Ο «ελληνικός κίνδυνος» επέστρεψε στις αγορές

Ο «ελληνικός κίνδυνος» επέστρεψε στις αγορές

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε λάθος κατεύθυνση είναι οι εξαγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης, οι οποίες έχουν ξεκάθαρα προεκλογικό χαρακτήρα, επισημαίνουν στην «Κ» οικονομολόγοι και διεθνείς αναλυτές, υπογραμμίζοντας πως οι θεσμοί δύσκολα θα δώσουν το πράσινο φως για χαμηλότερα πλεονάσματα και θα επιτρέψουν την αλλαγή των συμφωνηθέντων, τη στιγμή που ήδη έχουν εκφράσει ενστάσεις. Παράλληλα, όπως αναφέρουν, οι αγορές αρχίζουν και αποτιμούν ότι υπάρχει πλέον κίνδυνος να μην υπάρξει περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μακροπρόθεσμα, η οποία είναι απαραίτητη.

Οι παροχές της κυβέρνησης είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην αγορά ομολόγων, οδηγώντας σε εκτόξευση των αποδόσεων των κρατικών τίτλων και σε «πάγωμα» των σχεδίων του ΟΔΔΗΧ για την έκδοση του νέου 7ετούς ομολόγου. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου κινείται πλέον πάνω από το 3,5%, η απόδοση του 5ετούς διαμορφώνεται στο 2,5% και η απόδοση του 7ετούς λίγο χαμηλότερα από το 3%. Μια νέα έξοδος της Ελλάδας στις αγορές σε αυτό το κλίμα θα ήταν λάθος στρατηγική, καθώς οι εξαγγελίες μειώνουν τη διάθεση των μακροπρόθεσμων επενδυτών για ελληνικά assets, όπως σημειώνει διαχειριστής βρετανικού fund το οποίο παρακολουθεί την ελληνική αγορά.

Αυτό που θέλουν να μάθουν οι επενδυτές είναι εάν οι πιστωτές της Ελλάδας συμφωνούν με αυτά τα μέτρα και εάν είναι συνεπή με τους δημοσιονομικούς στόχους, όπως σημειώνει στην «Κ» ο Αθανάσιος Βαμβακίδης, επικεφαλής επενδύσεων στις αγορές συναλλάγματος του G10 της Bank of America Merrill Lynch. «Δεν νομίζω ότι οι πιστωτές θα συμφωνήσουν σε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από αυτά που έχουν ήδη εγκρίνει, έτσι οποιαδήποτε νέα δημοσιονομικά μέτρα θα έπρεπε να είναι εντός αυτών των στόχων», τονίζει.

Σε γενικές γραμμές, οι φορολογικές περικοπές θα στηρίξουν την ελληνική οικονομία, αλλά μόνο αν είναι σύμφωνες με το σχέδιο μείωσης του υψηλού χρέους. Στην ιδανική περίπτωση, οι φορολογικές περικοπές πρέπει να ενταχθούν σε μια βαθύτερη φορολογική μεταρρύθμιση για την απλοποίηση του συστήματος, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, την αύξηση της αποτελεσματικότητας και τη μείωση των στρεβλώσεων.

Το cash buffer, το οποίο δόθηκε και λόγω της συμφωνίας για τα υψηλά πλεονάσματα, αποτελεί μια βασική πηγή «ασφάλειας» για τους επενδυτές και δημιουργήθηκε για να βοηθήσει την πρόσβαση της χώρας στις αγορές. Ετσι, η ανακοίνωση της κυβέρνησης για χρήση των 5,5 δισ. ευρώ ως «εγγύηση» προς τους πιστωτές –κάτι που δεν υπάρχει στη συμφωνία– επαναφέρει τους φόβους για δημοσιονομικό εκτροχιασμό και νέες αντιπαραθέσεις με τους δανειστές. «Αν και οι πιστωτές μπορεί να… κλείσουν το μάτι στις προεκλογικές παροχές του 2019 λόγω της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, είναι απίθανο να αποδεχθούν μια παρέκκλιση από τη συμφωνηθείσα πορεία για το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2020-2022 ενόψει και της πιθανής οικονομικής επιβράδυνσης», τονίζει στην «Κ» ο Τζιανλούκα Ζίγκλιο, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Continuum Economics.

Οι αναλυτές εκφράζουν προβληματισμό για το κατά πόσον οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης θέτουν σε κίνδυνο την περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Αν και η δημοσιονομική χαλάρωση είναι θετική για την Ελλάδα, το μεγάλο ερώτημα που τίθεται αυτήν τη στιγμή είναι εάν οι αγορές θα πειστούν πως μετά τις εξαγγελίες του Αλέξη Τσίπρα η δυναμική του ελληνικού χρέους θα μπορέσει να παραμείνει υπό έλεγχο, όπως επισημαίνει στην «Κ» ο Ολιβερ Αντλερ, οικονομολόγος της Credit Suisse, τονίζοντας πως το πιο σημαντικό για τις αγορές είναι η επίσημη αντίδραση των πιστωτών και εάν μειώνονται οι πιθανότητες να δοθεί στην Ελλάδα μια πιο μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, που είναι αναγκαία. «Η κίνηση αυτή της ελληνικής κυβέρνησης στέλνει επίσης το μήνυμα στους επενδυτές ότι η κυβέρνηση βλέπει πως δεν μπορούν να διατηρηθούν τα υψηλά πλεόνασμα. Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξαρτάται από αυτά τα συμφωνηθέντα πλεονάσματα», επισημαίνει ο κ. Ζίγκλιο από την πλευρά του.

Κατά την άποψη του κ. Αντλερ, τα μέτρα που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση κινούνται στη λάθος κατεύθυνση. «Η μείωση του ΦΠΑ είναι λάθος, καθώς γενικά θεωρείται ο πιο αποτελεσματικός φορολογικός συντελεστής με τις λιγότερο αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και είναι εύκολο να τον διαχειριστούν οι Αρχές εάν είναι οριζόντιος».

Η διαφορετική βαθμίδα συντελεστών ΦΠΑ ανοίγει την πόρτα για φοροαποφυγή και προσθέτει επιπλοκές στη διαχείρισή του, όπως εξηγεί. «Πρόκειται για ένα καθαρά λαϊκιστικό μέτρο πριν από τις ευρωπαϊκές και εθνικές εκλογές», προσθέτει. «Η μείωση του φόρου μεσαίων εισοδήματος και της φορολογίας των εταιρειών είναι πιο σωστή από την άποψη της δημιουργίας ανάπτυξης».

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή