Πωλήσεις κόκκινων δανείων άνω των 6 δισ. ευρώ

Πωλήσεις κόκκινων δανείων άνω των 6 δισ. ευρώ

6' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι διαθέσεις των επενδυτικών κεφαλαίων που δραστηριοποιούνται στην αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων στη χώρα μας, επενδύοντας μέχρι σήμερα περίπου 1,3 δισ. ευρώ, θα δοκιμαστούν το 2019, καθώς νέες πωλήσεις άνω των 6 δισ. ευρώ αναμένονται από τις τρεις συστημικές τράπεζες Alpha, Εθνική και Πειραιώς. Η επενδυτική διάθεση βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση όχι μόνο με το είδος του χαρτοφυλακίου που μεταβιβάζεται και το κατά πόσον τα δάνεια που πωλούνται έχουν εξασφαλίσεις σε ακίνητα, αλλά και με τα αποτελέσματα από τη διαχείριση των πακέτων που μεταβιβάστηκαν και το κατά πόσον επαληθεύονται οι προσδοκίες για την ανάκτηση μέρους των οφειλών από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις ή τη ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων αυτών.

Η συζήτηση για τον περιορισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων περιορίζεται στη μείωση που θα επιτύχουν οι τράπεζες στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει έναντι των εποπτικών αρχών, αλλά η πραγματικότητα είναι ευρύτερη.

Ετσι, παρά το γεγονός ότι στο τέλος του 2018 τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών είχαν υποχωρήσει στα 81,8 δισ. καταγράφοντας μείωση κατά 25,4 δισ. από το επίπεδο των 107,2 δισ. που είχαν φθάσει στην κορύφωσή τους, τον Μάρτιο του 2016, η μείωση του αποθέματος των κόκκινων δανείων δεν σημαίνει ότι οι οφειλές άρχισαν να εξυπηρετούνται. Αντιθέτως, πρόκειται για δάνεια που, αν και άλλαξαν χέρια, παραμένουν στην οικονομία, αφού τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις που βαρύνονται δεν έχουν απαλλαγεί από αυτά. Αυτό είναι που τελικώς θα κρίνει και το στοίχημα του αποτελεσματικού περιορισμού των κόκκινων δανείων, που δεν εξαντλείται μόνο στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών.

Αβεβαιότητα

Στελέχη της αγοράς εξηγούν ότι, παρά τις μεταβιβάσεις χαρτοφυλακίων που ολοκληρώθηκαν το 2018, που αποτέλεσε χρονιά μαζικών πωλήσεων, το άνοιγμα της δευτερογενούς αγοράς, δηλαδή της εκτός τραπεζών διαχείρισης αυτών των δανείων, δεν συμβαδίζει με αντίστοιχο ρυθμό. Παρά το υψηλό ενδιαφέρον που καταγράφεται από επενδυτές για αγορές χαρτοφυλακίων, αλλά και την αδειοδότηση μέχρι σήμερα 17 εταιρειών διαχείρισης, τα αποτελέσματα δεν έχουν αποτυπωθεί στα νούμερα και οι αποδόσεις των επενδυτών δεν έχουν μετρηθεί. Στελέχη της αγοράς εξηγούν ότι η καθυστέρηση είναι εύλογη στον βαθμό που η αγορά της διαχείρισης θέλει τουλάχιστον 18 μήνες για να ωριμάσει. «Οι δανειολήπτες που μέχρι σήμερα συνομιλούσαν με την τράπεζα ή με την εισπρακτική εταιρεία  –πολλοί από αυτούς μάλιστα δεν συνομιλούσαν με κανέναν από αυτούς, αφού τα δάνεια ήταν βαθιά κόκκινα– καλούνται να αντιληφθούν τη νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και αυτό απαιτεί χρόνο», σημειώνουν πηγές της αγοράς. Πάντως, η μακρά λίστα των εταιρειών διαχείρισης, που έλαβαν άδεια σε λιγότερο από δύο χρόνια από τη στιγμή που η σχετική δυνατότητα θεσμοθετήθηκε στη χώρα μας, έχει υπερβεί ήδη κάθε προσδοκία. Να σημειωθεί ότι οι θεσμοί, στις εκθέσεις αξιολόγησης που εξέδιδαν κατά καιρούς, έκαναν λόγο για 7 εταιρείες, ως ρεαλιστικό αριθμό, νούμερο που έχει προ πολλού υπερκεραστεί και η αγορά οδεύει ολοταχώς προς τις 20 εταιρείες, καθώς άλλες τρεις τουλάχιστον αιτήσεις εκκρεμούν για έγκριση από την ΤτΕ.

Το στοιχείο αυτό ερμηνεύει και τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται από στελέχη της αγοράς για το επίπεδο των τιμών στις πωλήσεις των χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών, που αποτέλεσαν μέχρι σήμερα βασικό εργαλείο των τραπεζών για τη μείωση των NPEs. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία από τα τέλη του 2017, οπότε άνοιξε ο γύρος των πωλήσεων, μέχρι και τα τέλη του 2018, είχαν πραγματοποιηθεί 8 συναλλαγές από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, καθώς και άλλες δύο πωλήσεις χαρτοφυλακίων από την Τράπεζα Αττικής. Το ποσό που έχει επενδυθεί μέχρι σήμερα από μεγάλα funds υπερβαίνει το 1,3 δισ. ευρώ, από το οποίο το μεγαλύτερο τμήμα, δηλαδή 769 εκατ. ευρώ, ήταν το τίμημα από τις δύο μεγάλες συναλλαγές με δάνεια που είχαν εξασφαλίσεις ακίνητα. Πρόκειται για το πακέτα Amoeba και Jupiter, που μεταβίβασαν η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank, αποφέροντας αντίστοιχα έσοδα 432 εκατ. και 337 εκατ. ευρώ. Το τίμημα που επιτεύχθηκε στις δύο περιπτώσεις αντιπροσωπεύει αντιστοίχως το 33,5% και στο 29% της ονομαστικής αξίας του χαρτοφυλακίου, δηλαδή του αρχικού κεφαλαίου χωρίς τους τόκους, και αξιολογήθηκε από την αγορά ως ιδιαίτερα υψηλό, ανεβάζοντας τις προσδοκίες για τις πωλήσεις χαρτοφυλακίων με εξασφαλίσεις.

Το χαρτοφυλάκιο Symbol

Επόμενο crash test για τις πωλήσεις δανείων με εξασφαλίσεις θα αποτελέσει το χαρτοφυλάκιο Symbol, που πωλεί η Εθνική Τράπεζα και το οποίο περιλαμβάνει κυρίως δάνεια πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η ονομαστική αξία του χαρτοφυλακίου ανέρχεται σε 950 εκατ. ευρώ και οι δεσμευτικές προσφορές που κατατέθηκαν την εβδομάδα που πέρασε θα αξιολογηθούν έως τα τέλη του μήνα. Από την ολοκλήρωση της συναλλαγής και το τίμημα που θα επιτευχθεί θα διαπιστωθεί κατά πόσον η αγορά των μεταβιβάσεων κόκκινων δανείων εμφανίζει σημάδια κόπωσης, αλλά και πώς αξιολογεί η αγορά την τελευταία ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί και από πολύ μικρές επιχειρήσεις με υποθήκη την πρώτη κατοικία.

H σκυτάλη των πωλήσεων δανείων με εξασφαλίσεις περνά στην Alpha Bank, η οποία προγραμματίζει τη μεταβίβαση δύο αντίστοιχων χαρτοφυλακίων, συνολικού ύψους 3,8 δισ. Το πρώτο αξίας 1,9 δισ. με την επωνυμία Neptune περιλαμβάνει επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια real estate, ενώ το δεύτερο με την επωνυμία Orion περιλαμβάνει στεγαστικά δάνεια αξίας 1,9 δισ. επίσης. Η τράπεζα έχει ανοίξει ήδη τη σχετική διαδικασία διερευνώντας τις διαθέσεις της αγοράς, με στόχο η πώληση να ολοκληρωθεί το δεύτερο εξάμηνο, ενώ ο κύκλος των πωλήσεων για την Alpha Bank θα κλείσει με ένα πακέτο που θα περιλαμβάνει καταναλωτικά κυρίως δάνεια ύψους 800 εκατ. ευρώ που δεν έχουν εξασφαλίσεις.

Την πώληση ενός επιπλέον πακέτου με εξασφαλίσεις διερευνά για το 2019 και η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία «τρέχει» παράλληλα δύο μεταβιβάσεις που αναμένεται να κλείσουν μέσα στο πρώτο εξάμηνο. Το πακέτο Nemo περιλαμβάνει ναυτιλιακά δάνεια ύψους 600 εκατ. ευρώ και η τράπεζα έχει λάβει ήδη δεσμευτικές προσφορές, ενώ το Iris περιλαμβάνει καταναλωτικά δάνεια ύψους 700 εκατ. και οι δεσμευτικές προσφορές αναμένονται στις 24 Απριλίου. Η Εθνική Τράπεζα θα ακολουθήσει με ένα πακέτο δανείων με εξασφαλίσεις ύψους 700 εκατ., που θα «τρέξει» το δεύτερο εξάμηνο, ενώ η Eurobank, από την πλευρά της, ρίχνει το βάρος στις δύο τιτλοποιήσεις, των πακέτων Pillar και Cairo, ύψους 2 δισ. και 7,5 δισ. αντιστοίχως.

Οι προβλέψεις

Οπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη, κρίσιμη παράμετρος σε όλες τις συναλλαγές αυτού του τύπου είναι η λογιστική αξία με βάση την οποία η τράπεζα έχει εγγράψει το χαρτοφυλάκιο στα βιβλία της. Η αξία με την οποία το αποτυπώνει στα βιβλία της συνήθως ενσωματώνει και τις προβλέψεις που έχει πραγματοποιήσει για το εν λόγω χαρτοφυλάκιο και για αυτό τον λόγο είναι συχνά μικρότερη της ονομαστικής αξίας του χαρτοφυλακίου. Το μέγεθος αυτό προσδιορίζει και το κατά πόσον η τράπεζα θα υποχρεωθεί να εγγράψει ζημία από την πώληση κάθε χαρτοφυλακίου.

Ο φιλόδοξος στόχος της PQH

Στον χορό των πωλήσεων μπαίνει και η PQH που αποτελεί τον ενιαίο ειδικό εκκαθαριστή των 17 τραπεζών που έχουν τεθεί υπό ειδική εκκαθάριση από την έναρξη της κρίσης… και όχι μόνο. Η εταιρεία ξεκινάει με την πώληση ενός πρώτου πακέτου καταναλωτικών δανείων ύψους 1,1 δισ. ευρώ, αλλά η στόχευση είναι πολύ πιο φιλόδοξη και αποσκοπεί στο όσο το δυνατόν ταχύτερο ξεκαθάρισμα του συνόλου του χαρτοφυλακίου των 9 δισ. ευρώ που έχει υπό ενιαία διαχείριση. Στο χαρτοφυλάκιο της PQH έχουν ενταχθεί μεταξύ άλλων τα προβληματικά χαρτοφυλάκια της ATEbank, της Proton Bank, της Probank, της FBB, της T-Bank, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, καθώς και των Συνεταιριστικών Τραπεζών Αχαϊκή, Λαμίας, Λέσβου – Λήμνου, Δωδεκανήσου, Δυτικής Μακεδονίας, Ευβοίας, Πανελλήνιας και Πελοποννήσου.

Η Morgan Stanley έχει κληθεί ως σύμβουλος στην όλη διαδικασία, προκειμένου να τμηματοποιήσει το χαρτοφυλάκιο και να κατηγοριοποιήσει εκείνα τα δάνεια που θα μπορούσαν να συνθέσουν τα υπό πώληση χαρτοφυλάκια.

Να σημειωθεί ότι τα κόκκινα δάνεια της PQH αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από ένα βαρύ κομμάτι μεγάλων και μικρομεσαίων επιχειρηματικών δανείων που αντιπροσωπεύουν το 50% του χαρτοφυλακίου της εταιρείας και σε ποσοστό 70% έχουν εξασφαλίσεις. Εντούτοις η προσπάθεια πώλησης σε τιμές αντίστοιχων με αυτές των τραπεζών δεν είναι κάτι που μπορεί να διασφαλιστεί, στον βαθμό που τα χαρτοφυλάκια δεν είναι ομοειδή και σε καμιά περίπτωση συγκρίσιμα. Να σημειωθεί ότι τα δάνεια που έχουν περάσει στη διαχείριση της PQH είναι όχι απλώς προβληματικά, αλλά δάνεια που είναι σε βαθιά καθυστέρηση για πάρα πολλά χρόνια και πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις όχι απλώς δεν είναι πια βιώσιμες, αλλά δεν είναι καν εν ζωή. Αντίστοιχη δυσκολία προκύπτει από τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου της ATEbank και την έκθεση που υπάρχει στον αγροτικό τομέα, καθιστώντας το εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή