Επιχορηγήσεις και αστοχίες στην ανθρωποφαγική αθηναϊκή αγορά

Επιχορηγήσεις και αστοχίες στην ανθρωποφαγική αθηναϊκή αγορά

4' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του Φεστιβάλ Αθηνών, η οποία πρακτικά σηματοδοτεί το τέλος της χειμερινής σεζόν(!), είναι καλή στιγμή να εξετάσουμε κάποια φαινόμενα που προκαλούν έντονο προβληματισμό για τη λειτουργία της θεατρικής αγοράς. Από την περυσινή σεζόν, όταν ξαναδόθηκαν επιχορηγήσεις έπειτα από τη διακοπή (2011-2017) που επέβαλε στο υπουργείο Πολιτισμού η δεινή κατάσταση των οικονομικών του κράτους, αρκετές από τις επιχορηγούμενες παραστάσεις παρουσιάζονται στο διάστημα από τα τέλη Απριλίου έως τα μέσα Ιουνίου. Σκηνοθέτες και ηθοποιοί που δεν έχουν δικό τους χώρο ή/και εργάζονται σε άλλες παραστάσεις τους προηγούμενους μήνες, μόνο στο «μεταξύ» χειμερινής και καλοκαιρινής σεζόν, όταν οι θεατρικοί χώροι είναι ελεύθεροι προς ενοικίαση, μπορούν να ασχοληθούν (με) και να δείξουν την παράσταση που επιχορηγήθηκε.

Η εν λόγω συνθήκη αδικεί την πολιτική των επιχορηγήσεων, αφού αυτήν την εποχή ακόμη και το πλέον φανατικό κοινό της σκηνικής τέχνης, που έχει δει ήδη αρκετές παραστάσεις τους προηγούμενους μήνες, κάνει οικονομία δυνάμεων, περιμένοντας το Φεστιβάλ Αθηνών. Οχι μόνο από ανάγκη (ανα-)παύσης αλλά και γιατί αρκετές από τις ελληνικές παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών (λόγω του περιορισμένου προϋπολογισμού τους) έχουν κοινά χαρακτηριστικά με αυτές των επιχορηγούμενων ομάδων.

Για τον ίδιο λόγο αδικείται και η δουλειά των καλλιτεχνών. Επιλέγοντας να δείξουν τη δουλειά τους τον Μάιο, οι καλλιτέχνες του θεάτρου αθέλητα ή/και αναγκαστικά, την υπονομεύουν. Και αν μεν πάει καλά, μπορεί ένας νέος κύκλος παραστάσεων να ξεκινήσει το φθινόπωρο. Αλλιώς η προσπάθειά τους θα πάει χαμένη.

Ενα παράδειγμα ίσως είναι χρήσιμο. Ο «Αμλετ» του Εκτορα Λυγίζου (ομάδα Grasshoper) είχε πρεμιέρα στις 3 Μαΐου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου όπου και θα παίζεται έως τις 2 Ιουνίου. Η χειρωνακτική και χειροτεχνική παράστασή του έχει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς το έργο αντιμετωπίζεται ως μία διαρκώς επίκαιρη διερώτηση για τους όρους της θεατρικής δημιουργίας – κυρίως ως προς τη δυνατότητα ερμηνείας από τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς ενός αναρχικού αριστουργήματος του οποίου το μέγεθος και η σημασία υπερβαίνουν κάθε νέα προσέγγισή του. Καθένας από τους ηθοποιούς αυτού του «Αμλετ» αξίζει την προσοχή μας (Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Αρης Μπαλής, Ηρώ Μπέζου, Αινείας Τσαμάτης) αλλά ειδικά ο τρόπος που ο ίδιος ο Λυγίζος αντιμετωπίζει τον κεντρικό ήρωα. Με ιδιαίτερη σωματική και διανοητική ένταση εκθέτει τον ρόλο του Αμλετ ως οντολογικό ζήτημα του ηθοποιού που τον υποδύεται. Είναι μία παράσταση με χαρακτηριστικά φεστιβαλικά, που εύχομαι να μην «πληρώσει» τη λάθος εποχή που παρουσιάζεται και έναν, κατά τη γνώμη μου, νοσηρό ανταγωνισμό που αντανακλά τις στρεβλώσεις της αθηναϊκής θεατρικής αγοράς και καταλήγει μοιραίος για τους ίδιους τους καλλιτέχνες.

Θα χρησιμοποιήσω ένα ακόμη παράδειγμα, «Το ξύπνημα της άνοιξης» του Φρανκ Βέντεκιντ και πάλι στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζά, που είχε πρεμιέρα στις 8 Μαΐου και θα παίζεται έως τις 5 Ιουνίου.

Δεν έχω δει την παράσταση, άρα η αναφορά μου δεν έχει αξιολογική διάσταση ως προς αυτό καθαυτό το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, αποτελεί την τρίτη σκηνοθεσία του Δημήτρη Καρατζά μέσα στην ίδια σεζόν, ενός ακόμη σημαντικού έργου του κλασικού ρεπερτορίου μετά τον «Γυάλινο Κόσμο» στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας και τους «Βρικόλακες» στο Θέατρο Τέχνης. Και μάλιστα λίγο πριν από την τέταρτη σκηνοθεσία του, τις αριστοφανικές «Νεφέλες» στο φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου.  

Ευλόγως προκύπτουν κάποια ερωτήματα: τι, και πόσο πραγματικά δημιουργικό, είναι αυτό που κινεί τον Δημήτρη Καρατζά να σκηνοθετεί ακατάπαυστα; Δεν σκέφτεται ότι η υπερεκμετάλλευση δυνάμεων και αποθεμάτων, συχνά οδηγεί στην εξάντλησή τους; Δεν ανησυχεί για την κόπωση που συν τω χρόνω μπορεί να προκαλέσει στο κοινό αυτή η βουλιμική παραγωγή παραστάσεων; Και τι λογής είναι το σκεπτικό που οδηγεί ένα θέατρο, εν προκειμένω το Θέατρο του Νέου Κόσμου, με πρόγραμμα αμέτρητων παραστάσεων στις τρεις σκηνές του από τον Οκτώβριο έως και τον Ιούνιο, να παρουσιάζει την ίδια περίοδο, τον Μάιο, δύο παραστάσεις που εκ των πραγμάτων ανταγωνίζονται η μία την άλλη;

Η μία, «Το ξύπνημα της άνοιξης» του Καρατζά, είναι δική του παραγωγή, άρα είναι εξασφαλισμένη η επανάληψή της το φθινόπωρο. Η άλλη, ωστόσο, ο επιχορηγούμενος «Αμλετ» του Λυγίζου παρουσιάζεται στην ίδια σκηνή έναντι ποσοστού που παίρνει το θέατρο από τα εισιτήρια. Και οι δύο απευθύνονται στο ίδιο κοινό. Αλλά αν η παράσταση του Λυγίζου δεν συναντηθεί με το κοινό της, δεν θα είναι συμφέρουσα η επανάληψή της με τη νέα σεζόν. Σε αυτήν την περίπτωση, το τίμημα δεν θα είναι μόνο οικονομικό. Συσσωρεύεται ενός είδους αρνητική υπεραξία, που αφορά την ίδια τη θέση σκηνοθέτη/ομάδας μέσα στην υπερμεγέθη, ανθρωποφαγική αθηναϊκή αγορά.

Ετσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, η αυτορρύθμιση της (θεατρικής) αγοράς δεν είναι δυνατή. Γι’ αυτό και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες οφείλουν να επιχειρήσουν το άλμα που, το γνωρίζω, οι όροι της δουλειάς τους αποτρέπει: να προβληματιστούν για τον τρόπο που υπάρχουν και δημιουργούν στον ορίζοντα μιας μεσομακροπρόθεσμης διάρκειας. Ειδικό βάρος στην κατεύθυνση αυτή έχουν οι επιλογές όσων έχουν και θεσμικό ρόλο (στη διεύθυνση θεάτρων, κρατικών θεατρικών οργανισμών, φεστιβάλ): αυτοί είναι που πρέπει να εργαστούν σοβαρά για την εξυγίανση ενός χώρου που ασφυκτιά από το πολύ ταλέντο και την αδυναμία εκλογίκευσης. Οι καινούργιοι διευθυντές του Εθνικού Θεάτρου και του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, που θα οριστούν το επόμενο διάστημα, είναι καιρός να εξετάσουν επισταμένως πώς η αγορά μπορεί να «μαζευτεί» ώστε να λειτουργεί επωφελώς για την ίδια την καλλιτεχνική κοινότητα αλλά και για τον άλλο βασικό εταίρο: το κοινό. Και δη το «εμποδισμένο» ή απομακρυσμένο «μη-κοινό» της πάλαι ποτέ Διακήρυξης του Βιλερμπάν (Μάης 1968).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή