Τέοντορ Αντόρνο, ένα ξεχασμένο στολίδι της φιλοσοφίας

Τέοντορ Αντόρνο, ένα ξεχασμένο στολίδι της φιλοσοφίας

1' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΝΗΜΗ. Στις 8 Αυγούστου 1969, ο Τέοντορ Λούντβιχ Βίζενγκρουντ, κατά κόσμον Αντόρνο (επικράτησε το επώνυμο της ιταλικής καταγωγής μητέρας, που σημαίνει «στολίδι»), υπέκυπτε στο μοιραίο, μετά από ένα έμφραγμα, στο Βάλις της Ελβετίας, σε ηλικία 63 ετών.

«Την ίδια μέρα ένας σεβάσμια συντετριμμένος κόσμος μάθαινε την είδηση του θανάτου του»: τα λόγια της καταληκτήριας πρότασης στη νουβέλα του Τόμας Μαν, «Θάνατος στη Βενετία», θα μπορούσαν να ισχύουν και για τον «Τέντυ», όπως έγραφε η S­ddeutsche Zeitung 15 χρόνια πριν.

Ο συγγραφέας του «Μαγικού Βουνού» και συνεξόριστος του Αντόρνο στο Λος Αντζελες, τα χρόνια του πολέμου, οφείλει πολλά στον κοντόχοντρο κύριο, με το στρογγυλό κεφάλι και τα (σχεδόν στρογγυλά) γυαλιά με μαύρο σκελετό, κυρίως στις ιστορικές και μουσικολογικές του γνώσεις, στη συγγραφή του «Ντόκτορ Φάουστ», σε αντίθεση με τον έτερο εκ των εξορίστων Μπέρτολτ Μπρεχτ, που εξαπολύει μύδρους κατά του Αντόρνο και των συν αυτώ «στρογγυλοκέφαλων» διανοουμένων, στο «Μυθιστόρημα των Τούι».

Το «στολίδι» θα φθαρεί σε δύο σημεία: το ένα συνδέεται με τη μοίρα (και την ατυχία) του φίλου του, Βάλτερ Μπένγιαμιν, το άλλο με το φοιτητικό κίνημα του ’68. Η από καθέδρας, σχεδόν υπεροπτική, κριτική στα κείμενα και τα σχέδια του Μπένγιαμιν από την παρισινή εξορία θα οδηγήσει στη μεταθανάτια ανάδειξη του έργου του, σαν ελάχιστη ανταπόδοση για την (εικαζόμενη) ολιγωρία αναφορικά με την εξασφάλιση της βίζας για τις ΗΠΑ.

Στη Φρανκφούρτη

Το δεύτερο αφορά το «ξεγύμνωμα» του φιλοσόφου, κοινωνιολόγου και μουσικολόγου, σε ένα go-in, στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, το καλοκαίρι του 1969, όταν στο κατάμεστο αμφιθέατρο ο «πατέρας της κριτικής θεωρίας» λοιδορείται από γυμνόστηθες φοιτήτριες μπροστά στους «μαθητές» του, που ζητούν την κεφαλή του επί πίνακι: «όποιος τον φίλτατο Αντόρνο αφήσει να διοικεί, τον καπιταλισμό για πάντα θα παραδεχτεί» ήταν το σύνθημα που δονούσε την αίθουσα, βασισμένο σε έναν προτεσταντικό ψαλμό του 17ου αιώνα, με αφορμή την αστυνομική παρουσία στο πανεπιστήμιο, κατόπιν κλήσης του Αντόρνο.

Στο τελευταίο όνειρο που καταγράφει, με ημερομηνία 12 Απριλίου 1969, επανεμφανίζονται τάσεις αυτοχειρίας: «Συζητήσαμε με την Α. να αυτοκτονήσουμε μαζί».

Στο όνειρο, η Α. δεν φάνηκε πειστική, όπως σημειώνει απογοητευμένος λίγο παρακάτω.

Λίγους μήνες αργότερα το μοιραίο ξεκαθάρισε οριστικά το τοπίο, στα όνειρα και τη «φθαρμένη ζωή» του Τέοντορ Αντόρνο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή