Μάριος Ποντίκας: «Δεν πιστεύω στον άνθρωπο»

Μάριος Ποντίκας: «Δεν πιστεύω στον άνθρωπο»

6' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με άλλο λόγο, «ασύμμετρο και παραληρηματικό», και άλλες εικόνες συναντάμε ξανά τον Μάριο Ποντίκα, μετά την υπερδεκαπενταετή σιωπή του. Από τους κορυφαίους του μεταπολιτευτικού «ρεαλιστικού νεοελληνικού θεάτρου», με επιτυχίες που άφησαν εποχή, στη Στοά κυρίως (Ο λάκκος κι η φάβα, Τρομπόνι, Η διαθήκη, Θεατές, Εσωτερικαί Ειδήσεις, Η γυναίκα του Λωτ, Ο γάμος κ.ά.), εμφανίζεται και πάλι σε λίγες μέρες με νέο έργο του («Η Κασσάνδρα απευθύνεται στους νεκρούς»), αυτή τη φορά σ’ ένα διαφορετικού ύφους θέατρο, το Θέατρο Αττις του Θόδωρου Τερζόπουλου. Τη στιγμή που το θεατρικό του παρελθόν μόλις έχει συνοψιστεί σε τρεις τόμους με τα μέχρι τώρα «Απαντά» του (Αιγόκερως), ο άλλοτε ανατόμος της νεοελληνικής παθογένειας εμφανίζεται ρηξικέλευθος, αν όχι «βλάσφημος και βέβηλος», όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει το νέο του έργο.

– Επανερχόμενος στο θεατρικό τοπίο, πώς τα βλέπετε τα πράγματα; Είναι και ποιοτικώς ικανοποιητικά, αφού ποσοτικώς ξεπερνάτε τις… 400 παραστάσεις τον χρόνο;

– Στον τόπο μας φερόμαστε γενικά σαν να γνωρίζουμε βαθύτατα τι συμβαίνει παγκοσμίως, πολιτικά, κοινωνικά, θεατρικά. Και στο θέατρο, λοιπόν, επικρατεί μακαριότητα: είμαστε καθισμένοι σ’ αυτό που ξέρουμε να κάνουμε και δεν μας νοιάζει να γνωρίσουμε τίποτ’ άλλο. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι παραστάσεις που κάνουμε -με ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν αντέχουν σε καμιά σύγκριση με τη δουλειά που γίνεται έξω. Επικρατεί όμως μια αυτοϊκανοποίηση. Γι’ αυτό θεωρώ πολύτιμο το φεστιβάλ του Λούκου. Οχι γιατί έφερε όλο αριστουργήματα, αλλά είδαμε λίγο τι προσπαθούν παραέξω.

– Και το θεατρικό έργο, ειδικότερα; Σαν να υπάρχει φέτος αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος. Εως και 52 ελληνικά έργα μετρούσε η Εταιρεία Θεατρικών Συγγραφέων στα μέσα ακόμα της σεζόν.

– Ναι, βλέπεις μια ανάγκη για ελληνικά θεατρικά κείμενα – εγώ κείμενα θα έλεγα, όχι έργα. Και καλύπτεται αυτή η ανάγκη όπως καλύπτεται, από νέους κυρίως. Ποικίλα πράγματα… Αυτό θα κοσκινιστεί σιγά σιγά και θα βγουν ελπίζω ενδιαφέροντα πράγματα στην επιφάνεια. Προς το παρόν, πάντως, δεν έχουμε κάποιο ανάστημα… Υπάρχει κι εδώ μια μακαριότητα.

Σιωπή εκ των ένδον

– Τη δική σας πολυετή σιωπή να την εκλάβουμε ως μακαριότητα ή ως στόμωμα;

– Η σιωπή αυτή μου επιβλήθηκε εκ των ένδον. Ανάγκη για περισυλλογή. Αργησα να καταλάβω ότι η ιστορία του θεάτρου είναι μια συνεχής μετακίνηση ορίων γραφής, παράστασης, ακόμα και θέσεων. Οτι σημαντικό είναι το άχρονο και ο ρεαλισμός του μη πραγματικού. Ξαναγύρισα στον Αρτώ, σ’ αυτό που λέει «καταστάσεις πέρα από τη λογική, κοντά στις αρχετυπικές διαστάσεις». Αυτό άρχισε να μου γίνεται βίωμα. Δεν μου αρκούσε πια ο τρόπος της γραφής μου. Θα μπορούσα δηλαδή να γράψω άνετα ένα έργο κλασικής φόρμας και να είναι και καλό – διάλογος, δομή, ατάκα κ.λπ. Μου ήταν όμως κάτι αφόρητα βαρετό πια. Μια πλήξη απερίγραπτη.

– Γι’ αυτό απευθυνθήκατε στον Θόδωρο Τερζόπουλο και στον ιδιάζοντα θεατρικό του τρόπο;

– Ο τρόπος του Τερζόπουλου και του Αττις είναι για μένα χρόνια τώρα σοβαρότατη σπουδή. Η συνεργασία μας όμως προέκυψε από τις θεατρικές εκδηλώσεις που οργάνωσε στο Κιάτο πριν από μερικά χρόνια, όπου είχα γράψει ένα πρώτο κείμενο για την Κασσάνδρα στον Αδη.

– Το ίδιο έχετε εκφραστεί και για τη δουλειά του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Σας ενδιαφέρουν πια νέοι ή πειραματικοί τρόποι;

– Δεν πάσχω από κανενός είδους νεοπάθεια – να αγκαλιάσω το νέο με το ζόρι. Από ανάγκη ξεκινάει κι όχι από επιλογή. Είναι μια διεργασία που έγινε μέσα μου όλα αυτά τα χρόνια της σιωπής. Αν συναντηθώ με το νέο και μπορώ, καλώς, αλλά δεν είναι κάτι που «έχω βάλει στόχο».

– Τη λοξή Τρωάδα προφήτισσα, την Κασσάνδρα, πώς την βλέπουμε στο νέο έργο σας;

– Το πρόσωπο αυτό πάντα με απασχολούσε. Ενα κοριτσάκι που πήρε από τον Απόλλωνα το θείο δώρο της προφητείας, αλλά επειδή δεν του δόθηκε ερωτικά, πήρε και την κατάρα του να μη γίνεται κατανοητή. Να προφητεύει χωρίς να την καταλαβαίνουν οι άνθρωποι. Να ρέει ο λόγος χωρίς να γίνεται κατανοητός. Αυτό είναι κομβικό σημείο για το έργο.

– Δηλαδή; Τι προφητεύει η Κασσάνδρα και δεν γίνεται κατανοητό;

– Οτι η Ανάσταση, την οποία επαγγέλλονται ως παρηγορητικό λόγο διάφορες θρησκείες, στην πραγματικότητα απειλεί τον άνθρωπο με ολοκληρωτική καταστροφή. Ακόμα και η ελπίδα της Ανάστασης οδηγεί στο χάος. Γιατί η Ανάσταση είναι δόλος. Κόλπο. Την έχουν εφεύρει οι σφαγείς αυτού του κόσμου για να τροφοδοτούν τη μηχανή της σφαγής. Τέτοια λέει η Κασσάνδρα με τον ασύμμετρο λόγο της -ένα παραλήρημα, άρρητο λόγο- αλλά ματαίως προειδοποιεί. Γιατί ο άνθρωπος δεν πρόκειται να συνέλθει ποτέ.

– Ζόρικο θέμα.

– Ολόκληρο το κείμενο είναι βλασφημία και βεβήλωση του ανθρώπου. Χλευασμός της ανθρώπινης ύπαρξης. Και όλων των παρηγορητικών θεωριών που κυριάρχησαν κατά καιρούς, όπως ο Διαφωτισμός. Δεν πιστεύω στον άνθρωπο. Ούτε στα έργα του ούτε στο μυαλό του.

Πρέπει να παραμείνει η κυβέρνηση

– Δεν ξέρω αν έχει σχέση η. .. Κασσάνδρα, εσείς όμως φανήκατε προφητικός όταν πριν από μερικά χρόνια δηλώνατε εδώ στην «Κ»: «Κάποτε θα αποκαλυφθεί ότι είμαστε χρεωμένοι ώς το κεφάλι και ότι η σημερινή ευζωία είναι πλαστή».

– Πλαστή και πλαστική. Κι εγώ που σας το λέω είμαι το ίδιο εξαρτημένος απ’ όλα αυτά: λίγο πριν συναντηθούμε, πήρα από δύο κάρτες και τα έβαλα σε δύο άλλες. Μια πλαστική, εικονική πραγματικότητα -αυτή που μας σερβίρει και η τηλεόραση.

– Πώς κρίνετε την κυβέρνηση Καραμανλή μετά τρία χρόνια στην εξουσία;

– Νομίζω πως είναι μια κυβέρνηση αποφασισμένη να χτυπήσει αυτό που λέγεται διαπλοκή και διαφθορά. Δεν θέλουν να έχουν τέτοιο πράγμα στην πλάτη τους. Φαίνεται αυτό. Υπάρχει απειρία βέβαια ακόμα, λάθη αλλεπάλληλα, αλλά νομίζω ότι αυτοί οι νοικοκύρηδες, οι χωρίς ίσως μεγάλα οράματα, ήρθαν στην κατάλληλη εποχή. Και θα πρέπει να παραμείνουν.

– Κι αυτά που συμβαίνουν, το θέμα λ.χ. των ομολόγων;

– Αυτά συμβαίνουν γιατί καμιά οικογένεια δεν έχει μόνο αποφασισμένους προς την καλή πλευρά, έχει αποφασισμένους και προς την άλλη. Δεν ελέγχονται όλα. Εμένα αυτό που με ικανοποιεί ως πολίτη, μερικώς έστω, είναι ότι υπάρχει απόφαση να μην κρυφτεί τίποτα. Και να χτυπηθεί επιτέλους αυτό το κλέβω, κλέβεις, κλέβει, που έγινε θεσμός πια.

Η αντιπολίτευση

– Την αντιπολίτευση πώς την ακούτε;

– Με ενοχλεί η αντιπολίτευση που κάνει το ΠΑΣΟΚ. Αντίλογος αμέσως, σε όλα! Αυτό έχει φτιάξει μια επιθετικότητα, μια δυσπιστία όχι μόνο προς την κυβέρνηση, αλλά όλοι προς όλους. Τίποτα καλό δεν γίνεται!

– Ετσι δεν έκανε και η Ν.Δ. επί ΠΑΣΟΚ;

– Ναι, αλλά εδώ τώρα υπάρχει μια λύσσα. Σαν να χαίρονται για αποτυχίες ή λάθη. Ηδονή! Εγώ πιστεύω ότι στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες η αντιπολίτευση συγκυβερνάει. Δεν μπορεί να υπάρχει ένας διαρκής αντίλογος. Γιατί αυτό είναι αδιέξοδο, και σε πολιτικό επίπεδο και σε κοινωνικό. Βγάζει αυθάδειες, βγάζει αυθαιρεσίες στη καθημερινότητά μας, στον πολιτισμό μας.

Η διαφθορά είναι παντού

– Θεωρείτε ότι η γενικευμένη διαφθορά είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της κοινωνίας μας;

– Βεβαίως. Και δεν συμπεριλαμβάνω στη διαφθορά μόνο τον χρηματισμό ή τον παράνομο πλουτισμό ορισμένων, αλλά όλα αυτά που γίνονται πια – νόμοι παρακάμπτονται, αρχές και κανόνες περιφρονούνται, με απίστευτη ευκολία πλέον. Σύγχυση, χάος επέρχεται με αυτό που λέμε διαφθορά.

– Υπόθεση ομολόγων, σήψη στην εκπαίδευση, δολοφονική δραστηριότητα χουλιγκάνων, διαμάχη γύρω από το σχολικό βιβλίο Ιστορίας – τι απ’ όλα αυτά σας άφησε άναυδο;

– Τίποτα. Και περιμένω και το χειρότερο. Το οποίο θα αντιμετωπίσουμε επίσης με μια τηλεοπτική απάθεια. «Πω πω, κοίτα τι γίνεται, ρε!». Και τελείωσε. Απάθεια. Μακαριότης.

– Πού οφείλεται;

– Σ’ αυτήν την εισβολή νέων τρόπων επιβίωσης, νομίζω. Στην ψευδαίσθηση της ευκολίας στην επιβίωση, είτε κάρτα το λέμε είτε δάνειο κ.λπ. Ολο αυτό το πλέγμα καλλιέργησε την απάθεια. Που στηρίζεται βέβαια στην έλλειψη παιδείας ουσιαστικής.

– Τι νιώθει ο Ελληνας ακούγοντας διεθνείς έρευνες να κατατάσσουν το κράτος και την κοινωνία του στο τελευταίο σκαλί των θετικών επιδόσεων και στο πρώτο όλων των αρνητικών;

– Μάγκας νιώθει. «Δεν πα’ να λένε, εμείς είμαστε ο περιούσιος». Δεν νομίζω ότι μας τρομάζουν κάτι τέτοια. Τα γράφουμε και συνεχίζουμε αυτό που κάνουμε. Να ξενυχτάμε ώς τις 5 το πρωί, να αυθαιρετούμε, να μην έχουμε κριτική σκέψη… Ενώ οι Ελληνες είμαστε λαός με αρετές, αποδεδειγμένα.

– Και τι νιώθουν οι Ελληνες πολιτικοί με τις ίδιες διεθνείς κατατάξεις;

– Ο,τι και οι άλλοι Ελληνες. Μέρος του λαού, απολύτως. Είμαστε όλοι συνένοχοι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή