Βλάσης Κανιάρης: «Ο,τι θέλει ο λαός…»

Βλάσης Κανιάρης: «Ο,τι θέλει ο λαός…»

6' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανήσυχος, πειραματικός, διεισδυτικός σε ό,τι τον απασχολεί να μεταφέρει στη δουλειά του, επίμονος και αταλάντευτος στις θέσεις του, ο Βλάσης Κανιάρης, είναι ένας καλλιτέχνης που κατορθώνει πάντα να συλλαμβάνει το πνεύμα της εποχής και ανάλογα ασκεί την κριτική του. Ολα τα εικαστικά έργα του έχουν πολιτικό πυρήνα και λειτουργούν ως αντίλογος στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Το σύνθημα «Ο,τι θέλει ο λαός…» σηματοδοτεί την καινούργια δουλειά του. Ερχεται σε μια κρίσιμη στιγμή να μιλήσει για τον λαϊκισμό που τα τελευταία χρόνια μαστίζει την ελληνική κοινωνία, επιβάλλοντας τους δικού του όρους στους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού. Αυτή η δουλειά του παρουσιάζεται στο Παράρτημα Ελληνικού Πολιτισμού της Νέας Υόρκης, στην πρώτη έκθεση του καλλιτέχνη πέραν του Ατλαντικού.

Ο Βλάσης Κανιάρης επιδιώκει πάντα να υπάρχει μια σύνδεση με την προηγούμενη δουλειά του, «το τείχος της ιστορίας που υπάρχει πίσω μας», όπως λέει. Χρησιμοποιεί τις ανθρώπινες φιγούρες που υπάρχουν σε παλιότερα έργα του, για να μιλήσει για την αμφίσημη σχέση λαού και εξουσίας. «Και οι δύο είναι συνένοχοι για την κατάσταση που υπάρχει σήμερα. Το σημερινό κράτος δεν θα μπορούσε να επιβιώσει αν δεν αποδεχόταν τις λαϊκές απαιτήσεις όσο τρελές και αν είναι αυτές. Επομένως υπάρχει κατ’ αρχήν το σύνθημα «Ο,τι θέλει ο λαός…», το οποίο, τα τελευταία είκοσι χρόνια που υπάρχει το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία έχει γίνει νόμος. Με αυτόν τον τρόπο συντηρείται η σχέση εξουσίας-λαού. Κανείς δεν βγαίνει από το παιχνίδι. Υπεύθυνοι και ένοχοι είναι και οι δύο. Το σύνθημα αυτό το προχώρησα ακόμη περισσότερο: «Ο,τι θέλει ο λαός και από πίσω και από μπρος…». Μπορεί να έγινε πιο χυδαίο και πιο βάρβαρο, έτσι όμως, ίσως ταρακουνήσει. Εικαστικά, υπάρχει ο τοίχος με το σύνθημα και οι ανθρώπινες φιγούρες που πράττουν τα ανάλογα. Ουσιαστικά, το σύνθημα ήθελα να εκθέσω. Αυτή είναι η θέση που παίρνω μέσω της δουλειάς μου, όπως έκανα άλλωστε πάντα. Πιστεύω ότι μέσω οποιασδήποτε μορφής τέχνης, ο καθένας πρέπει να παίρνει την ευθύνη αυτού που είναι ο ίδιος. Δεν μου είναι εύκολο να παίρνω ακραίες θέσεις, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση προτίμησα να το κάνω εγώ που έχω κάποιους λόγους, παρά κάποιος άλλος που δεν τους είχε».

– Η εικαστική μεταφορά του συγκεκριμένου συνθήματος αλλά και όλη η προηγούμενη δουλειά σας αποδεικνύει ότι είστε ένας κατ’ εξοχήν πολιτικός καλλιτέχνης…

– Αυτός ο χαρακτηρισμός μάλλον μου δημιούργησε προβλήματα παρά μου έλυσε. Γιατί όλοι με έβαζαν σε ένα συρτάρι, είτε οι από εδώ είτε οι από εκεί, και αυτό δεν βόλευε κανέναν. Ούτε την Αριστερά ούτε τη λεγόμενη Δεξιά. Μιλάω τώρα για εποχές περασμένες αλλά όχι ξεχασμένες ειδικότερα για μας τους παλιότερους. Με ενδιέφερε πάντα ο ουμανισμός, όχι η πολιτική και προπάντων όχι η κομματική στάση. Ηθελα να κάνω πάντα αυτό που αισθανόμουν. Γεγονός που δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα.

– Τι σημαίνει για σας πρωτοπορία, στην οποία, ούτως ή άλλως, οι ιστορικοί τέχνης σας κατατάσσουν από τη δεκαετία του ’60 και μετά;

– Η πρωτοπορία δεν λειτουργεί επ’ άπειρον, κάποτε τελειώνει. Δεν παλιώνουν μόνο τα έργα αλλά και εμείς. Για να ανήκει κάποιος στην πρωτοπορία πρέπει να επιδιώκει να κάνει πράγματα που δεν έχουν ξαναγίνει. Οχι όμως για να είναι στην πρωτοπορία αλλά γιατί εκεί τον πάει η δουλειά του. Ορισμένες φορές βέβαια, δημιουργείς πράγματα που σε κατατάσσουν στην πρωτοπορία, αλλά αυτό δεν κρατάει πολύ. Η πρωτοπορία ήταν πάντα κάτι σχετικό. Ο καλλιτέχνης με τα χρόνια ολοκληρώνεται, ωριμάζει, το έργο του διαφοροποιείται. H πρωτοπορία πρέπει να έρχεται σε αντίθεση, να συγκρούεται για να έχει λόγο ύπαρξης.

– Εσείς επιδιώκετε κάτι τέτοιο;

– Ναι το έκανα, γιατί δεν γινόταν αλλιώς και δεν καταλάβαινα διαφορετικά. Δεν μπορεί κανείς από τη μία να προτείνει απόψεις και από την άλλη να συμβιβάζεται. Για μένα το κράτος και ο χώρος όπου ζω λειτουργούν εχθρικά. Η πρότασή μου πρέπει να είναι κατανοητή, να λειτουργεί ως αλλαγή και για τον θεατή και για τον καλλιτέχνη. Γι’ αυτό και διαφωνώ με τις ντόπιες πρωτοπορίες, οι οποίες στην πραγματικότητα είναι σούπες. Λειτουργούν ως κατεστημένες μορφές τέχνης και δεν επιδιώκουν να συγκριθούν με ό,τι συμβαίνει παραπέρα. Φτιάχνονται ομάδες, κλίκες, αναζητούν τρόπους για να επιβιώσουν, αλλά έτσι χάνεται ο στόχος. Η πρωτοπορία είναι επιθετική και δεν μπορεί να συλλειτουργήσει με άλλα πράγματα ή να χρησιμοποιεί μεθόδους για να ενσωματωθεί. Ολες οι πρωτοπορίες κάποτε απορροφούνται από αυτό που ονομάζουμε κοινωνία, κράτος, ζωή. Είναι πια προφανές ότι η τέχνη δεν μπορεί να προκαλέσει ανατροπές. Ενα ένζυμο είναι η τέχνη.

– Τι παρατηρείτε να αλλάζει στην τέχνη;

– Αλλάζουν οι μορφές της. Το έργο τέχνης έτσι όπως έχει καταντήσει είναι περιττό. Χρειάζεται να μπουν άλλες μορφές τέχνης στη ζωή μας. Δεν ξέρω ποιες είναι αυτές. Πολλά απ’ όσα βλέπουμε γύρω μας είναι τέχνη. Αρκεί να βγούμε στο δρόμο για να τα δούμε. Πρέπει να εξοικειωθούμε με αυτά και να δούμε σε τι χρησιμεύουν. Να ξαναγίνει η τέχνη χρηστικό αντικείμενο.

– Πώς σας φαίνεται η όλο και πιο στενή σχέση τέχνης και τεχνολογίας;

– Επικράτησε το βίντεο και αυτό δεν με ενθουσιάζει ιδιαίτερα. Μερικά όμως είναι πολύ ωραία. Κοντολογίς πρέπει να κοιτάξουμε την ίδια μας τη ζωή για να δούμε πώς πορευόμαστε. Να δούμε ό,τι παράγει η ίδια η ζωή. Και ανάμεσά τους τις μορφές τέχνης που παράγει. Αυτό όμως δεν γίνεται. Και είναι αυτό που στερείται ο πολίτης. Εκεί πρέπει να σταθούμε. Ο σημερινός πολίτης που υφίσταται όσα υφίσταται, δεν μπορεί να δει καθαρά και να επιλέξει ποια απ’ όσα του προτείνονται είναι έργα τέχνης. Δεν μπορεί να λειτουργήσει καθαρά όταν οι σχέσεις του με το κράτος είναι διαταραγμένες όπως επίσης είναι και οι σχέσεις με τους συμπολίτες του. Ο πολίτης είναι κάτι πολύτιμο. Και αυτό κατά κάποιον τρόπο πρέπει να εκφραστεί.

– Τι σας ενοχλεί σήμερα προσωπικά;

– Θεωρώ τώρα πια λάθος που το 1960 δεν πήγαμε στη Νέα Υόρκη αλλά στο Παρίσι, όπου δεν υπήρχε καμιά άλλη πρόταση εκτός από εκείνην του Restany και του Nouveau Realisme. Και κάτι εντελώς προσωπικό: Μεγάλωσα πολύ και αυτό με στενοχωρεί. Δεν με φοβίζει ο θάνατος αλλά δεν μπορώ να κάνω πια όσα έκανα πριν. Δεν έχω την αντοχή και αυτό δεν μπορώ να το συνηθίσω».

Οι οικονομικοί μετανάστες τότε και σήμερα

– Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 που παρουσιάσατε τους «Μετανάστες» αναφερόσασταν στις συνθήκες ζωής και δουλειάς των εργατών από μεσογειακές χώρες (ιδιαίτερα Ελλάδα και Τουρκία) που είχαν ξενιτευτεί σε χώρες της δυτικής Ευρώπης και κυρίως στη Γερμανία αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Σήμερα, που τα πράγματα έχουν αλλάξει, υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό οικονομικών μεταναστών και στην Ελλάδα. Αν αντιστρέψουμε λοιπόν τους όρους, το έργο σας παραμένει επίκαιρο;

– Υπάρχουν αρκετές αντιστοιχίες. Πάντα υπάρχουν φτωχότεροι από τους φτωχούς. Οι μετανάστες που βρίσκονται τώρα στην Ελλάδα δεν μπορούν να βρεθούν στη Γαλλία ή στη Γερμανία. Κόλλησαν στην Ελλάδα και πορεύονται με το δικό μας χάλι. Αυθαίρετα μπορεί να πει κανείς ότι πολλοί από τους μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα βοηθούν να λύσουμε το αγροτικό μας πρόβλημα και παρέχουν δυνατότητα στους ντόπιους χωρικούς να βρίσκονται περισσότερο χρόνο στο καφενείο.

Τότε, είχα πάρει την υποτροφία DAAD, μετά τον Μάη του ’68, όταν η γερμανική νεολαία ήταν πολύ πολιτικοποιημένη, έτσι εκτιμούσα τουλάχιστον ερχόμενος από μια χώρα όπου είχαμε ζήσει πολλά σκληρά πράγματα. Παρότι έκανα μια δουλειά που τους ενδιέφερε, εκείνοι, όμως, πολεμούσαν στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα την εκλογή του Μιτεράν γιατί τον θεωρούσαν συμβιβασμένο. Αυτή ήταν η πολιτικοποίηση των Δυτικών. Η προσέγγισή μου τους ενόχλησε. Στα εγκαίνια της έκθεσης ανέβηκαν στο πόντιουμ και είπαν ότι την στήριξαν μεν οικονομικά αλλά διαφωνούσαν με το περιεχόμενό της και έφυγαν. Αυτό που ήθελα να δείξω ήταν η ζωή των παιδιών των μεταναστών, πώς διαβιούσαν και πώς κατέληγαν. Αναζητούσα το όνειρο σ’ αυτές τις καταστάσεις, τις ανθρώπινες πτυχές αυτής της μετακίνησης. Από αυτήν την άποψη, το έργο μου παραμένει ακόμη και σήμερα επίκαιρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή