Το Ευρωσύνταγμα παραμένει ζωντανό παρά το διπλό ναυάγιο

Το Ευρωσύνταγμα παραμένει ζωντανό παρά το διπλό ναυάγιο

5' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Φεβρουάριο του 2002, εγκαινιάστηκε στην Ε.Ε. η Συνταγματική Συνέλευση η οποία ανέλαβε να επεξεργαστεί την μελλοντική Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη, επί το συνηθέστερον, Ευρωσύνταγμα. Τα 105 μέλη της Συνέλευσης εκπροσωπούσαν τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών της Ε.Ε. και των υποψηφίων προς ένταξη μελών, τα εθνικά κοινοβούλια και τους κοινοτικούς θεσμούς. Πρόεδρος της Συντακτικής Συνέλευσης ορίστηκε ο Βαλερί Ζισκάρ Ντ’Εστέν, πρώην πρόεδρος της Γαλλίας και εκ των υπερμάχων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στη διετία που θα ακολουθούσε, ο Ντ’ Εστέν, πολιτικός με σημαντική πείρα στα ευρωπαϊκά ζητήματα θα έδινε σκληρή μάχη γι’ αυτό το ομολογουμένως μεγαλεπήβολο σχέδιο, με σκοπό να προικιστεί η Ευρώπη με ένα σύνταγμα το οποίο ίσως κάποτε οδηγήσει στην επίτευξη του μεγάλου στοιχήματος, της πολιτικής ένωσης της Ε.Ε.

Αισιόδοξες προοπτικές

Τον Ιούνιο του 2003, στη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. στη Θεσσαλονίκη, ο Ντ’ Εστέν παρουσίασε το πρώτο σχέδιο του Ευρωσυντάγματος, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «καλή βάση για διαπραγμάτευση» για τη Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2003, της οποίας ο στόχος ήταν να εγκρίνει το Ευρωσύνταγμα. Εν τω μεταξύ, είχε προηγηθεί η διεύρυνση της Ε.Ε. κατά δέκα νέα κράτη-μέλη: την Κύπρο, την Εσθονία, την Ουγγαρία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, τη Μάλτα, την Πολωνία, την Τσεχία, τη Σλοβακία και τη Σλοβενία. Η συμφωνία της διεύρυνσης υπεγράφη τον Απρίλιο του 2003 στην Αθήνα. Ο λαμπρός αττικός ουρανός δεν προοιωνιζόταν τα σύννεφα που θα άρχιζαν να σκιάζουν τους επόμενους μήνες το μέλλον της Ε.Ε. και το Ευρωσύνταγμα.

Επειτα από κοπιώδεις διαπραγματεύσεις και αφού μεσολάβησαν κρίσεις όπως αυτή του Νοεμβρίου 2003, με αφορμή την αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας, υπεγράφη στη Ρώμη, στις 29 Οκτωβρίου 2004, από τις 25 χώρες-μέλη της Ε.Ε., η Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη, η οποία, θα έπρεπε να επικυρωθεί απ’ όλες τις χώρες-μέλη, προκειμένου να τεθεί σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 2006. Κάθε χώρα-μέλος επέλεξε τον τρόπο κύρωσης της Συνθήκης, είτε με ψηφοφορία στο εθνικό κοινοβούλιο είτε με δημοψήφισμα. Η Γαλλία, ιδρυτικό μέλος της Ε.Ε. και χώρα με μακρά παράδοση δημοψηφισμάτων, επέλεξε την οδό του δημοψηφίσματος. Το παράδειγμά της ακολούθησαν και άλλες χώρες (Ισπανία, Ολλανδία). Ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ επέλεξε τυχαία να αναγγείλει στις 14 Ιουλίου του 2004, ημέρα της επετείου της Γαλλικής Επανάστασης, τη διεξαγωγή του δημοφηφίσματος για την 29η Μαΐου 2005. Τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης δεν είναι άλλωστε αυτά που ενέπνευσαν την ιδέα της ενωμένης Ευρώπης; Εκείνη την ημέρα ο κ. Σιράκ είχε πλήρη επίγνωση του τι θα σήμαινε για το μέλλον της Ευρώπης των «25» η θετική ψήφος της Γαλλίας στο Ευρωσύνταγμα, είχε επίσης και τη βεβαιότητα ότι η ψήφος των συμπατριωτών του θα ήταν θετική. Στην πολιτική όμως, ως γνωστόν, η βεβαιότητα είναι κακός σύμβουλος.

Ηδη από τις αρχές του 2005 οι δημοσκοπήσεις στη Γαλλία αρχίζουν να δείχνουν ότι το «όχι» θα επικρατήσει. Στις 29 Μαΐου, οι εφιάλτες του κ Σιράκ γίνονται πραγματικότητα. Οι Γάλλοι, σε ποσοστό 54% απορρίπτουν τη Συνθήκη. Τρεις μέρες αργότερα, σε ανάλογο δημοψήφισμα στην Ολλανδία, το «όχι» σαρώνει με ποσοστό 61,6%. Η Ολλανδία δεν έχει στην Ε.Ε. το ειδικό βάρος της Γαλλίας όμως υπήρξε από τα ιδρυτικά της μέλη και εξακολουθεί να είναι ένας από τους «μεγάλους χορηγούς» στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Αυτό είναι και ένα από τα κλειδιά της ολλανδικής απόρριψης. «Δεν επιθυμούμε να ενισχύουμε οικονομικά μια Ευρώπη που δείχνει να αποφασίζει μόνη της», ήταν λίγο πολύ το μήνυμα που έστειλαν οι Ολλανδοί. Επιπλέον το ολλανδικό «όχι» ήταν και απόρριψη της συντηρητικής κυβέρνησης συνασπισμού της χώρας, της λιγότερο δημοφιλούς κυβέρνησης που έδρευσε ποτέ στη Χάγη αλλά και του πολιτικού συστήματος εν γένει, έναντι του οποίου οι Ολλανδοί δείχνουν όλο και μεγαλύτερη δυσπιστία.

Στη Γαλλία, οι λόγοι για την καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος ήταν ανάλογοι, και πιο σύνθετοι. Η αρνητική ψήφος ήταν πρωτίστως ψήφος δυσαρέσκειας έναντι της πολιτικής της κυβέρνησης Ραφαρέν η οποία δεν κατάφερε εντός της διετίας 2002 – 2004, να επιλύσει το πρόβλημα της ανεργίας, υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο για το μέσο Γάλλο πολίτη. Η περιώνυμη κοινοτική οδηγία Μπολκεστάιν, σύμφωνα με την οποία πολίτες άλλων χωρών-μελών της Ε.Ε. θα μπορούν να προσφέρουν την εργασία τους σε συνθήκες ανταγωνισμού στην Ευρώπη των «25», έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να φοβηθούν πολλοί Γάλλοι ότι η πατρίδα τους θα γεμίσει από «Πολωνούς υδραυλικούς», -φτηνά εργατικά χέρια- που θα τους κλέψουν τις δουλειές. Η οδηγία Μπολκεστάιν μπορεί στο μεταξύ να «πάγωσε» πρόλαβε όμως να ενοχοποιήσει την Ε.Ε. ως αδηφάγο οντότητα που αυξάνει την ανεργία, η οποία έχει σκαλώσει σε υψηλό ποσοστό, περί το 10%. Η προοπτική της ένταξης της μουσουλμανικής Τουρκίας στην Ευρώπη ήταν μια ακόμη αιτία που η Συνθήκη απερρίφθη. Στη Γαλλία ο σχετικός δημόσιος διάλογος για το Ευρωσύνταγμα διεξήχθη με πάθος όμως η διαχείριση του λειτούργησε μάλλον υπέρ του «όχι». Ο ίδιος ο Ζισκάρ Ντ Εσταίν με άρθρο του στην εφημερίδα Le Monde, μετά την 29η Μαϊου, έγραψε ότι όταν οι Γάλλοι πολίτες έλαβαν με το ταχυδρομείο, ένα βιβλιαράκι 191 σελίδων, με 448 άρθρα, 36 πρωτόκολλα και 50 διακηρύξεις βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα δυσνόητο και ίσως ακατάληπτο κείμενο. Μια πιο ευσύνοπτη εκδοχή του Ευρωσυντάγματος θα είχε ίσως θετικότερα αποτελέσματα. Ασφαλώς το Ευρωσύνταγμα δεν είχε δώσει, κατά γενική ομολογία, το απαιτούμενο βάρος στο κοινωνικό πρόσωπο της Ευρώπης. Οι αρνητές του όμως -που διατρέχουν όλο το πολιτικό φάσμα, από την άκρα Αριστερά, την άκρα δεξιά και μεγάλη μερίδα των Σοσιαλιστών- δεν είχαν να αντιπροτείνουν ένα καλύτερο κείμενο ούτε μια εναλλακτική πρόταση για τη θωράκιση της Ε.Ε. έναντι της «απειλής της παγκοσμιοποίησης».

Ξανά επί τάπητος

Μετά το γαλλικό και το ολλανδικό «όχι» η διαδικασία της επικύρωσης της Συνθήκης, προς ικανοποίηση των ευρωσκεπτικιστών Βρετανών, πάγωσε. Από τις 25 χώρες-μέλη, μόνον δώδεκα, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, το έχουν επικυρώσει. Η καταληκτική ημερομηνία της 1ης Νοεμβρίου 2006, για τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη, έχει παραταθεί απ’ αόριστον. Κάτι ωστόσο φαίνεται να αλλάζει. Οσοι βιάστηκαν να θάψουν τη Συνταγματική Συνθήκη, ας μη χαίρονται. Η νέα καγκελάριος της Γερμανίας, Αγκελα Μέρκελ, λίγο μετά την εκλογή της, δήλωσε ότι το Ευρωσύνταγμα δεν έχει πεθάνει. Επιπλέον, η Αυστρία η οποία αναλαμβάνει την προεδρία της Ε.Ε. την 1η Ιανουαρίου δήλωσε προσφάτως ότι θα επικεντρωθεί στην προσπάθεια για να ξανασυζητηθεί το Ευρωσύνατγμα. Η Γαλλία, η οποία το 2007 ψηφίζει για την εκλογή προέδρου, έχει επίσης συμφέρον να ξανανοίξει τη σχετική συζήτηση.

Το 2005, ήταν αναμφίβολα μια δύσκολη χρονιά για την Ευρώπη, κατά την οποία οι αντιευρωπαϊκές φωνές φάνηκαν να επικρατούν. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι θα εξακολουθήσουν να ηχούν εξίσου δυνατά και τη χρονιά που έρχεται.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή