Κακούργημα η δωροδοκία, αδιάβλητες κληρώσεις, επανέλεγχος υποθέσεων

Κακούργημα η δωροδοκία, αδιάβλητες κληρώσεις, επανέλεγχος υποθέσεων

4' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το κλίμα ηθικής χαλαρότητας και ψυχικής κατάπτωσης, που επικράτησε τα τελευταία χρόνια στην κοινωνία μας, βρήκε πρόσφορο έδαφος και στον χώρο της Δικαιοσύνης… H ύπαρξη -λίγων, έστω- επίορκων δικαστών, που πουλάνε δίκες, παζαρεύουν την ετυμηγορία τους, καταντούν πελάτες παραδικαστικών κυκλωμάτων, δυναμιτίζει στην κυριολεξία τα θεμέλια της Δικαιοσύνης». Με τις διαπιστώσεις αυτές ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Αν. Παπαληγούρας ανακοίνωσε χθες δέσμη 12 αυστηρών νομοθετικών μέτρων, τα οποία αποσκοπούν στην αυστηρότερη αντιμετώπιση των περιπτώσεων δωροδοκίας δικαστή, με μετατροπή του αδικήματος από πλημμέλημα σε κακούργημα, αλλά και την τιμωρία όποιου προσφέρει (διάδικος, δικηγόρος κ.ά.) χρήματα σε λειτουργό προκειμένου να επηρεάσει την κρίση του.

Από την άλλη, επιχειρείται η διασφάλιση του αδιάβλητου της διαδικασίας των κληρώσεων για τον καθορισμό των συνθέσεων των ποινικών δικαστηρίων, με την απαγόρευση της αντικατάστασης οποιουδήποτε δικαστή έχει κληρωθεί ως μέλος ποινικού δικαστηρίου σε συγκεκριμένη δικάσιμο, από άλλον δικαστή, πλην εκείνων που έχουν κληρωθεί ως αναπληρωματικοί. «Φαίνεται ότι υπάρχουν σήμερα φαινόμενα λαθροχειρίας στην υπόθεση των συνθέσεων», επεσήμανε ο κ. Παπαληγούρας, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Οι αντικαταστάσεις έχουν νοθεύσει τις κληρώσεις. Αλλοι δικαστές εκφωνούνται και άλλοι δικάζουν. Σε περίπτωση αντικατάστασης, εφεξής, θα αναφέρεται ρητά ο συγκεκριμένος λόγος αντικατάστασης στα πρακτικά. Δεν θα αναγράφεται απλώς «λόγω κωλύματος»».

Για το πολυσυζητημένο θέμα της αυτοδιοίκησης των δικαστηρίων, ο υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε ανοιχτός να ακούσει τις προτάσεις των ενδιαφερομένων μερών και της επιτροπής, που συγκροτείται για το λόγο αυτόν. H επιτροπή θα ασχοληθεί με το σύστημα διοίκησης των μεγάλων δικαστηρίων, τη διαδικασία κρίσεων και προαγωγών των δικαστικών λειτουργών, τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις των μεταθέσεων των δικαστών.

Τα μέτρα

Αναλυτικά τα μέτρα προβλέπουν:

1. Μετατρέπεται από πλημμέλημα σε κακούργημα, η δωροδοκία δικαστή. Πέραν της κάθειρξης, θεσπίζεται και βαρύτατη χρηματική ποινή. Θα επιβάλλεται πλέον ποινή κάθειρξης από 5 έως 10 χρόνια, αντί φυλάκισης 1 μέχρι 5 ετών, όπως ίσχυε. Ορίζεται χρηματική ποινή από 100.000 έως 1 εκατ. ευρώ.

2. Σε βαθμό κακουργήματος θα τιμωρείται και όποιος προσφέρει χρήματα, δώρα ή άλλα ωφελήματα σε δικαστικό λειτουργό προκειμένου να επηρεάσει την κρίση του.

3. Ουσιαστικοποιείται και εντατικοποιείται το έργο της επιθεώρησης των δικαστικών λειτουργών με αύξηση του αριθμού των επιθεωρητών, τον ορισμό επίκουρων επιθεωρητών και ενίσχυση της γραμματείας της επιθεώρησης με προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή. H επιθεώρηση δεν θα περιορίζεται σε έλεγχο 5 αποφάσεων κατ’ επιλογήν του επιθεωρούμενου, όπως είναι η τρέχουσα πρακτική, αλλά θα διενεργείται πλέον συστηματικά, ουσιαστικά και σε βάθος. Ετσι, θα ασκείται πλήρης έλεγχος της υπηρεσιακής απόδοσης, των γνώσεων, της ικανότητας και του ήθους του δικαστή.

4. Ενεργοποιείται ο έλεγχος του «πόθεν έσχες» όλων των 3.000 περίπου δικαστών. Λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ώστε ο επί χρόνια πλημμελώς ασκούμενος έλεγχος να καταστεί πραγματικός και εξαντλητικός για όλους. Ενισχύεται δραστικά η υπηρεσία ελέγχου με προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή.

5. Θα διενεργηθεί κάθε νόμιμος έλεγχος των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και προηγουμένων ετών. Πέραν της σχετικής έκθεσης, που θα υποβάλλεται από τούδε και στο εξής από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα για κάθε ένα δικαστή, θα υποβληθεί έκθεση και για τα δύο προηγούμενα χρόνια.

6. Παύει να ασκεί τα καθήκοντά του οποιοσδήποτε δικαστής, εις βάρος του οποίου διενεργείται πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση για θέματα διαφθοράς ή άλλα σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα. Σημειώνεται ότι σήμερα δεν υφίσταται τέτοια πρόβλεψη, με αποτέλεσμα να δικάζουν δικαστές, οι οποίοι τελούν υπό τον ίσκιο σοβαρότατων καταγγελιών.

7. Ελέγχεται πειθαρχικά όποιος δικαστής καθυστερήσει για οποιονδήποτε λόγο την έκδοση απόφασης σε αστικές υποθέσεις πέραν του 8μήνου, και η δικογραφία του αφαιρείται υποχρεωτικά. Το μέτρο αυτό θα ισχύσει από την έναρξη του νέου δικαστικού έτους τον Σεπτέμβριο.

8. Εισάγεται ο θεσμός του Εφέτη – Επόπτη Ανακριτών κατ’ αποκλειστική αρμοδιότητα για τα μεγάλα Δικαστήρια (π.χ. Πρωτοδικεία Αθηνών – Θεσσαλονίκης), προκειμένου να παρακολουθεί και να ελέγχει την εύρυθμη λειτουργία του ανακριτικού έργου (καθυστερήσεις κ.ά.). Εξακολουθεί την ανώτατη διεύθυνση στην ανάκριση να έχει ο Εισαγγελέας Εφετών, ενώ ο Επόπτης Ανακριτών δεν θα παρεμβαίνει κατά το ουσιαστικό μέρος και δεν θίγει τη σημερινή λειτουργική ανεξαρτησία του ανακριτή.

9. Θα επανελεγχθούν, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από τον Οργανισμό των Δικαστηρίων διαδικασίες, σοβαρές πειθαρχικές υποθέσεις, των τελευταίων τριών ετών, που αφορούν σε φαινόμενα διαφθοράς δικαστικών λειτουργών και είχαν τεθεί στο αρχείο. O επανέλεγχος κρίνεται απαραίτητος, καθώς «κατ’ επανάληψιν έχει καταγγελθεί από πολλές πλευρές ότι δικαστές εις βάρος των οποίων έχουν καταλογισθεί σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα, τελικά έχουν απαλλαγεί από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα χωρίς πειστική αιτιολογία».

10. Το αδιάβλητο της διαδικασίας των κληρώσεων για τον καθορισμό των συνθέσεων των ποινικών δικαστηρίων, διασφαλίζεται με νέα νομοθετική ρύθμιση. Ενεργός ρόλος παρακολούθησης και ελέγχου της κλήρωσης ανατίθεται, πέραν του προέδρου, στον νεότερο δικαστή της σύνθεσης.

11. Αποκλείεται η αντικατάσταση οποιουδήποτε δικαστή έχει κληρωθεί ως μέλος ποινικού δικαστηρίου σε συγκεκριμένη δικάσιμο από άλλο δικαστή, πλην εκείνων που έχουν κληρωθεί ως αναπληρωματικοί. Στην κατεύθυνση αυτή αυξάνεται ο αριθμός των δικαστών που εκ των προτέρων κληρώνονται ως αναπληρωματικοί.

12. Θεσπίζονται αυστηρότερες ποινές για τα εγκλήματα της ψευδορκίας και ψευδούς καταμήνυσης. Το φαινόμενο της ψευδομαρτυρίας έχει προσλάβει, ανέφερε ο υπουργός, ενδημικές διαστάσεις, υποκινούμενο από παραδικαστικά κυκλώματα, και έχει ως αποτέλεσμα τη συχνή παραπλάνηση των δικαστών και τη νόθευση της απονομής της Δικαιοσύνης.

Αποπέμπονται τέσσερις δικαστικοί λειτουργοί

Κλείνει ο πρώτος κύκλος της έρευνας που διεξάγεται από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γ. Σανιδά με την αποπομπή από το δικαστικό σώμα τεσσάρων δικαστικών λειτουργών, τα ονόματα των οποίων ενεπλάκησαν σε παραδικαστικά κυκλώματα. Εναντίον του πρόεδρου Πρωτοδικών κ. Λ. Στάθη ασκείται ποινική δίωξη για δωροδοκία, ενώ παραπέμπεται στην Ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου με το ερώτημα της απόλυσης. O κ. Στάθης φέρεται να εξέδωσε ευνοϊκή απόφαση επί τροχαίου ατυχήματος (ασφαλιστική διαφορά) αντί του ποσού των 5.000 ευρώ. Επίσης, παραπέμπονται για απόλυση, στις αμέσως επόμενες ημέρες, η πρωτοδίκης κ. Αντωνία Ηλία, ο αντεισαγγελέας Εφετών κ. N. Αθανασόπουλος (νοσηλεύεται σε κρατικό νοσοκομείο με ενδείξεις εγκεφαλικού επεισοδίου) και η πρωτοδίκης κ. Παναγιώτα Τζέβη. Μέσα στην εβδομάδα ενδεχομένως να ασκηθούν άλλες 11 πειθαρχικές διώξεις για επιμέρους πειθαρχικά παραπτώματα, που δεν αφορούν τα παραδικαστικά κυκλώματα, ενώ ελέγχονται ενδελεχώς όσες καταγγελίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή