Γυναίκες δημιουργοί του 1920 – 1930

Γυναίκες δημιουργοί του 1920 – 1930

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επικίνδυνα και για κάποιους σαγηνευτικά παιχνίδια. H Dora Maar σε ένα καφέ του Παρισιού, στο περίφημο Les Deux Magots, το 1936, καρφώνει με ταχύτητα ένα μαχαίρι ανάμεσα στα δάχτυλά της. Προηγουμένως είχε αφαιρέσει ένα μαύρο γάντι με μικρά κόκκινα λουλουδάκια που φορούσε. Δεν καταφέρνει πάντα να μην αστοχήσει και στο τέλος του επικίνδυνου παιχνιδιού, το χέρι της έχει γεμίσει αίμα το οποίο λερώνει το γάντι. Γοητευμένος από την τόλμη και την εκκεντρικότητα της νεαρής φωτογράφου ο Πικάσο της ζητάει να του το χαρίσει και αυτή το κάνει.

Για την Dora Maar (1907-1997) είναι η αρχή της οκτάχρονης σχέσης της με τον Πικάσο και το τέλος της δικής της καλλιτεχνικής ανεξαρτησίας. Ή μήπως όχι; Η δυναμική, κοινωνικά ευαισθητοποιημένη φωτογράφος έμεινε στην ιστορία περισσότερο ως ερωμένη του μεγαλοφυούς και δύστροπου καλλιτέχνη παρά σαν χαρισματική δημιουργός. Εφτιαξε μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες σουρεαλιστικές φωτογραφίες, ενώ πολύ μεγάλο ήταν το φωτογραφικό ενδιαφέρον της για τα φτωχά παιδιά που ζούσαν στον δρόμο.

Στην πρωτοπορία

«Η άλλη όψη του φεγγαριού», μια έκθεση στην οποία παρουσιάζονται 8 γυναίκες καλλιτέχνες, στο περίφημο μουσείο του Ντίσελντορφ Κ20, έρχεται να βάλει λίγο τα πράγματα σε τάξη. Εργα των Sophie Taeuber-Arp, Hannah Hoch, Sonia Delaunay, Dora Maar, Germaine Dulac, Katarzyna Kobro, Claude Cahun, Florence Henri, καταδεικνύουν για άλλη μια φορά πως οι γυναίκες δημιουργοί της δεκαετίας του 1920 – 1930 ήταν σπουδαίες καλλιτέχνιδες, οι οποίες ανήκαν αναμφισβήτητα στην πρωτοπορία της εποχής τους και με το έργο τους επηρέασαν το έργο των επόμενων γενεών.

Οι κυρίες αυτές είχαν σημαντικές συναντήσεις με τους κύριους εκπροσώπους του κινήματος των ντανταϊστών στη Ζυρίχη και αργότερα των σουρεαλιστών στο Παρίσι. Πράγματα που σήμερα είναι αυτονόητα και αδιαμφισβήτητα τότε δεν ήταν. Οι γυναίκες για παράδειγμα στη Γερμανία επιτρεπόταν να σπουδάζουν στις Ακαδημίες Καλών Τεχνών από το 1919. Παρά το εμπόδιο των σπουδών, η δίψα για μάθηση και η περιέργεια για το διαφορετικό υπήρχε.

Η Hannah Hoch (1889-1978) κατάφερε με τα περίεργα κολλάζ και φωτομοντάζ της να ιδρύσει μαζί με τον εραστή της, Raoul Hausman, τον κύκλο των ντανταϊστών στο Βερολίνο και τα έργα της να γίνουν το σύμβολό τους. Η καλλιτεχνική της δημιουργία απέκτησε πάντως πραγματική αυτονομία όταν χώρισε από τον παντρεμένο σύντροφό της και έζησε με τη συγγραφέα Til Brugman. Μια σχέση που δεν συνάντησε όμως την ανοχή των ανδρών συναδέλφων της κι ας ήταν προοδευτικοί ντανταϊστές.

Η Sophie Taeuber-Arp (1889-1943) στάθηκε πιο τυχερή διότι συνδέθηκε με τον πολύ γνωστό Γαλλογερμανό ζωγράφο, γλύπτη και ποιητή Χανς Αρπ, ο οποίος τη στήριξε μεν αλλά μετά τον θάνατό της παραδέχθηκε πόσο μεγάλη ζωγράφος ήταν. Ενα μεγάλο μέρος των 230 έργων που εκτίθενται στο μουσείο Κ20 στο Ντίσελντορφ ανήκουν σε αυτή. Η γεωμετρική φόρμα, τα έντονα χρώματα παραπέμπουν στον μεγάλο Ολλανδό Piet Mondrian. Η ίδια πάντως υπήρξε πρωτεργάτρια του κύκλου των ντανταϊστών στη Ζυρίχη και μια από τις σημαντικές φυσιογνωμίες που έφερναν καλλιτέχνες σε επαφή από όλο τον κόσμο με στόχο την ανάπτυξη ενός διαλόγου. Στο μουσείο, ένα από τα πλέον εντυπωσιακά εκθέματα είναι η αναπαράσταση του Bar Aubette. Η Sophie Taeuber-Arp είχε σχεδιάσει μεταξύ 1926-1928 το διάκοσμο ενός μπαρ, το οποίο προοριζόταν για ένα σπίτι στο Στρασβούργο. Ο αυθεντικός διάκοσμος καταστράφηκε και ξαναφτιάχτηκε σε αναλογίες 1:1 το 1998.

Η διάσημη ζωγράφος συνδέθηκε φιλικά με ένα άλλο διάσημο ζευγάρι καλλιτεχνών, τους Delaunay. H Sonia Delaunay (1885-1979) και η Sophie Arp είχαν επίσης ένα κοινό σημείο. Είχαν σπουδάσει σχέδιο υφασμάτων και η πρώτη ξεχώρισε μάλιστα, ιδρύοντας μια μεγάλη επιχείρηση και τη μάρκα Sonia. Από το 1925 μέχρι και το 1960 τροφοδοτούσε το ολλανδικό πολυκατάστημα πολυτελείας Merz με μοναδικά σχεδιασμένα υφάσματα. Στην έκθεση παρουσιάζεται ένα θαυμάσιο παλτό με γεωμετρικά σχήματα στα χρώματα της γης.

Φωτογράφοι

Ως φωτογράφοι στην έκθεση παρουσιάζονται επίσης η πολύ ιδιαίτερη Claude Cahun και η Florence Henri. Η πρώτη ήταν γόνος εύπορης εβραϊκής οικογένειας και γεννήθηκε το 1894 στην Ναντ της Γαλλίας. Τη μεγάλωσε η γιαγιά της μια και η μητέρα της το μεγαλύτερο διάστημα νοσηλευόταν σε ψυχιατρική κλινική. Σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία αργότερα στο Παρίσι, ενώ η φωτογραφία γι’ αυτήν ήταν περισσότερο μια προσωπική υπόθεση. Κινήθηκε στον κύκλο των σουρεαλιστών στη γαλλική πρωτεύουσα και κατάφερε να κερδίσει την εκτίμηση ακόμα και του Αντρέ Μπρετόν, ο οποίος δεν έτρεφε και μεγάλη εκτίμηση στις γυναίκες καλλιτέχνες.

Η Claude Cahun συνδέθηκε προσωπικά από πολύ νωρίς με την Suzanne Malherbe με την οποία έμεινε μαζί μέχρι το τέλος της ζωής της και με την οποία διατηρούσε ένα καλλιτεχνικό σαλόνι επί 15 χρόνια στο Παρίσι. Στις φωτογραφίες της η Claude Cahun ασχολείται πολύ, σχεδόν με εμμονή, με το θέμα του ανδρόγυνου. Οι δημιουργίες της θεωρούνται πρωτοποριακές για τη γυναικεία ταυτότητα και έχουν μια ιδιαίτερη σημασία, μια και την εποχή εκείνη η φωτογραφία δεν είχε καλλιτεχνική αξία.

Στις φωτογράφους της έκθεσης ανήκει ακόμα η πολυταξιδεμένη Florence Henri (1893-1982), η οποία θεωρείται ανανεώτρια της γαλλικής φωτογραφίας. Η οικονομική άνεση που της εξασφάλισε ο πατέρας της, επέτρεψε έναν μακρόχρονο πειραματισμό και πολλά ταξίδια. Ανάμεσά τους και στην Ελλάδα από όπου παρουσιάζονται και δύο φωτογραφίες στην έκθεση με θέμα το καλοκαίρι και τη θάλασσα. Αρχικά είχε σπουδάσει μουσική, αλλά αργότερα αφιερώθηκε στη ζωγραφική. Οσον αφορά τη φωτογραφία πειραματίστηκε πολύ με διαφόρων ειδών κάτοπτρα και δημιούργησε ένα δικό της ύφος.

Στην έκθεση παρουσιάζεται ακόμη η σκηνοθέτις Germaine Dulac (1882-1942). H ταινία της La coquille et le clergyman θεωρείται η πρώτη σουρεαλιστική ταινία, η οποία δημιουργήθηκε πριν από τη θρυλική ταινία του Luis Bunuel «Ο ανδαλουσιανός σκύλος».

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το έργο της Πολωνέζας γλύπτριας Katarzyna Kobro (1898-1951), η οποία ήταν ρωσικής καταγωγής. Οι φόρμες της απλές, λιτές έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην ανανέωση του κονστρουκτιβισμού. Πολλά από τα έργα της καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κι έτσι ξεχάστηκε και η ίδια.

Τη δεκαετία του 1920 και 1930 αλλά και αργότερα υπήρξαν σπουδαίες καλλιτέχνιδες, οι οποίες δεν καταγράφηκαν στη συλλογική μνήμη, όπως οι άνδρες συνάδελφοί τους, διότι όπως λέει Μάριον Ακερμαν, η διευθύντρια του μουσείου Κ20, δεν πρόκειται για τυχαίο γεγονός. Διευθυντές των μουσείων είναι συνήθως άνδρες, οι οποίοι σπάνια αγοράζουν έργα γυναικών καλλιτεχνών. Και γενικότερα ακόμα και σήμερα στο χρηματιστήριο της Τέχνης, όπως αυτό διαμορφώνεται από μουσεία, γκαλερί, δημοπρασίες, τον πρώτο λόγο είχαν και έχουν οι άνδρες, γεγονός που έχει καθορίσει και το ανάλογο ύφος. Η κ. Ακερμαν πιστεύει πως αυτό αλλάζει σιγά σιγά και στόχος της ίδιας είναι να αγοράσει περισσότερα έργα γυναικών ζωγράφων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή