Ανιμπάλε Καράτσι, ο παραγνωρισμένος

Ανιμπάλε Καράτσι, ο παραγνωρισμένος

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο Λουντοβίκο, ο Αγκοστίνο και ο Ανιμπάλε Καράτσι ρωτήθηκαν ποιος από τους τρεις ζωγράφισε μια τοιχογραφία σε ένα παλάτσο της Μπολόνια, απάντησαν και οι τρεις με μια φωνή: «Ολοι μας». Σ’ αυτήν την πόλη, που ήταν η γενέτειρά τους, ίδρυσαν την Ακαδημία τους, το 1582, όπου και δημιούργησαν αυτό το ομοιογενές στυλ. Αργότερα όμως χώρισαν και ο Ανιμπάλε απέμεινε στην ιστορία ως ο πιο σημαντικός, ευφυής και ευρηματικός από τους τρεις.

Το νέο βλέμμα

Η τελευταία έκθεση, αφιερωμένη στην Τριάδα Καράτσι, έγινε πριν από μισόν αιώνα. Αποκλειστικά για τον Ανιμπάλε Καράτσι δεν έχει γίνει ποτέ καμιά. Εως αυτήν τώρα, στο Δημοτικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Μπολόνια, τιτλοφορημένη απλώς με το όνομά του, η οποία αξιοθαύμαστα, όπως γράφει ο Ρόντερικ Κονγουέι Μόρις στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν», καλύπτει όλη την πλατιά δημιουργία του. Από τις ρεαλιστικές σκηνές της καθημερινότητας, τα ευειδή γυμνά και τα τοπία, έως τα πολυάριθμα σχέδια, τα πορτρέτα, τις καρικατούρες και τις θεαματικές, θρησκευτικές σκηνές, χριστιανικές και παγανιστικές. Μετά την Μπολόνια η έκθεση μεταφέρεται στο Κιόστρο ντελ Μπραμάντε της Ρώμης (25 Ιανουαρίου – 6 Μαΐου).

Ολοι οι Καράτσι ήταν ταπεινής καταγωγής, ο πατέρας του Λουντοβίκο ήταν χασάπης, του Αγκοστίνο και του Ανιμπάλε ήταν ράφτης. Η ακαδημία που ίδρυσαν στην πόλη τους απέβλεπε στην καλλιέργεια ενός νέου βλέμματος, την απομάκρυνση από την κενότητα του Μανιερισμού και την αναζωογόνηση της τέχνης, με τα διδάγματα της φύσης και της πραγματικότητας. Δασκάλους από το παρελθόν αναγνώριζαν τον Κορέτζιο και τον Παρμιτζιανίνο της Πάρμας και τον Τιτσιάνο και τον Βερονέζε από τη Βενετία.

Στην έκθεση παρουσιάζεται και το αντίτυπο του «Βίου των καλλιτεχνών» του Βαζάρι που είχε στη διάθεσή του ο Ανιμπάλε. Σημαντικές είναι οι σημειώσεις του στο περιθώριο. Πικρόχολες ως επί το πλείστον, όχι μόνο γιατί ο Ανιμπάλε θεωρούσε τον Βαζάρι ως καλλιτέχνη δευτέρας τάξεως, αλλά και γιατί ένιωθε εξοργισμένος από την οφθαλμοφανή τάση του Βαζάρι να υπερτιμά την τέχνη της Φλωρεντίας σε βάρος κάθε άλλης τέχνης, ιδιαίτερα εκείνης από τη Βενετία. Εως τη δεκαετία του 1980, θεωρούνταν τα σχόλια τούτα ως προερχόμενα από τον αδελφό του Αγκοστίνο και μόνο στην τελευταία 20ετία αποκαλύφθηκε ότι ήταν από το χέρι του Ανιμπάλε. Η έκθεση διορθώνει και δύο άλλες λαθεμένες αποδόσεις, πιο σημαντικές αυτές γιατί αναφέρονται στην ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία του. Η μια είναι η τοπιογραφία «Ποταμίσιο τοπίο» (δάνειο από την Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον) η οποία έως πρόσφατα εθεωρείτο έργο του Βελάσκεθ. Και η άλλη, το πορτρέτο του μονσινιόρ Τζιοβάνι Μπατίστα Αγκούτσι (φίλου του Ανιμπάλε και θαυμαστή επίσης του Καραβάτζιο) το οποίο έως τη δεκαετία του 1990 εθεωρείτο έργο του Ντομενιτσίνο. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα δείγματα της τέχνης της προσωπογραφίας γενικά.

Ο Ανιμπάλε γνώρισε και στη διάρκεια της ζωής του ατυχίες. Το 1595 ο καρδινάλιος Οντοάρντε Φαρνέζε προσκάλεσε αυτόν και τον αδελφό του Αγκοστίνο στη Ρώμη για να ζωγραφίσουν το παλάτσο του στο κέντρο της πόλης. Ο Αγκοστίνο έφυγε γρήγορα, αλλά ο Ανιμπάλε ζωγράφισε εκεί μια σειρά από θαυμάσιες τοιχογραφίες με μυθολογικά θέματα, οι οποίες όμως ήταν στη διάθεση πολύ λίγων κι ακόμα και σήμερα που το Παλάτσο Φαρνέζε είναι η έδρα της γαλλικής πρεσβείας, το κοινό που μπορεί να τις δει είναι πολύ περιορισμένο. Ο καρδινάλιος τον παραγνώριζε κι ελάχιστα τον αντάμειβε, έτσι ο Ανιμπάλε αναγκάσθηκε να δέχεται εξωτερικές παραγγελίες για να μπορέσει να ζήσει. Απ’ όσες μπόρεσε να ολοκληρώσει είναι ο βωμός του παρεκκλησίου Τσεράζι, στον ναό της Σάντα Μαρία ντελ Πόπολο, όπου ζωγράφισε μια θεατρικότατη «Ανάληψη της Παρθένου», για να τοποθετηθεί μεταξύ του «Προσηλυτισμού του Αγίου Παύλου» και της «Σταύρωσης του Αγίου Πέτρου» του Καραβάτζιο.

Ηταν η μόνη περίπτωση που οι δύο μεγάλοι καλλιτέχνες του καιρού τους δούλεψαν στη Ρώμη πάνω στο ίδιο θέμα. Αξιοσημείωτα, ο Καραβάτζιο, που δεν ήταν καλλιτέχνης που συχνά έλεγε καλό λόγο για άλλους ομοτέχνους του, μίλησε κολακευτικά για τη δουλειά του Καράτσι. Αγνωστη είναι η γνώμη του Ανιμπάλε για τον Καραβάτζιο, όμως, η χρήση του κιαροσκούρο στο έργο του «Πιετά» (σήμερα στη Βιέννη), δείχνει την εκτίμησή του. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα έργα του, μια παγωμένη εικόνα θανάτου και απελπισίας.

Τέλος των ωρών

Το 1603 ο Ανιμπάλε έπεσε σε κατάθλιψη και δεν μπορούσε πια να δουλέψει παρά μόνο σε κάποια φωτεινά διαλείμματα. Κατόρθωσε όμως να κρατήσει ζωντανό το εργαστήριό του όπου κατέφθασαν τα ταλέντα από την Ακαδημία Καράτσι της Μπολόνια, ανάμεσά τους μερικοί που έμειναν στην ιστορία, όπως ο Ντομενιτσίνο και ο Λαφράνκο. Τους ήταν αξέχαστη η γενναιοδωρία του παρά την κακή κατάσταση της ψυχικής και σωματικής του υγείας. Το 1609 έπεσε άρρωστος με πυρετό και δεν ξανασηκώθηκε. Στον γιατρό που ήρθε να τον εξετάσει, είπε: «Τώρα το ρολόι πια έσπασε και δεν ξαναφτιάχνεται, οι ώρες εξαντλήθηκαν». Με τον θάνατό του γνώρισε την αναγνώριση που δεν χάρηκε στη ζωή του. Μεγάλο πλήθος ακολούθησε τη σορό του που τάφηκε στο Πάνθεον της Ρώμης, κοντά στον Ραφαήλ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή