι από τις «χαμένες πατρίδες» και στάθηκαν στα πόδια τους, παρά τις αμέτρητες δυσκολίες και τα κλάματα που έχυναν κάθε βράδυ. Είναι η ιστορία των πατεράδων και των μανάδων μας που έφυγαν μετανάστες για τα εργοστάσια της Γερμανίας, τα ανθρακωρυχεία του Βελγίου ή ακόμη πιο μακριά, στην Αμερική και την Αυστραλία, ξεκινώντας μια ζωή από το μηδέν. Είναι η ιστορία των φίλων μας, που έγιναν καθηγητές σε πανεπιστήμια ή επιχειρηματίες στο εξωτερικό. Είναι η ιστορία των παιδιών μας, που φεύγουν για να σπουδάσουν ή για να βρουν δουλειά αντάξια του ταλέντου τους, των προσδοκιών και του κουράγιου τους.

Τελικά, η ιστορία του Σελί και της Ντιάνα δεν είναι κάτι ξεχωριστό. Είναι η ιστορία της χώρας μας και της ανθρωπότητας.

*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Κεράλα στην Ινδία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή