Ενας Αρμενόπουλος στο εικονοστάσι

Ενας Αρμενόπουλος στο εικονοστάσι

6' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μου έχει δοθεί και άλλοτε η ευκαιρία να μιλήσω για τις, συχνά, περίεργες τύχες των πηγών της ελληνικής ιστορίας. Τότε ο λόγος ήταν για κάποια έγγραφα των αρχών του 19ου αιώνα που λάνθαναν συσταχωμένα στα παράφυλλα ενός βιβλίου («H Καθημερινή», Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2006). Στο σημερινό και στο επόμενο σημείωμά μου θα μιλήσω για δύο ιστορικά τεκμήρια, ασύγκριτα μεγαλύτερης ιστορικής σημασίας, που λάνθαναν και έμειναν αθησαύριστα από την ιστορική έρευνα. Πρόκειται συγκεκριμένα για δύο πολύτιμα χειρόγραφα που παραδίδουν δύο, ανεξάρτητες μεταξύ τους, αποδόσεις στη δημώδη γλώσσα της «Εξαβίβλου» του Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου. Το πρώτο, για το οποίο σήμερα ο λόγος, σώζει τη δημώδη απόδοση που συνέθεσε ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς στα τέλη του 16ου ή στις αρχές του 17ου αιώνα. Το δεύτερο, για το οποίο ο λόγος στο επόμενο σημείωμά μου, παραδίδει μια εντελώς άγνωστη απόδοση της «Εξαβίβλου» που έγινε πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Οταν μια οικογένεια που κατοικούσε στον Πόντο αποφάσισε, στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, να φύγει από τα πάτρια εδάφη και να έλθει να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, θεώρησε πως ανάμεσα στα κειμήλια που έπρεπε να μεταφέρει μαζί της ήταν και ένα νομικό χειρόγραφο που από τον 18ο αιώνα βρισκόταν στην κατοχή της.

Το χειρόγραφο είναι πολύτιμο, όπως θα δούμε, για το περιεχόμενό του και στις μέρες μας μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει αντικείμενο μιας επωφελούς για τους κατόχους του εμπορικής πράξεως. H οικογένεια όμως το πήρε μαζί της όχι διότι πίστευε στην εμπορική του αξία ή είχε γνώση της μοναδικότητας του περιεχομένου του αλλά για έναν άλλο λόγο: το χειρόγραφο αυτό βρισκόταν πάντα στο εικονοστάσι της οικογένειας. Από εκεί, σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, το έπαιρνε και το χρησιμοποιούσε ένας πρόγονος για να δικάσει, να απονείμει το δίκαιο. Και ακόμα ένδειξη του σεβασμού που έτρεφαν στο χειρόγραφο αυτό είναι πως σε λευκά φύλλα του σημείωναν τον 19ο αιώνα τις γεννήσεις των μελών της οικογένειας. Με άλλα λόγια, συναισθηματικοί ήταν οι λόγοι που το οικογενειακό αυτό κειμήλιο αποφάσισαν να μεταφερθεί, μαζί με τα λίγα άλλα υπάρχοντα της οικογένειας, στην Ελλάδα και όχι η πεποίθηση πως είχε μεγάλη οικονομική αξία ή πως περιείχε ένα ιστορικά πολύτιμο κείμενο.

Ας δούμε όμως το περιεχόμενο του χειρογράφου πριν μιλήσουμε για την αλήθεια που κρύβει η παράδοση που το συνοδεύει.

Η πρωτοβουλία του Ζυγομαλά

Το χειρόγραφο περιέχει δύο νομικά έργα της βυζαντινής εποχής, την «Εξάβιβλο» του Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου και τη λεγόμενη «Μικρά Σύνοψη». Δεν τα σώζει όμως όπως είναι γνωστά, με το βυζαντινό δηλαδή γλωσσικό τους ένδυμα, αλλά όπως τα απέδωσε στη δημώδη γλώσσα της εποχής του, στα τέλη περίπου του 16ου αιώνα, ο οφικιάλιος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως Θεοδόσιος Ζυγομαλάς.

Το εγχείρημα του Ζυγομαλά δημιούργησε ένα ιστορικό τεκμήριο διπλά χρήσιμο: οι ερευνητές της γλώσσας μας θα μπορέσουν να βρουν υλικό, καθώς περιέχει νομικούς όρους της βυζαντινής εποχής που προσπάθησε να αποδώσει στη δημώδη γλώσσα της εποχής του και οι ιστορικοί του νομικού βίου των Ρωμιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα μπορέσουν να εντοπίσουν τις «ανεπαίσθητες» αλλοιώσεις που είχε υποστεί το βυζαντινό δίκαιο κατά τη μεταβυζαντινή του πορεία.

Για το πρώτο σκέλος δεν χρειάζονται, νομίζω, περισσότερες εξηγήσεις· για το δεύτερο είναι αναγκαίο να θυμίσω την οπτική μέσα από την οποία τα εγχείρημα του Ζυγομαλά μπορεί να μας προσφέρει πολύτιμο υλικό. Στην οθωμανική έννομη τάξη εντάχθηκαν σημαντικά τμήματα του βυζαντινού δικαίου, καθώς ο κατακτητής επέτρεψε ένα μεγάλο μέρος των βιοτικών σχέσεων των χριστιανών υπηκόων να το διέπει αυτό το δίκαιο.

Η ρύθμιση αυτή ήταν βέβαια ένα μεγάλο κέρδος για τους ηττημένους στις πολεμικές επιχειρήσεις Βυζαντινούς, αλλά ενέκλειε κάποια εγγενή προβλήματα: πώς ήταν δυνατό κανόνες δικαίου νομοθετημένοι σε μία άλλη από την οθωμανική πραγματικότητα να εφαρμοστούν ανέπαφοι κάποιες δεκαετίες ή εκατονταετίες μετά; Επρεπε να υποστούν μια αναπροσαρμογή, μια αλλοίωση, χωρίς όμως να γίνει και έκδηλη η απομάκρυνση από το νομιμοποιημένο βυζαντινό δίκαιο.

Σε αυτό το λεπτό παιγνίδι των αποχρώσεων ή των αποσιωπήσεων το έργο του Ζυγομαλά έχει να μας προσφέρει πολλά για την εποχή που έζησε.

Οσον αφορά την παράδοση που υπήρχε στην οικογένεια για την πραγματική χρήση του χειρογράφου από κάποιο μέλος της, ας σημειωθούν εδώ μόνο τούτα. H οικογένεια, όπως είπαμε, κατάγεται από την πλούσια σε μεταλλεία αργύρου Χαλδία, μια περιοχή που από τα τέλη περίπου του 16ου αιώνα υπήχθη, λόγω ακριβώς του πλούτου που περιείχε και των εισοδημάτων που απέδιδε, απευθείας στο σουλτανικό θησαυροφυλάκιο. Οι χριστιανοί κάτοικοί της -και εργαζόμενοι στα μεταλλεία της περιοχής- κατόρθωσαν έτσι να αποκτήσουν κάποια προνόμια. O επικεφαλής των μεταλλουργών είναι συγχρόνως και κρατικός αξιωματούχος με ευρύτατες αρμοδιότητες. Αυτός λοιπόν που γράφει το χειρόγραφο της «Εξαβίβλου» δηλώνει πως είναι «υιός του Ιγνατίου λογοθέτου του εκ Χαλδίας», ανθρώπου που είναι ιστορικά διακριβωμένο πως είχε διατελέσει αρχιμεταλλουργός· αλλά και ο ίδιος, ο λόγιος γραφέας του χειρογράφου, θα διαδεχθεί τον πατέρα του στο ίδιο αξίωμα λίγο αργότερα. Δεν είναι λοιπόν απίθανο η παράδοση που επιζεί στην οικογένεια να έχει ιστορική βάση.

Το τρίτο στον κόσμο

Από τα δύο βυζαντινά έργα που ο Ζυγομαλάς μεταγλώττισε στη δημώδη το δεύτερο, η «Μικρά Σύνοψη», έχει εκδοθεί. Ανέκδοτο παραμένει το πρώτο, η «Εξάβιβλος», που είναι ίσως και το σημαντικότερο από την οπτική που μόλις ανέφερα.

Εμεινε ανέκδοτο, διότι μόνο δύο χειρόγραφα στον κόσμο ήταν γνωστό ότι το παρέδιδαν: το ένα, που βρίσκεται στο Παρίσι, ήταν από παλιά προσιτό στην έρευνα, αλλά η πρόσβαση στο άλλο, που βρισκόταν στο Λένινγκραντ -τώρα Αγία Πετρούπολη- για διάφορους λόγους δεν είχε γίνει δυνατή. Το τρίτο, άγνωστο ώς χθες, χειρόγραφο που παραδίδει το κείμενο της «Εξαβίβλου» με το δημώδες ένδυμα που της έδωσε ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς είναι το χειρόγραφο της οικογένειας από τον Πόντο.

Η χειρονομία της οικογένειας

Οταν από μια «τυχαία» σύμπτωση είδα το χειρόγραφο, μου ζητήθηκε να εκφράσω τη γνώμη μου για το περιεχόμενο και την αξία του. Δεν απέκρυψα βέβαια στους κατόχους του την αξία που έχει για την ιστορική έρευνα ούτε αποσιώπησα την εμπορική αξία που το χειρόγραφο θα είχε αν αποφάσιζαν να το παρουσιάσουν σε κάποια δημοπρασία. Ζήτησα μόνο την άδεια, όποια και αν θα ήταν η απόφασή τους, να επιτρέψουν οι νόμιμοι ιδιοκτήτες του να το φωτογραφίσουμε ώστε να χρησιμοποιηθεί στην έρευνα.

Η απόφαση της οικογένειας μού ανακοινώθηκε ύστερα από λίγες μέρες και ομολογώ πως μου έδωσε μια μεγάλη ικανοποίηση: αποφασίσαμε, μου είπαν, αφού όπως μας λέτε έχει μεγάλη ιστορική αξία για τη μελέτη του Νέου Ελληνισμού, να το δωρίσουμε στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών ώστε να μελετηθεί και να αξιοποιηθεί επιστημονικά – το οικογενειακό τους κειμήλιο, στο οποίο έχουν καταγραφεί οι γεννήσεις μελών της οικογένειάς τους!

Η δωρεά έγινε βεβαίως αποδεκτή από το Ιδρυμα Ερευνών και το πολύτιμο αυτό χειρόγραφο κοσμεί σήμερα τη βιβλιοθήκη του περιμένοντας τη στιγμή της επιστημονικής του αξιοποίησης – που ελπίζω πως δεν θα αργήσει.

Η έκδοση της «Εξαβίβλου»

Το επόμενο ερευνητικό βήμα που οφείλαμε να κάνουμε ήταν να προσπαθήσουμε να έχουμε ένα αντίγραφο, σε ψηφιακή μορφή, από το χειρόγραφο της Πετρούπολης που δεν ήταν ώς σήμερα προσιτό στην έρευνα. Με τη βοήθεια του προξενείου μας στην Αγία Πετρούπολη, το «εμπάργκο» ξεπεράστηκε.

Εχοντας πλέον προσιτά τα κείμενα που παραδίδουν τα τρία χειρόγραφα που σώζουν την απόδοση του Ζυγομαλά, ο δρόμος είναι ανοικτός για την έκδοση του κειμένου, με τους κανόνες της σύγχρονης επιστήμης, προκειμένου να αξιοποιηθεί το πολύτιμο αυτό ιστορικό τεκμήριο, τόσο για τη μελέτη του νομικού μας βίου όσο και του γλωσσικού θησαυρού που περιέχει.

Ο συμβολισμός μιας δωρεάς

Το 2008 το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών εορτάζει τα πενήντα χρόνια λειτουργίας του. Πενήντα χρόνια που στο πέρασμά τους κέρδισε την αναγνώριση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας. H πρόσφατη δωρεά του χειρογράφου δείχνει πως κατόρθωσε να κερδίσει την αναγνώριση, την εμπιστοσύνη και της ελληνικής κοινωνίας.

* O κ. Δημήτρης Γ. Αποστολόπουλος είναι διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, εθνικός εκπρόσωπος στη «Διεθνή Εταιρεία Μελέτης του 18ου αιώνα» (ISECS).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή