O Λακάν και η παράνοια αυτοτιμωρίας

O Λακάν και η παράνοια αυτοτιμωρίας

9' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πολλαπλά εφέτος, ανά τον κόσμο, τα αφιερώματα για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Γάλλου ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν. Συζητήθηκαν η αποφασιστική συμβολή του στην εξέλιξη της ψυχαναλυτικής θεώρησης του ασυνειδήτου και στην κατανόηση των νέων κλινικών μορφών της ψυχοπαθολογίας και ο διάλογός του με τη φιλοσοφία και τη σύγχρονη σκέψη.

Ενας ivivo διάλογος με τους χώρους της επιστήμης, της πολιτικής, της τέχνης και της ποίησης, μέσα από τον οποίο η ψυχανάλυση εμφανίζεται ως κατεξοχήν χώρος επεξεργασίας για την άρθρωση ενός κοινωνικού δεσμού, εφόσον επιτρέπει στον άνθρωπο να υποκειμενικοποιήσει το ερώτημά του απέναντι σ’ έναν μεταβαλλόμενο κόσμο. Το επιτρέπει εφόσον αποκαθιστά τη σχέση του υποκειμένου με την αλήθεια, αποκαλύπτοντάς του τη φύση της: ότι είναι πάντα μισο-ειπωμένη τόσο από το ίδιο όσο και από τον Αλλο που φάνταζε πλήρης. H πληρότητα οφειλόταν στο ότι το υποκείμενο έμπαινε στη θέση του κενού, του ανείπωτου από τον Αλλο, στο πλαίσιο μιας θεμελιώδους φαντασίωσης, που του επέτρεψε να αναλάβει το αίνιγμα της επιθυμίας και το κενό της ύπαρξης. Ανακαλύπτει δηλαδή πως φαντάστηκε ότι στο σκοτεινό κενό βρισκόταν η αλήθεια της επιθυμίας του Αλλου, το αντικείμενο α. Και ότι παίρνοντας τη θέση του θα τα κέρδιζε όλα. Αγάπη και Αλήθεια. Πρώτη «θυσία» στον βωμό της αγάπης, πρώτη ομηρεία για την αλήθεια της επιθυμίας. Διαπιστώνει ότι μια σειρά συμπτωμάτων οφείλονταν στην εμμονή της πρώτης εκείνης ομηρείας. Του ανοίγεται το ερώτημα της δικής του επιθυμίας όταν συνειδητοποιεί ότι ο Αλλος μπορεί να μην του έδωσε όλη την αλήθεια του, αλλά το νόημά της: τη δυνατότητα να επιθυμεί. Βρίσκει έτσι το αίτιό της ανάμεσα σ’ έναν Αλλο (τόπο του λόγου των σημαινόντων) και στο αντικείμενο α που υπήρξε γι’ Αυτόν. Αυτά βέβαια συμβαίνουν στην περίπτωση της νεύρωσης, όπου ο Αλλος λειτουργεί ως αινιγματικός. Αντίθετα, στην ψύχωση, το υποκείμενο λειτουργεί ως αντικείμενο απόλαυσης ενός Αλλου ο οποίος τείνει να είναι πλήρης.

Σαν μια γλώσσα

Επειδή ο μεταβαλλόμενος κόσμος αξιών και αλήθειας φαίνεται να εγκαλεί, σήμερα περισσότερο από ποτέ, μια απάντηση, από την ποίηση του εν δυνάμει ασυνειδήτου εξαρτάται η δυνατότητα μιας νέας, βιώσιμης για το υποκείμενο, ισορροπίας. Το ασυνείδητο είναι δομημένο όπως μια γλώσσα είπε ο Λακάν. Ποια είναι όμως η γλώσσα που δομεί το ασυνείδητο στη σύγχρονη κοινωνία;

Ο Αλλος της επιστήμης και της πολιτικής υπόσχεται στο υποκείμενο την ικανοποίηση οιουδήποτε ελλείμματος. H ραγδαία αναπλήρωση του ελλείμματος μοιάζει να αποτελεί το μόνο μέλημα της κουλτούρας αυτού του πολιτισμού που δεν έχει χρόνο να σταθεί απέναντι στην απώλεια ή στον θάνατο. H ταχύτητά του τα εξοστρακίζει από τη λογική της γλώσσας που προτείνει, από τη συμβολική, δηλαδή, ρίζα τους για το υποκείμενο. Ο,τι όμως δεν εγγράφεται στο συμβολικό, επανέρχεται μέσα στο πραγματικό, έλεγε ο Ζακ Λακάν, μιλώντας για τις ψυχώσεις. Πραγματώνεται, θα λέγαμε σήμερα. Οφείλουμε λοιπόν να διαπιστώσουμε ότι η παρατηρούμενη μετάλλαξη των κοινωνικών δομών, μέσω απονενοημένων τεχνικών γονιμοποιήσεων -άγνωστου ή επίλεκτου δότη- κλωνοποίησης και παγκοσμιοποίησης και η πρόσβαση στον κοινωνικό δεσμό μέσω μιας καταιγιστικής υπερπληροφόρησης οδηγούν σε μια… «πτητικά» τοξική εγκατάσταση του φαντασιακού. H ψυχανάλυση έχει ίσως εδώ να επιτελέσει ένα έργο: να διεκπεραιώσει την ανάγνωση της νέας γλώσσας των κοινωνικών δομών, ώστε το υποκείμενο να μπορεί να αναρωτηθεί αν θέλει και πώς μπορεί να τις υιοθετήσει. Να τις επανακοινωνικοποιήσει σε μια γλώσσα επιθυμίας.

Ενα με τη φαντασία

Αυτές οι θεματικές ήταν λίγο πολύ αναμενόμενες στο πλαίσιο των συνεδριακών συζητήσεων. Μη αναμενόμενο, ήταν το συμβάν της 11ης Σεπτεμβρίου. Τότε που η πραγματικότητα έγινε ένα με τη φαντασία σε μια σύντηξη που επιβεβαίωνε την παρανοϊκή πραγμάτωση του κόσμου. Ναι, νομίζω πως έτσι μπορούμε να ονομάσουμε εκείνη τη μέρα όταν το εξοστρακισμένο από τον λόγο υποκείμενο -κόσμος έκανε την αναγκαστική του εμφάνιση μέσα από μια πράξη βίας, χτυπώντας τον άλλο του εαυτό, το ιδανικό του Εγώ -εκείνο που τα έχει όλα- κι έγινε παρανάλωμα έκκλησης για μια ερμηνεία. Αν η ερμηνεία είναι της τάξης ενός ιερού πολέμου στο όνομα του Αλλάχ ή της πάλης μεταξύ καλού και κακού στο όνομα των δυτικών αξιών είναι προφανές ότι λειτουργούμε γι’ αυτή την, παρανοϊκής τάξης, πραγμάτωση του κόσμου.

Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι η τρομοκρατία είναι ένα παράγωγο της πολιτικής. H εξεζητημένη της μορφή, η τζιχάντ, που αποτελεί αίνιγμα για τους Δυτικούς, μας δηλώνει ότι ζούμε σ’ έναν πολιτισμό που μόνο το ολοκαύτωμα της ανθρώπινης ύπαρξης μπορεί πλέον να «τρυπήσει» την εικονική του πραγματικότητα. Δημιουργώντας το σκοτεινό έλλειμμα που τον κοιτάζει αινιγματικά, ανοίγει τον δρόμο για την αναγκαιότητα της ανάδυσης ενός Αλλου… τρωτού. Αν οι δίδυμοι πύργοι συμβόλιζαν την κατοπτρική εικόνα μιας φιλάρεσκης παντοδυναμίας, τώρα έγιναν ο σκοτεινός χώρος μιας υπερ-απόλαυσης, ψυχαναλυτικό ανάλογο της κατά Μαρξ υπερ-αξίας, διαγεγραμμένης όμως επιτακτικά διά του θανάτου.

Ας συνεχίσουμε λοιπόν με τη διαπίστωση ότι στη νέα τάξη της εικόνας που προσφέρθηκε, έκτοτε, η ανθρώπινη υπόσταση συνοψίζεται σε ορισμένα μαύρα ρινίσματα εν είδει… κόμματος που έπεφταν από τα παράθυρα των πύργων, σύμφωνα με τις εφιαλτικές αφηγήσεις ενός αυτόπτη μάρτυρα. Διωγμένα, ξεστρατισμένα κόμματα από το εκρηκτικό κείμενο μιας σελίδας που δεν το άντεξε. Αφού έπεφτε κι αυτή, λευκή ή καμένη, σε πολλαπλά αντίτυπα όπως είδαμε, μέσα στο βουητό της καταστροφής. Το εκρηκτικό κείμενο του 21ου αιώνα στάθηκε για λίγο μετέωρο πριν σωριαστεί στο κάτω μέρος της πραγματικής μας οθόνης. Σελίδα εξαιρετικού βάρους, γεμάτη από «πραγματικό».

Προτείνω να συγκρατήσουμε τον συμβολικό χαρακτήρα του σημείου στίξης. Το σημείο στίξης είναι όντως απαραίτητη ανάσα για τη διαμόρφωση του νοήματος ενός κειμένου. Ασπρο χαρτί, πεταγμένα κόμματα, ένα κενό και το βλέμμα μας. Ιδού τα υλικά για τη συνέχεια της γραφής του. Το βλέμμα μας, δηλαδή, απέναντι στον θάνατο και στο κενό. Υπάρχει η δυνατότητα να βρει τη δια-λεκτική τους σχέση ή μόνον τη μοιραία τους ταύτιση; Το άνοιγμα του αιώνα μάς βρίσκει πλέον σκυμμένους πάνω από το ερώτημα: Τι μπορεί να αρθρώσει το σύγχρονο υποκείμενο, ώστε να αντιμετωπίσει το κενό της παντοδυναμίας του Αλλου μέσα στην ανατροπή της προηγουμένως δεδομένης -έστω μη ικανοποιητικής- ισορροπίας; Είναι μια αρχή. Πάλης ξεκίνημα…

Γενέθλιο κείμενο

Προσωπικά θα στραφώ στον Λακάν και σαν αφιέρωμα για την συγκυρία των γενεθλίων του με την εφιαλτική σύντηξη πραγματικού και φαντασιακού στον αιώνα μας, προτείνω να θυμηθούμε ένα γενέθλιο για τη λακανική ψυχανάλυση κείμενο. Αναφέρομαι στη διατριβή του, η οποία, το 1932, άνοιξε τον δρόμο τόσο για την ψυχαναλυτική προσέγγιση των ψυχώσεων όσο και για την αρχή της λακανικής θεώρησης του ασυνειδήτου. Το θέμα της ήταν «H παρανοϊκή ψύχωση στις σχέσεις της με την προσωπικότητα». Εμφανίζεται μετά τις ψυχαναλυτικές συζητήσεις του 1925-30, οι οποίες προσπαθούσαν να εξηγήσουν γιατί διαπιστωνόταν ύφεση του παραληρήματος μετά τη φυλάκιση ασθενών που είχαν διαπράξει μια παρορμητική εγκληματική πράξη. Το προτείνω όμως για δύο λόγους που έχουν επίσης απόλυτη σχέση με το ερώτημα που έθεσα πριν. O πρώτος λόγος είναι ότι δεν χρησιμοποίησε μόνον τις δεδομένες θεωρητικές προσεγγίσεις, αλλά στάθηκε στο κενό τους, αξιολογώντας τον άγνωστο X του συμπτώματος του ασθενούς και το άγνωστο για τον ίδιο. Και ενώ οι φροϊδικοί κύκλοι έλεγαν πως ο ασθενής θεραπεύθηκε από την ενοχή για τα απαγορευμένα οιδιπόδειά του αισθήματα που τον είχαν οδηγήσει στο έγκλημα, πετυχαίνοντας την αυτοτιμωρία του, ο Λακάν εστιάζει στο αδελφικό σύμπλεγμα και στην επιθετική ενόρμηση που προέρχεται από αυτό. Θεωρεί ότι η αυτοτιμωρία είναι η κοινωνικοποιημένη της μορφή όχι μόνο επειδή αναγνωρίζεται η ενοχή μέσω της ποινικής δίωξης. Αλλά διότι αναγνωρίζεται ως «διχασμός του υποκειμένου εναντίον του και στο επίπεδο του αγαθού του». Και στόχος της διατριβής θα γίνει η διερεύνηση της αινιγματικής χώρας του ναρκισισμού. O δεύτερος λόγος είναι ότι σε αυτή τη no man’s land των ψυχώσεων, εξετάζοντας τις συντεταγμένες της παρανοϊκής πράξης καταλήγει στο συμπέρασμα πως η αναγνώριση της αυτοτιμωρητικής της διάστασης από το ίδιο το υποκείμενο, αποτελεί κοινωνικό δεσμό, εφόσον αποκαθιστά ένα νόημα που συνδέει υποκείμενο-πράξη-κόσμο.

Η «Αγαπημένη»

Επιλέγει την περίπτωση της «Αγαπημένης», η οποία πάσχει από παραλήρημα καταδίωξης. Τα πρώτα συμπτώματα εκδηλώνονται με την εγκυμοσύνη της και ύστερα από την άφιξη της αδελφής της στο σπίτι της, η οποία παίρνει στα χέρια της τη διαχείριση των πάντων. Πιστεύει ότι οι διώκτες της θέλουν να σκοτώσουν το παιδί της και να την εμποδίσουν να φέρει εις πέρας την ιερή της αποστολή. Τους θεωρεί φταίχτες της κοινωνικής δυστυχίας. Θέλει να πραγματοποιήσει την «αδελφότητα λαών και φυλών». Επεται μια σειρά παρορμητικών πράξεων, ώσπου επιτίθεται με μαχαίρι σε μια διάσημη ηθοποιό. Για την «Αγαπημένη», που κυριαρχείται από την αδελφή της, αλλά υποκαθιστά το μίσος της προς αυτήν με μια σειρά αντικειμένων που την καταδιώκουν, η αυτοτιμωρία εμφανίζεται σαν δικαίωμα στη διά νόμου τιμωρία για εξαγνισμό από την ενοχή και το παραλήρημα εξαφανίζεται με την επίτευξη των στόχων. Κατασιγάζει, όμως, εντελώς, επισημαίνει ο Λακάν, μόνον όταν συνειδητοποιεί ότι χτύπησε τον ίδιο της τον εαυτό, την εικόνα της, το είδωλό της. Αυτή η συνειδητοποίηση αποτελεί την κοινωνικοποίηση της αυτοτιμωρίας. Εδώ αρχίζει για τον νεαρό ψυχίατρο η έρευνα της δομής του υποκειμένου που θα τη συνεχίσει τέσσερα χρόνια αργότερα με το «Στάδιο του καθρέφτη». Αν αποπειραθούμε μια αναλογία με την παρανοϊκή πράξη της 11ης Σεπτεμβρίου, διαπιστώνουμε ότι απέχουμε πολύ από μια ενδεχόμενη ίαση, δεδομένου ότι ΗΠΑ και Αγγλία φαίνεται να ευελπιστούν στην ίαση του πολιτισμού από την τρομοκρατία μόνο μέσω της διά νόμου τιμωρίας.

Προσέγγιση της ψύχωσης

Στο σημείο αυτό, αξίζει να σταθούμε στον τρόπο με τον οποίο ο Λακάν προσέγγισε την ψύχωση στο ξεκίνημά του. H ψύχωση, έλεγε, είναι ένας τύπος «αντίδρασης της προσωπικότητας σε ζωτικές καταστάσεις που δεν ορίζονται παρά μόνο από την ανθρώπινη σημασία τους, όντας η ίδια υψίστης σημασίας, δηλαδή από μια σύγκρουση ηθικής συνείδησης».

Θα τη μελετήσει ως φαινόμενο της προσωπικότητας για να επισημάνει:

– Την ανθρώπινα κατανοήσιμη σημασία της, δηλαδή τον κοινωνικό της χαρακτήρα.

– Το άνοιγμά της προς την κοινωνική συμμετοχή, δηλαδή το ότι μέσω διανοητικών διαταραχών η ασθενής μπόρεσε να έχει μια επαφή με το περιβάλλον της, πιο οικεία από εκείνη που της πρότεινε η κοινωνική της κατάσταση.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια «νέα τάξη» πραγμάτων στη θεραπεία των ψυχώσεων, η οποία δεν διαγράφει, σε αντίθεση με την επικαιρότητά μας, τη σπουδαιότητα του νοήματος της πράξης για το υποκείμενο. Τουναντίον, τείνει να το ορίσει, διότι ο Λακάν δεν ταυτίζει την ψύχωση με έκπτωση διανοητικών λειτουργιών και έλλειμμα νοήματος. Αντίθετα, επιμένει στο ότι χρειάζεται να ορίσουμε το νόημα αυτού του εμπρόθετου ισοδυνάμου που είναι το παραλήρημα και εκείνο που αποτελεί νόημα για τον ασθενή και τον ψυχίατρο.

Ποιο είναι το νόημα που προτείνει η σύγκρουση της 11ης Σεπτεμβρίου;

Αναζητούνται και διαπιστώνεται:

– O κοινωνικός της χαρακτήρας: το παραληρηματικό της περιεχόμενο εξαρτάται από τη γλώσσα της φαντασιακής πληρότητας που προτείνει ο πολιτισμός του 21ου αιώνα.

– Το άνοιγμά της προς την κοινωνική συμμετοχή: λόγω της σύγκρουσης, μπορεί ίσως να εντοπισθεί εκείνο που λείπει από τη λογική τής προτεινόμενης γλώσσας.

Αν η αυτοτιμωρία κοινωνικοποιήθηκε σε επίπεδο γλώσσας, το 1932, εγκαινιάζοντας την έρευνα ενός υποκειμένου διχασμένου και παγιδευμένου στο φαντασιακό του, τόσο για την «Αγαπημένη» όσο και για τον Ζακ Λακάν, τι μέλλει γενέσθαι με την αυτοτιμωρία του 2001;

Το προτεινόμενο παγκόσμιο μοντέλο της 11ης Σεπτεμβρίου καταργεί την ετερότητα, ενώ φαίνεται ότι διέπεται από δύο λογικές: Της πληρότητας στην παντοδυναμία, όπου επικρατεί η παρανοϊκή ταύτιση με τον άλλο. O άλλος είναι η αιτία των δεινών και το λάθος είναι πάντα αλλού. Ξέρουμε βέβαια ότι για να ζήσει κανείς μ’ έναν παρανοϊκό γίνεται βαθύτατα μελαγχολικός.

Της ανθρώπινης θυσίας. Εδώ το υποκείμενο, γίνεται πυρακτωμένο αντικείμενο απόλαυσης σ’ ένα θρησκευτικό παραλήρημα κι έρχεται να ευνουχίσει έναν κραταιό και παντοδύναμο Αλλο. Απαντά έτσι στη λογική της πληρότητας επισημαίνοντας τη λειτουργικότητα του κενού. Προς το παρόν, η μία δια-φωτίζεται από την άλλη ως προς εκείνο που της λείπει: το αίτιο της επιθυμίας. Μήπως οφείλουμε να συγκρατήσουμε μόνο την αναγκαιότητα της συμβολικής διαλεκτικής τους και όχι την πραγμάτωσή της;

* H Χρύσα Λάγιου είναι ψυχίατρος, ψυχαναλύτρια, μέλος της Διεθνούς των Φόρουμ του Λακανικού Πεδίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή