Αυτοδίδακτος που έγινε άφθαστος δάσκαλος

Αυτοδίδακτος που έγινε άφθαστος δάσκαλος

7' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για τον τρόπο που δούλευε ο Διονύσιος Σολωμός, για τη μέθοδό του, μας λέει πολλά ενδιαφέροντα ο Μαρίνος Σιγούρος: «Οταν, στα πρώτα του αυτοσχεδιάσματα, φαίνεται πως δεν κατορθώνει να κρατηθεί στο ύψος που θέλει, καθώς στα περισσότερα μέρη του ποιήματος του Μπάυρον, στη Φαρμακωμένη και αλλού, και τότε ακόμη παίρνει αφορμή για νέο ξεκίνημα προς έργα υψηλότερα και διαρκέστερα. Δεν είναι δυνατό να θεωρήσουμε αμελή και φυγόπονο έναν άνθρωπο που με καιρό και με κόπο, σε όλη του τη ζωή, εσυμπλήρωνε με τη θέλησή του τα φυσικά πνευματικά του χαρίσματα. […]. Από τη Ζάκυνθο, όταν έγραψε τους πρώτους ελληνικούς στίχους του, ένιωσε πως για να πραγματοποιήσει τον σκοπό του, ήταν ανάγκη να μείνει ο ίδιος ένας αιώνιος μαθητής, δεν έπρεπε ποτέ να πάψει να εργάζεται, να μελετά τους τρόπους που μεταχειρίζεται ο αγράμματος λαός στην ομιλία του. O Σολωμός είναι ένας αυτοδίδακτος που έγινε στην τέχνη του άφθαστος δάσκαλος, γιατί αφοσιώθηκε με θρησκευτικό σεβασμό στη δούλεψή της όσο κανένας άλλος, και γιατί είχε βαθιά και καθαρή αισθητική συνείδηση, όσο κι αν του ΄λειπε η πειθαρχημένη θέληση. […] Οταν έπαψε ν΄ αυτοσχεδιάζει εδούλευε πολύ αργά· από τη σύλληψη του έργου ώς την οριστική διαμόρφωσή του, από τον σπόρο στον καρπό, περνούσε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ανικανοποίητος αφήνει ατέλειωτο συχνά εκείνο που άρχισε γιατί σ΄ αυτό δεν υπάρχει μια σκέψη οριστική, αλλά μονάχα μια υπόδειξη. Διατυπώνει την πρώτη έμπνευσή του σ΄ ένα πρόχειρο σημείωμα, ύστερα το διορθώνει, κατόπι διορθώνει τη διόρθωση και την ξαναδιορθώνει ή την αλλάζει και κρατεί στη μνήμη του την παραλλαγή, χωρίς να την γράφει στο χαρτί. Ετσι πολλοί στίχοι, που τους άκουσε ο Πολυλάς από το στόμα του ποιητή, δεν βρέθηκαν στα ιδιόγραφά του, κι αυτοί ήσαν οι καλύτεροι.»

Ο παρατατικός

Ο Σολωμός λοιπόν, όπως σωστά υπογράμμισε ο Κώστας Βάρναλης, τα ατέλειωτα μεγάλα του έργα «πάντα τα έγραφε αλλά ποτές του δεν τα έγραψε»· ο δικός του χρόνος ήταν ο παρατατικός. Δουλεύοντας σχεδόν στο μεταίχμιο μεταξύ της γραπτής και της προφορικής ποίησης, γράφει, αποστηθίζει, επεξεργάζεται, απαγγέλλει, διορθώνει στην πιο εσωτερική του μνήμη χωρίς να καταγράφει τις νέες εκδοχές, επιφυλάσσοντας, ένας αυτός, στα ποιήματά του την ίδια συνεχή διαμόρφωση και επεξεργασία που επιφυλάσσουν στα τραγούδια τους οι πολλοί δημιουργοί του δημοτικού, συλλογικού τραγουδιού.

Ποίηση και πατρίδα

Ο Σολωμός είναι εθνικός ποιητής και όταν συνθέτει το έξοχο επιτύμβιό του για την καταστροφή των Ψαρών, με το οποίο συνεχίζει μια πανάρχαιη παράδοση επιγραμμάτων για τον αφανισμό τόπων από εχθρικά στρατεύματα, αλλά και όταν εκτοξεύει τον δίκαιο ψόγο του συμπυκνωμένο σ΄ εκείνο το δίστιχο επίγραμμά του, που όσο συχνά το θυμόμαστε σαν ήχο άλλο τόσο συχνά το λησμονούμε σαν νόημα: «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι αγαπημένε, / πάντοτ΄ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε.» Είναι εθνικός όχι μόνο επειδή ύμνησε την πατρίδα, αφού κι άλλοι πολλοί την ύμνησαν, με τον τρόπο του και με τη γλώσσα του ο καθένας, αλλά, κυρίως, επειδή πήγε απροσμέτρητα βαθύτερα από τον επιπόλαιο συναιθηματισμό και τη μεγαληγορία. Οι εξηγήσεις του Παλαμά ως προς αυτό είναι σαφείς: «O Σολωμός, αφιερών όλην την δύναμιν του αισθήματος και της φαντασίας του εις την θεραπείαν της πατριωτικής ποιήσεως, δεν ενόει να αποχωρίση τα δύο στοιχεία, ποίησιν και πατρίδα, αντιλαμβανόμενος εκάτερον ως αυτοτελές τι και ανεξάρτητον· δεν ενόει να υποδουλώση το εν εις το άλλο, να καταστήση τούτο υποχείριον εκείνου, να αποβλέψη εις την ποίησιν ως προς μέσον, εις την πατρίδα ως προς σκοπόν, και τανάπαλιν. Εν τη ποιήσει του Σολωμού αι δύο υψηλαί ιδέαι, η της πατρίδος και η του ωραίου, ενεργούν συμφυείς· αυταί αύται ως μέσον ομού και σκοπός χρησιμοποιούνται. […] O Σολωμός εν τη ευρεία της δημιουργικότητος φαντασία, εν τη βαθέως κριτική διανοία αυτού, δεν ηδύνατο να ασκήση την πατριωτικήν ποίησιν, καθ΄ ον τρόπον ήσκησαν αυτήν οι Σούτσοι και οι από των Σούτσων έλκοντες το είναι ποιηταί ημών, ως είδος τι μηχανικώς στιχοπλέκτου λόγου, ουδόλως ή ελάχιστα διαφέροντος της ρητορικής και δημοσιογραφικής τέχνης και ατεχνίας, της επί των ημερών ημών.»

Ποιητής της Επανάστασης

Και επειδή πάντοτε έχουν ιδιαίτερη σημασία όσα σεβαστικά και γνωστικά λένε οι σπουδαίοι ποιητές για τους τρανούς πατέρες σους, ας προσθέσουμε εδώ, σε όσα υπογράμμιζε ο Παλαμάς για τον Σολωμό, όσα έγραφε ο Οδυσσέας Ελύτης: «Τα δημοτικά τραγούδια, βγαλμένα ολόισα από την ψυχή του ελληνικού λαού, αποτελούνε και θ΄ αποτελούνε για πολύ ακόμα το μεγάλο βάθρο όπου θα στηρίζεται η έντεχνη νεοελληνική ποίηση. Σ΄ αυτά άλλωστε στηρίχτηκε, κατά ένα μεγάλο μέρος, και ο πρώτος κορυφαίος ποιητής της εποχής της Επανάστασης του ΄21, ο ψάλτης της ελευθερίας και γενάρχης του νεοελληνικού πολιτισμού, ο Διονύσιος Σολωμός. Είπα ποιητής της Επανάστασης και ψάλτης της Ελευθερίας, κι ο νους του αναγνώστη εύκολα μπορεί να πάει σε κανέναν από τους θερμόαιμους εκείνους ανθρώπους του λαού, τους πολεμιστές και βάρδους που παρουσιάζονταν συχνά στις κρίσιμες στιγμές της ιστορίας των εθνών και που χωρίς να δίνουμε μεγάλη σημασία σε προβλήματα αισθητικά ή φιλοσοφικά δεν κοιτάζουνε παρά με ποιο τρόπο καλύτερα θα μπορέσουνε να ενθουσιάσουνε τα πλήθη. Διόλου δεν πρόκειται -στην περίπτωση αυτή- για ένα τέτοιο πράγμα. Κόμης, πλούσιος, γόνος παλιάς οικογένειας της Επτανήσου, ο Σολωμός παρουσιάζει τούτο το εξαιρετικό: ότι δημιουργεί μια ποίηση που από τα πρώτα της κιόλας βήματα δείχνει να φτάνει τις πιο σπάνιες και υψηλές ποιότητες της εξελιγμένης ευρωπαϊκής, ενώ συνάμα παραμένει μέσα στο κέντρο της καρδιάς του λαού, και της εποχής του, εκφράζοντας τους πόθους και τα κατορθώματα της επανάστασης και της ελευθερίας με στίχους που έζησαν και εξακολουθούν να ζουν στα χείλια κάθε πραγματικού Ελληνα.»

Δύο παραδείγματα

Μπορεί λοιπόν το έργο του Ζακύνθιου να έχει παραδοθεί σε αποσπάσματα, θαρρείς κι είναι το έργο αρχαίου ποιητή που ο χρόνος έφθειρε πολλά σημεία της περγαμηνής ή των παπύρων, αλλά εμείς δεν δικαιούμαστε να τον αντιμετωπίζουμε αποσπασματικά, να τον συμμορφώνουμε προς τις δικές μας αξιώσεις, βλέψεις ή προθέσεις. Ας σημειώσω εδώ δύο παραδείγματα αποσπασματικής χρήσης του σολωμικού λόγου. Το πρώτο: Τη ρήση του Σολωμού, «Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς μέσα σου να λαχταρίζει κάθε είδους μεγαλείο» την έχουμε ακούσει και την έχουμε διαβάσει άπειρες φορές, και με ποικίλες αφορμές. Στην αυθεντική ιταλική μορφή της πάντως η φράση αυτή έχει μια παρένθεση αμέσως μετά τη λέξη «Ελλάδα», και στην παρένθεση αυτή εγκλείονται οι λέξεις «o altra cosa», που σημαίνουν «ή ό,τι άλλο». Σημαίνουν δηλαδή πως ό,τι κι αν κλείσουμε στην καρδιά μας, και τ΄ αγαπήσουμε και του δοθούμε, θ΄ ανοίξει ο νους μας κι η ψυχή μας. Αυτή η γενικότερη έννοια της φράσης δεν ακυρώνει την ελληνοκεντρική εκδοχή της, όπως θα σπεύδαμε ίσως να υποθέσουμε, αλλά, αντίθετα, τη δικαιώνει και την καταξιώνει.

Το δεύτερο παράδειγμα: Πολύ συχνά χρησιμοποιούμε τη φράση του Σολωμού «μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα», τις περισσότερες φορές όμως, αν όχι πάντοτε, την αποσπούμε από το περιβάλλον της, από βιασύνη ή -σε παλαιότερες εποχές, καθαρευουσιάνικες, από δολιότητα- κι έτσι ελάχιστα μαθαίνουμε για το ποιου είδους γλώσσα είχε στο νου του ο ποιητής, «η διάνοια του οποίου εχάραξε μια για πάντα την πορεία της ελληνικής γλώσσας», όπως επιγραμματικά το διατύπωσε ο Γιώργος Σεφέρης. Ας δούμε λοιπόν κάποιες παραγράφους από το έργο του «Διάλογος». Μιλάει ο Ποιητής προς τον Σοφολογιότατο:

«Θέλεις να ομιλήσουμε για τη γλώσσα· μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; […] Σοφολογιότατε, τες λέξες ο συγγραφέας δεν τες διδάσκει, μάλιστα τες μαθαίνει από του λαού το στόμα· αυτό το ξέρουν και τα παιδιά. […] Σου ξαναλέγω ότι διδάσκαλος των λέξεων είναι ο λαός. […] H φύση των πραγμάτων ηθέλησε να γεννιούνται τα λόγια από το στόμα όχι δύο ή τριών ανθρώπων, αλλά από του λαού το στόμα· και η φιλοσοφία αγροίκησε αυτήν τη θέλησή της και την εκήρυξε στους ανθρώπους. […] Δεν υποφέρεσαι πλέον! Εσύ ομιλείς για ελευθερία; Εσύ, οπού έχεις αλυσωμένον τον νουν σου από όσες περισπωμένες εγράφθηκαν από την εφεύρεση της ορθογραφίας ώς τώρα, εσύ ομιλείς για ελευθερία; Είδαμε το όφελος οπού εκάματε με τα φώτα σας εις την επανάσταση της Ελλάδας· ακούσαμε ποιητάδες ανόητους που ήθελαν να αθανατίσουν τους ήρωες και οι παινεμένοι ήρωες δεν εκαταλάβαιναν λέξη».

Μελέτη δημοτικών

Οτι δεν λέει λόγια της ευκολίας και της δημαγωγίας ο Σολωμός, ότι πράγματι μαθαίνει τα ελληνικά μελετώντας δημοτικά τραγούδια ή ακούγοντας να μιλούν οι πολλοί και ταπεινοί (ακολουθώντας ρητά ως προς αυτό τον Πλάτωνα, που έλεγε ότι «εμάνθανε το ελληνίζειν παρά των πολλών»), μας το βεβαιώνει και ο Ιάκωβος Πολυλάς στα περίφημα «Προλεγόμενά» του:

«Με την αυτομόρφωτη αυτή γλώσσα εσυγγένευε ο ποιητικός νους του Σολωμού, και αυτός άρχισε να τη μελετήσει, άμα επέστρεψε εις την πατρίδα του, ώστε εις ολίγο διάστημα καιρού επήρε το πνεύμα της από το στόμα του λαού και από τα εθνικά τραγούδια, τα οποία ήδη εφρόντιζε να συνάξει από τα διάφορα μέρη της Ελλάδος. O ενθουσιασμένος εκείνος ερευνητής των ποιητικών αριστουργημάτων της αρχαιότητος και των νεότερων έκλινε πρόθυμα το αυτί εις τα αυτοσχεδιάσματα ενός τυφλού γέροντος, οπού εζούσε εις την Ζάκυνθο με το τραγούδι· εδυνάμωνε μες στην ψυχή του νέου ποιητή το θάρρος του εις το μέλλον του έθνους, όταν ετύχαινε ν’ ακούσει από το άτεχνο στόμα του φτωχού Νικολάου στίχους γενναίους καθώς είναι οι εξής, από μιαν περιγραφή πυρκαϊάς εις τα Ιεροσόλυμα: “O ʼγιος Τάφος του Χριστού, εκείνος δεν εκάη· / εκεί που βγαίνει τ’ ʼγιο Φως άλλη φωτιά δεν πάει”.»

Ιδέες ομοούσιες

Η γλώσσα, λοιπόν, αυτή υπήρξε το ένα μέλος της αγίας τριάδας που διακόνησε ο Σολωμός. Τα άλλα δύο μέλη, οι άλλες δύο ιδέες, ομοούσιες και αδιαίρετες, ήταν η πατρίδα και το ωραίο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή