Αδελφοί Λειχούδη, από την Κεφαλονιά στην Κόκκινη Πλατεία

Αδελφοί Λειχούδη, από την Κεφαλονιά στην Κόκκινη Πλατεία

3' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μέσα στους θερινούς μήνες, μάλλον τον Ιούνιο, σε απόσταση 200 μέτρων από την Κόκκινη Πλατεία στη Μόσχα, θα στηθεί το άγαλμα των αδελφών Λειχούδη. Του Ιωαννίκου και του Σωφρόνιου. Αυτό συνεφωνήθη στη συνάντηση που είχε, τον περασμένο Δεκέμβριο στη Μόσχα, ο Ελληνας πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής με τον Αγιότατο Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης Ρωσίας Αλέξιο καθώς και με τον δήμαρχο κ. Λουζκόφ.

Ποιοι είναι όμως αυτοί οι Κεφαλονίτες προς τιμήν των οποίων θα στηθεί άγαλμα στο κεντρικότερο σημείο της Μόσχας; Ηταν το 1633 όταν στην περιοχή του Ληξουρίου της Κεφαλληνίας ερχόταν στη ζωή ο Ιωάννης Λειχούδης και μετά από 18 χρόνια ο μικρότερος αδελφός του Σπύρος. Μεγαλώνοντας και αφού αποφάσισαν να περάσουν από κουρά και να γίνουν Ιερομόναχοι, μετέβησαν στη Βενετία και την Πάδοβα όπου εκεί σπούδασαν στο περίφημο «Κοττουνιανό Φροντιστήριο». Επιστρέφοντας στην Ελλάδα άρχισαν τη διδασκαλία τόσο στη γενέτειρά τους όσο και στην υπόλοιπη χώρα. Το 1683 ταξίδευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου ύστερα από μερικούς μήνες κατόπιν συστάσεως των τεσσάρων Πρεσβυγενών Πατριαρχών ξεκίνησαν το ταξίδι για τη Μόσχα, με σκοπό να ιδρύσουν εκεί πανεπιστήμιο ελληνικής κατεύθυνσης.

Το επίπονο ταξίδι τους ξεκίνησε. Επειτα από πολλές περιπέτειες και τη σύλληψή τους από Πολωνούς Ιησουίτες, που τους κράτησαν αιχμάλωτους για μεγάλο χρονικό διάστημα και εν τέλει επείσθησαν να τους ελευθερώσουν μόνο όταν ο θείος των αδελφών Λειχούδη, γιατρός Πυλαρίνος θεράπευσε τον ετοιμοθάνατο βασιλιά, Ιωάννη Σοπιέσκι. Ελεύθεροι πλέον και χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα της εποχής, όπως άμαξες, έλκηθρα, βάρκες, κατάφεραν ύστερα από μεγάλη ταλαιπωρία την 6η Μαρτίου του 1685 να πατήσουν το πόδι τους στη Μόσχα. Εκεί τους υποδέχτηκε ο Πατριάρχης Ιωσήφ και οι Τσάροι Ιωάννης, Πέτρος και Σοφία, στους οποίους προσέφεραν πολύτιμα δώρα.

Πριν ξεκινήσουν το παιδαγωγικό τους έργο, οι Ρώσοι θέλοντας να δοκιμάσουν την πίστη και τις γνώσεις τους, τους υποχρέωσαν να συμμετέχουν σε θεολογικές έριδες με βετεράνους Πολωνούς Ιησουίτες, τους οποίους οι Λειχούδηδες μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφεραν να εξοντώσουν πνευματικά.

Ιδρυσαν το πρώτο πανεπιστήμιο

Αμέσως άρχισαν τη διδασκαλία και με τους πρώτους Ρώσους φοιτητές τους άρχισαν να επικοινωνούν στη «ζωντανή ελληνική γλώσσα» και ίδρυσαν το πρώτο πανεπιστήμιο στη Ρωσία, τη Σλαβο-Γρεκο-Λατινική Ακαδημία. Δίδαξαν αρχαία ελληνικά, ελληνική ποιητική, επιστολογραφία, Λογική κατά τον Αριστοτέλη κ.ά. Κάτω από συνεχείς διώξεις των Ιησουιτών και των Ρώσων υποστηρικτών τους, εξεδιώχθησαν από την Ακαδημία και με εντολή του Μεγάλου Πέτρου δίδαξαν Ιταλικά σε Βογιάρους.

Εχοντας πέσει θύματα συνωμοσίας εξορίσθησαν στη πόλη Κοστρόμα στο Βόλγα και από εκεί στο Μεγάλο Νόβγκοροντ, όπου σύμφωνα με τη παράδοση ίδρυσαν 30 ελληνικά σχολεία. Ολα τους τα έργα τα υπέγραφαν ως «Αυτάδελφοι Ιωαννίκος και Σωφρόνιος Λειχούδης εκ της περίφημου Νήσου της Κεφαλληνίας». Σε μεγάλη ηλικία επέστρεψαν στη Μόσχα όπου ο υπέργηρος για εκείνη την εποχή Ιωαννίκος πέθανε το 1717 σε ηλικία 84 ετών. Μόνος πλέον ο Σωφρόνιος αφιερώνεται στο μεταφραστικό έργο με αποκορύφωμα τη διόρθωση της Σλαβικής Μετάφρασης της Βίβλου. Αξιο λόγου αποτελεί και η μετάφραση της Γενικής Γεωγραφίας του Bernandus Varenius. To έργο αυτό που μεταφράστηκε από τα Λατινικά, υπήρξε το πρώτο δείγμα ρωσικής γλώσσας, όπως αυτή γράφεται και μιλιέται σήμερα και όχι στα αρχαιότερα εκκλησιαστικά Σλαβικά. Εφτιαξε, δηλαδή, τη γλώσσα την οποία μετέπειτα χρησιμοποίησαν ο Ντοστογιέφσκι, ο Τσέχοφ και οι άλλοι μεγάλοι.

Οπως αναφέρει ο Μορφωτικός Σύμβουλος της Ελληνικής Πρεσβείας και Πρόεδρος του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, κ. Δημήτριος Γιαλαμάς, ο άνθρωπος που ύστερα από μακρόχρονη έρευνα στις βιβλιοθήκες της Αγίας Πετρούπολης και της Μόσχας ανέδειξε την ύπαρξη των Αδελφών Λειχούδη, «ένα χαρακτηριστικό για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε το μέγεθος της προσφοράς τους είναι ότι σε λεξικό το οποίο γράφτηκε 80 χρόνια μετά το θάνατό τους, άρα και την επιρροή τους, η λέξη «ντα» (ναι στα Ρωσικά), μεταφραζόταν ως «ναίσκε», όπως δηλαδή λένε το ναι οι Κεφαλλονίτες». Το μεγαλύτερο μέρος του έργου τους, συνεχίζει ο κ. Γιαλαμάς, «παραμένει ανέκδοτο έως σήμερα, με τη διάσωση μόνο 100 χειρογράφων σε βιβλιοθήκες της Ρωσίας, της Ουκρανίας, της Δανίας, της Ελλάδας και της Ιταλίας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή