Ακριθάκης και Πικάσο, πλάι πλάι, στο Βερολίνο

Ακριθάκης και Πικάσο, πλάι πλάι, στο Βερολίνο

6' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηέκθεση του Αλέξη Ακριθάκη στη Neue Nationalgalerie του Βερολίνου θα έπρεπε να είχε τελειώσει κανονικά την προηγούμενη εβδομάδα. Παρατάθηκε όμως μέχρι τις 15 Ιουνίου μαζί με την έκθεση του πολύ διασημότερου γείτονά του Πάμπλο Πικάσο. Για να φθάσει κανείς πάντως στις δύο αυτές εκθέσεις στο υπόγειο του κτιρίου πρέπει πρώτα να περάσει από τον λαμπερό κόσμο του Ιταλού μόδιστρου Giorgio Armani και των 400 κουστουμιών του που σχεδίασε για τους ωραίους και πλούσιους πελάτες του.

Ο Ακριθάκης, βέβαια, από πολύ νωρίς απαρνήθηκε τον λαμπερό αυτό κόσμο, αφού καταγόταν και ο ίδιος από εύπορη οικογένεια και η μητέρα του διέθετε έναν από τους πιο γνωστούς οίκους ραπτικής στην Αθήνα από το 1924 έως το 1959. Τον Ακριθάκη τον γοήτευε περισσότερο ένας άλλος λαμπερός και ξένος γι’ αυτόν κόσμος. Ο κόσμος των πανηγυριών, του λούνα παρκ, του τσίρκου και των γιορτών που γίνονταν λίγο πιο κάτω από την έπαυλη της οικογένειας στο Νέο Ηράκλειο όπου περνούσε τα καλοκαίρια του. Στις φτωχογειτονιές της Νέας Ιωνίας και της Καλογρέζας μάζευε ασυνείδητα το υλικό που θα χρησιμοποιούσε αργότερα στη ζωγραφική του.

Ενα κομμάτι αυτού του υλικού συγκεντρώθηκε στη Neue National-galerie με πολύ φροντίδα από τη σύζυγό του Φώφη και τον γκαλερίστα και φίλο του Φόλκερ Σκούλιμα. Στόχος ήταν, όπως μας είπε ο κ. Σκούλιμα, να δείξουν ό,τι καλύτερο από τη δεκαπενταετή παραμονή του Ακριθάκη στο Βερολίνο από το 1968 που έφθασε ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος DΑΑD.

Με το «τσίκι-τσίκι»

Οι ξύλινες κατασκευές με τις βαλίτσες, σχέδια σε χαρτί, λάδια και σκέψεις για τη ζωή και για την τέχνη είναι συγκεντρωμένα στη μία και μοναδική αίθουσα όπου εκτίθενται. Ο Ακριθάκης είναι μοντέρνος, ουσιαστικός και γνήσιος. Εφτιαξε από την αρχή έναν κόσμο δικό του με το «τσίκι-τσίκι», όπως το βάφτισε ο Ταχτσής, από τον ήχο της επίμονης επανάληψης του μολυβιού πάνω στο χαρτί. Τα σχέδιά του είναι σαν δαντελωτά πετσετάκια που πλέκουν υπομονετικά οι γιαγιάδες, τα χρώματά του φωτεινά πανηγυρίζουν την ιδέα της ζωής και κρύβουν τη βαθιά του απελπισία.

«Η ζωγραφική του δεν είχε διέξοδο. Αν και βέβαια αυτά τα ασπρόμαυρα σχέδια με την επαναληπτική κίνηση προδίδουν κάτα κάποιον τρόπο ένα είδος ψυχαναγκασμού», μας είπε η Φώφη, η γυναίκα του. Τη συναντήσαμε στο κομψό εστιατόριο του Κασάμπαλη στην καρδιά του Βερολίνου. Το δικό της εστιατόριο, στη Fasanenstrasse, το οποίο έκλεισε το 1996, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Ακριθάκη, ήταν στέκι πολιτικών, διανοουμένων και καλλιτεχνών απ’ όλον τον κόσμο. Οι συζητήσεις, τα ξενύχτια και τα ξεφαντώματα έχουν μείνει αλησμόνητα.

Η παρέα του Βερολίνου

Το 1969 περνάει από το Βερολίνο ως υπότροφος του DAAD και ο συγγραφέας Αλέξανδρος Σχινάς, ο οποίος μένει τώρα μόνιμα στο Εσεν και έγινε ευρύτερα γνωστός μέσα από τις εκπομπές του στην Deutsche Welle κατά της δικτατορίας. Την εποχή εκείνη λοιπόν βρίσκεται στο Βερολίνο μαζί με τον Βασίλη Βασιλικό και τη Μαντώ Αραβαντινού ανάμεσα σε άλλους Ελληνες που είχαν βρεθεί με παρόμοια υποτροφία στη γερμανική πρωτεύουσα. Είναι μια παρέα μαζί και με τον Ακριθάκη, με τον οποίο γνωρίζονται από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 από τις συγκεντρώσεις τους στο «Βυζάντιο» στην πλατεία Κολωνακίου και στο «Μπραζίλιαν». Εκεί συγκεντρώνεται ο πνευματικός κόσμος της Ελλάδας και αυτό είναι για τον Ακριθάκη και το πραγματικό του σχολείο. Στα δύο αυτά καφέ ο Ακριθάκης μαθαίνει να σκέφτεται, ενώ παράλληλα η ομορφιά του και ο εκρηκτικός του χαρακτήρας τον παρασύρουν σε κάθε είδους φιλήδονες και επικίνδυνες απολαύσεις.

Την παρέα στο Βερολίνο απασχολεί, όπως είναι φυσικό, η χούντα και η κατάσταση στην Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος Σχινάς μαζί με τον Αλέξη Ακριθάκη θα φτιάξουν μια εικοσάλεπτη περίπου ραδιοφωνική σάτιρα. Πρόκειται για μια συρραφή ήχων από βαριά στρατιωτικά πέλματα, μουσικές με μιλιταριστικό φόντο και αποσπάσματα από λόγους που έχει εκφωνήσει ο Παπαδόπουλος. Ολα αυτά έχουν φτιαχτεί με πολύ χιούμορ, έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και παρουσιάζονται σε μια γιορτή στο διαμέρισμα του Peter Nestler, τότε διευθυντή του DΑΑD.

Ο Αλέξης Ακριθάκης δεν ήταν στρατεύμενος, οργανωμένος κατά της χούντας, τον απασχολούσε όμως έντονα η κατάσταση στην Ελλάδα. Ο Αλέξανδρος Σχινάς έχει πάντα κρεμασμένο στο διαμέρισμά του ένα έργο του Ακριθάκη με τον τίτλο «4 παραλλαγές του φασισμού στην Ελλάδα», που του χάρισε το 1969.

Κατά του κατεστημένου

«Ο Ακριθάκης ήταν επαναστάτης, ήταν εναντίον του κατεστημένου» μας λέει η Φώφη. «Τον απασχολούσε πολύ η δουλειά του. Κοιμόταν λίγο, συχνά μόνο δυο – τρεις ώρες. Στο Βερολίνο έκανε βόλτες, του άρεσε να κάνει βόλτες κοντά στο τείχος, άλλοτε πάλι με το αυτοκίνητο. Ενημερωνόταν τι γινόταν καλλιτεχνικά στο Βερολίνο. Ηθελε να βλέπει όλες τις εκθέσεις». Το ατελιέ που είχε αρχικά, από το 1970 έως το 1974, ήταν η πρώην κομαντατούρα του Χίτλερ. Ηταν ένα περίεργο συναίσθημα θυμάται η Φώφη.

Αργότερα ο Ακριθάκης για κάποια διαστήματα δεν είχε ατελιέ, δεν ήταν ο κλασικός καλλιτέχνης που κλείνεται στον χώρο του και δουλεύει. Μπορούσε να σχεδιάσει οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Είχε ανάγκη την κίνηση, τον έρωτα, τη ζωή για να δημιουργήσει. Κάποιες φορές όμως για μήνες δεν ζωγράφιζε. Ηταν φιλόδοξος, ήθελε να γίνει γνωστός, αλλά δεν πουλούσε υπό οποιουσδήποτε όρους. Χρειαζόταν τον χρόνο του, ήθελε αυτός να θέτει τους όρους και αυτό τον έφερνε συχνά σε σύγκρουση με τους γκαλερίστες. Κάποιες φορές γινόταν οξύθυμος και επιθετικός, όμως η Φώφη τον θυμάται σαν τον πιο ευγενικό άνθρωπο που γνώρισε, ήταν καλός και γενναιόδωρος. Χάριζε συχνά τα έργα του σε ανθρώπους που αγαπούσε.

Αναζητώντας το αγνό

Ο Ακριθάκης αγαπούσε τα παιδιά και πάνω απ’ όλα την κόρη του τη Χλόη. Στην έκθεση στο Βερολίνο σε περίοπτη θέση μέσα σε μια προθήκη βρίσκονται τα θεατράκια που έφτιαχναν μαζί και από πίσω οι αφιερώσεις του μπαμπά στη μονάκριβη κόρη. Τα παιδιά έχουν κάτι το αγνό, το ανόθευτο, αυτό αναζητούσε και ο Ακριθάκης στην καθημερινότητα, στους ανθρώπους γύρω του και επειδή δεν το έβρισκε έστρεφε την οργή του στον εαυτό του. Στο Βερολίνο έμαθε τα ναρκωτικά και αργότερα η εξάρτηση από το ποτό θα τον συνοδεύσει μέχρι το τέλος της γεμάτης σε εμπειρίες ζωής του.

Ο Ακριθάκης όσο ζούσε ίσως δεν είχε τη θέση που του άξιζε στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, όχι βέβαια ότι ήταν άμοιρος ευθυνών. Την έκθεση πάντως στη Neue National-galerie φαίνεται ότι θα ακολουθήσουν και άλλες διεθνείς παρουσιάσεις όπως στη Μόσχα και αλλού. Μακάρι έστω και τώρα να φτάσει τόσο ψηλά όσο οι χαρταετοί που ζωγράφιζε.

Σκοτεινό και φίνο χιούμορ

Ο Αλέξης Ακριθάκης διέθετε χιούμορ, κάποιες φορές ένα μαύρο σκοτεινό και φίνο χιούμορ. Με αυτό το μαύρο χιούμορ μετέφερε στον Αλέξανδρο Σχινά, στη Φρανκφούρτη τότε, την αυτοκτονία του διανοητή Γιώργου Μακρή: «Ρώτησε τον θυρωρό πού είναι η ταράτσα γιατί δεν είχε δει ποτέ τη θέα από εκεί πάνω και του είπε πως θα κατέβει αμέσως!».

«Ο Γιώργος Μακρής υπήρξε ο μεγαλύτερος δάσκαλός μου, σαν φιλόσοφος που ήταν μου έμαθε ότι η ζωγραφική δεν είναι γνώση, αλλά παρατήρηση της ζωής, μέσα από έναν ελεύθερο τρόπο ζωής. Κι όταν λέμε «ελεύθερο» εννοούμε όλα τα πράγματα της ζωής, όλες τις έννοιες, όλες τις πτυχές». Αυτά έγραφε ο Ακριθάκης για τον Γιώργο Μακρή (Γραπτά Γ. Μακρή, εκδ. Εστία, 1986).

Ποιος είναι ο Αλέξης Ακριθάκης

Ο Αλέξης Ακριθάκης γεννήθηκε το 1939 στην Αθήνα. Σπούδασε στο Παρίσι και στο Βερολίνο. Το εικαστικό του λεξιλόγιο αποσαφηνίστηκε μετά το 1966 και «διατυπώθηκε» μέσα από λαβυρινθοειδείς στροβίλους και μαυρόασπρες συνθέσεις. Αργότερα άρχισε να χρησιμοποιεί μερικές σταθερές, παραστατικές αναφορές όπως η βαλίτσα, το βέλος, το πουλί, η καρδιά, το αεροπλάνο, το ανθρωπάκι, η φλόγα, όλα δοσμένα με έντονες χρωματικές αντιθέσεις. Ακολούθησαν οι κατασκευές με ξύλο, καθρέπτες, αντικείμενα και κολλάζ. Οι δημιουργίες του κινήθηκαν περισσότερο μέσα στο πλαίσιο της ποπ αρτ. Το έργο του χαρακτηρίζει η προτίμηση στα ευτελή υλικά, ένας αναγνωρίσιμος εσωτερικός ρυθμός και οι ανορθόδοξες τεχνικές. Παρέμεινε ανένταχτος στη ζωή και στην τέχνη μέχρι τον θάνατό του το 1994.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή