Το έπος της Λίαν Χερν

3' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αρχισα να γράφω την «Παγίδα των αηδονιών» έχοντας στο κεφάλι μου τους τέσσερις βασικούς χαρακτήρες και την εισαγωγική πρόταση στα χείλη του Τακέο. Βρισκόμουν στο Akiyoshidai International Arts Village στην επαρχία Γιαμαγκούτσι. Ηταν ένα θολό, υγρό απόγευμα του Σεπτέμβρη.

Το φως λαμπύριζε χλωμό. Νερό κελάρυζε απ’ τις πηγές γύρω από τα οικήματα των καλλιτεχνών, κυπρίνοι πλατσούριζαν και κάπου-κάπου μια αλκυόνα βουτούσε απότομα σκίζοντας τον αέρα πάνω από τις πηγές. Εγραφα σ’ ένα σημειωματάριο με μια μαύρη πένα που είχα αγοράσει στο Χιμέτζι», σημειώνει στην ιστοσελίδα της η Βρετανο-αυστραλή συγγραφέας Λίαν Χερν.

Ειδυλλιακές συνθήκες συγγραφής… O ρομαντισμός του φανταστικού στην επικών στοχεύσεων σύνθεση της Χερν (ξεκίνησε με την «Παγίδα των Αηδονιών» και ολοκληρώθηκε, μετά από μια τετραλογία, με το prequel «Δίχτυ του Ουρανού») άνθισε με τη βοήθεια θεσμών, ιδρυμάτων, υποτροφιών υποστηρικτικών του συγγραφικού ταλέντου. Η Χερν έζησε στην Ιαπωνία, έμαθε τη γλώσσα, μελέτησε τον πολιτισμό, τον άφησε να κυλήσει στο αίμα κι από κει στην άκρη της πένας της.

Οι «Μύθοι των Οτόρι» (γενικός τίτλος της σειράς) ριζώνουν στον ιαπωνικό Μεσαίωνα. Νίνζα («Φυλή») και Σαμουράι (αριστοκράτες πολεμιστές) πρωταγωνιστούν, μαζί με τους «Αφανείς» (χριστιανική αίρεση) χωρίς να κατονομάζονται. Η συγγραφέας εξομολογείται πως η εκ μέρους της επιλογή της ιαπωνικής ιστορίας και μυθολογίας ανάγεται σε αντίδρασή της προς τον «εχθρό» της νεότητάς της. Γεννημένη το 1942, θα πρέπει να βίωσε με τραυματική αντιφατικότητα την έννοια του «εχθρού», υπό τη σκιά της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι. Η καταστροφή λειτούργησε ίσως επαναστατικά καλλιεργώντας διάθεση αυτοαμφισβήτησης και έλξη προς έναν «ξένο»-εχθρό και θύμα ταυτοχρόνως.

Εκρηκτικό χαρμάνι

Στον πυρήνα του έπους της Χερν βρίσκεται άλλωστε ένα εκρηκτικό χαρμάνι: ο κεντρικός ήρωας, ο Τακέο, είναι ο ίδιος τρίστρατο φυλών που «κανονικά» δεν θα ‘πρεπε να αναμειγνύονται. Είναι ένα υβρίδιο-ύβρις. Ομως σε τούτο το βρετανικά διαμεσολαβημένο απωανατολίτικο αφήγημα, που μυεί εφήβους αλλά και ενήλικες στη μαγεία, τον ερωτισμό και τον ηρωισμό, ο φαταλισμός και ο ρομαντισμός απενεργοποιούν την τραγικότητα. Ο Τακέο γνωρίζει εκ των προτέρων το τέλος του. Αυτό και μόνον τον καθιστά κύριο της μοίρας του με τρόπο που ποτέ δεν θα το κατάφερνε ένας δυτικός ήρωας. Είναι γραφτό του να πεθάνει – αλλά μέχρι τότε είναι αποφασισμένος και να το ευχαριστηθεί και να γράψει ιστορία. Δεν παίζουνε στα ζάρια την τυφλότητά του οι Θεοί. Οπως και ο ηρωικός πρόγονός του, ο «γνήσιος» φυλετικά ήρωας Σιγκέρου του prequel, ο Τακέο συντρίβεται ακμαίος, ολοκληρώνοντας έναν δημιουργικό κύκλο δεκαέξι ετών. Συγκρούεται προηγουμένως με όλες τις ισχυρές παραδόσεις: σπάει τον κώδικα των Σαμουράι, ενσωματώνει τους απόκληρους «Αφανείς», αντιπαρατίθεται στο κλειστό, φανατικό σύστημα της Φυλής.

Ενδιαφέρον στοιχείο, καλυμμένο ίσως προσχηματικά υπό τα ήθη μιας προνεωτερικής εξωτικής κοινωνίας ή απλώς ετεροχρονισμένο, είναι η πραγμάτευση της ομοφυλοφιλίας ως φυσικής και αυτονόητης. Το ίδιο, με προφανέστερο τρόπο, συμβαίνει με τη γυναίκα που διεκδικεί καλύτερη θέση, ισότητα όχι μόνο στα δικαιώματα αλλά και στα πιο μύχια και δύσκολα: στη σεξουαλική ικανοποίηση, στην έκφραση του πόθου, στην πολυπλοκότητα και στην ποικιλομορφία των προτιμήσεων και των επιλογών.

Στο prequel «Το Δίχτυ του Ουρανού» η Χερν μοιάζει να ξεπληρώνει ένα χρωστούμενο. Ενώ η πλοκή στο τέλος της Τετραλογίας της έφτασε να γίνει βαριά κι αβάσταχτη, με τη σκληρή μοίρα του νόθου παιδιού και των καταραμένων διδύμων, με τη διαταραχή της ισορροπίας ανάμεσα στο γιν και το γιανγκ (είναι μέρος της συγγραφικής της ευφυΐας ότι δεν κατονομάζει ρητά αυτά τα στοιχεία προτιμώντας τους περισσότερο ουδέτερους όρους «αρσενικό και «θηλυκό»), η επιστροφή σε μια κατάσταση διαυγέστερη και στοιχειωδέστερη λειτουργεί πραϋντικά, καθαρτήρια.

Με βάση, τώρα, την τελική έκβαση ο πολύ ανθρώπινος Σιγκέρου, πρωταγωνιστής του τελευταίου βιβλίου, γοητεύει περισσότερο κι από τον βασικό ήρωα της Τετραλογίας που προηγήθηκε. Ισως γιατί, με όλα του τα ταλέντα και τα χαρίσματα, δεν έπαυσε να είναι «κανονικός», χωρίς μαγικά χαρίσματα· έφτασε εκεί που έφτασε με σκληρή άσκηση, διαλογισμό, οδύνη, αυτοπειθαρχία, περιπέτεια. Ισως γιατί η σκηνή του Κέντζι-Αλεπού που, μέσα στη βροχή, βοηθά τον πανικόβλητο πιτσιρικά να σώσει τον δάσκαλο Ματσούντα Σίγκεν, παραπέμπει σε ό,τι ωραιότερο από Κουροσάβα. Ισως, τέλος, γιατί ο ήρωας Σιγκέρου ευχαριστιέται κι ο ίδιος στο έπακρο την αντι-ηρωική πλευρά της ύπαρξής του. Τη «βρίσκει» με τους σπόρους, με τις καλλιέργειες, με το σεξ.

Η ερωτική ζωή του είναι μέρος κι αυτή μιας μαθητείας, και μάλιστα με φορά αντιστρόφως ανάλογη προς την πολεμική του δόξα. Δεν ανήκει σε κάποιο σκληρό σενάριο-πεπρωμένο, όπως συμβαίνει με τον υβριδικό Τακέο στη συνέχεια. Μια κούπα τσάι αχνίζει, γιαπωνέζικη, χωρίς χερούλι: την αγκαλιάζει και τη νιώθει νοερά ο αναγνώστης στις δυο του παλάμες.

Η πτώση απαιτεί διαφοροποιημένες ερμηνείες. Δυσθυμία και θλίψη εναλλάσσονται με την έξαρση, με έναν όλο και πιο μετρημένο ενθουσιασμό. Ιδανικό βιβλίο για τη μύηση των εφήβων στη μακρά, αργόρυθμη ανάγνωση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή