Μια ζωή στα όρια για τον θρύλο της τζαζ

Μια ζωή στα όρια για τον θρύλο της τζαζ

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΠΙΛΙ ΧΟΛΙΝΤΕΪ
με τη συνεργασία του ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΝΤΑΦΤΙ
Η κυρία τραγουδάει τα μπλουζ
μετ.: Ιουλία Ραλλίδη
εκδ. Αγρα

Το 1958, όταν η Μπίλι Χόλιντεϊ κυκλοφορεί την αυτοβιογραφία της, πραγματοποιεί τη δεύτερη ευρωπαϊκή της περιοδεία, η οποία περιλαμβάνει και μία εμφάνιση στο θέατρο Ολιμπιά του Παρισιού. Οταν επιστρέφει στο Μανχάταν τη μεταφέρουν, σε άθλια κατάσταση από τα ναρκωτικά, στο νοσοκομείο Μετροπόλιταν. Στις 7 Ιουλίου του 1959 θ’ αφήσει την τελευταία της πνοή, σε ηλικία μόλις σαράντα τεσσάρων ετών.

Ο θρύλος της Μπίλι Χόλιντεϊ ξεκινάει από την παιδική της ηλικία, όταν ήδη στα δώδεκα χρόνια της αρχίζει να εμφανίζεται σαν σόλο αρτίστα στη Νέα Υόρκη. Εχει προηγηθεί μια χαμοζωή στη Βαλτιμόρη, μέσα στο γκέτο, δουλεύοντας ως κορίτσι για όλες τις δουλειές σε πορνείο και κατόπιν ως πόρνη, κι ένας εγκλεισμός σε καθολικό αναμορφωτήριο ανηλίκων. Σπουδαία μαγιά, όχι για μυθιστόρημα της πεντάρας, όπως θα φανταζόταν κανείς, αλλά για μία κοπέλα που έμελλε να τραγουδήσει μπλουζ και τζαζ με τον μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο που χάραξε το μέταλλο της Χόλιντεϊ.

Η Χόλιντεϊ αφηγείται τη ζωή της με εκείνη τη σπάνια, γυμνή, αψιμυθίωτη γλώσσα του λαϊκού και βασανισμένου ανθρώπου -ένα κράμα αργκό, μαγκιάς και αφοπλιστικής ειλικρίνειας- που δεν δίνει δεκάρα τσακιστή να εξωραΐσει τίποτε απολύτως. Στην ουσία, ούτε λυπάται ούτε χαίρεται ιδιαιτέρως για ό,τι έζησε, ούτε εκφράζει τον παραμικρό συναισθηματισμό για τα γεγονότα της ζωής της. Σαν να μιλάει για τη ζωή ενός άλλου με τις δικές της χαλεπές εμπειρίες. Και ίσως είναι έτσι, αφού μέσα από τη δική της αφήγηση σκιαγραφείται η τραγική μοίρα τού να είσαι φτωχός και μαύρος τις δεκαετίες ’20, ’30, ’40 και ’50 στην Αμερική. Με την ειδοποιό διαφορά ότι αυτή που αφηγείται δεν είναι οποιαδήποτε. Είναι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια της τζαζ. Η «Lady Day».

Κόσμος αδυσώπητος

Πορνεία, ναρκωτικά, φυλακίσεις, μεροκάματο, έρωτες, ρατσισμός, μουσική δίνουν και παίρνουν σε σημείο βασανισμού στη συγκλονιστική αφήγησή της. Ενας κόσμος σκληρός, αδυσώπητος, διαχωριστικός, αλλά και το ανυποχώρητο πείσμα για επιβίωση, αξιοπρέπεια, ελευθερία, να έχεις αυτό που αξίζεις και όχι αυτό που σου επιβάλλουν. Τον φαύλο κύκλο των ναρκωτικών, των διακρίσεων και των αλλεπάλληλων διώξεων περιζώνει το θαύμα της μουσικής. Η Μπίλι Χόλιντεϊ θα συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα της τζαζ επηρεάζοντας καθοριστικά το στυλ τους -Μπένι Γκούντμαν, Κάουντ Μπέισι, Μπεν Γουέμπστερ, Ρόι Ελντριτζ, Λέστερ Γιανγκ, Οσκαρ Πίτερσον, Αρτι Σόου, Τσάρλι Σέιβερς, μεταξύ πολλών άλλων σπουδαίων-, θα τραγουδήσει από καταγώγια για πενταροδεκάρες μέχρι τα μεγαλύτερα τζαζ κλαμπ και θέατρα, θα ηχογραφήσει δεκάδες τραγούδια (στο σημείο αυτό εξαιρετική είναι η δισκογραφία που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου από τον Αλμπερτ Μακάρθι με όλες τις γνωστές εγγραφές της Χόλιντεϊ), θα προκαλέσει τον θαυμασμό και θα γνωρίσει την καταξίωση, θα ζήσει περιόδους λούσων και χρημάτων, ώσπου θα αφανιστεί από την πρέζα.

Strange fruit

Μου έρχεται στο μυαλό η σπαρακτική, αργόσυρτη, βραχνή φωνή της στο Strange fruit, στις διαφορετικές εκτελέσεις και ηχογραφήσεις του από το 1939 έως το 1956. Ισως δεν υπάρχει συνταρακτικότερη ερμηνεία της, σ’ ένα τραγούδι – σύμβολο της διαφορετικότητας και του άλλου. Η Χόλιντεϊ με εσωτερική δραματικότητα και ευγένεια ανυψώνει τις λέξεις μία μία στον υπέρτατο βαθμό νοήματος και ερμηνείας, σχεδόν τις εξακοντίζει, όχι σαν βέλη, αλλά σαν μαγικά ξόρκια εναντίον της μισαλλοδοξίας.

«Μου ‘χουνε πει πως κανείς δεν λέει τη λέξη «πείνα» σε τραγούδι όπως εγώ. Ούτε τη λέξη «αγάπη». Ισως και να ‘ναι γιατί θυμάμαι τι σημαίνουν τούτες οι λέξεις. Ισως γιατί είμαι τόσο περήφανη ώστε να θέλω να θυμάμαι τη Βαλτιμόρη και το Ουέλφερ Αϊλαντ, το Ιδρυμα Καθολικών και το δικαστήριο Τζέφερσον Μάρκετ, τον σερίφη μπροστά απ’ το σπίτι μας στο Χάρλεμ και τις πόλεις απ’ τη μια άκρη της χώρας στην άλλη, όπου γέμισα χτυπήματα και ουλές, στη Φιλαδέλφεια και στο Ολντερσον, στο Χόλιγουντ, στο Σαν Φρανσίσκο – κάθε γωνιά, πανάθεμά την.

Ολες οι Κάντιλακ και οι μινκ γούνες -και είχα πολλές στη ζωή μου- δεν μπορούν να με κάνουν να τα ξεχάσω. Και σε όλα αυτά τα μέρη, κι απ’ όλο αυτό τον κόσμο, ό,τι έμαθα τα λένε τούτες οι δύο λέξεις. Πρέπει να ‘χεις φαΐ να φας, πρέπει να ‘χεις λίγη αγάπη στη ζωή για να ανεχτείς του καθενός το συναξάρισμα για το πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι σωστά. Αυτό που είμαι κι αυτό που θέλω απ’ τη ζωή, σ’ αυτά τα λόγια κλείνεται».

Η δεύτερη έκδοση της αυτοβιογραφίας -αναπαραγωγή της πρώτης έκδοσης του 1984- διατηρεί τη σκληρή γοητεία της στην κλασική μετάφραση της Ιουλίας Ραλλίδη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή