Σε ποιον ανήκει το Μέγαρο Μουσικής;

Σε ποιον ανήκει το Μέγαρο Μουσικής;

8' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Φιλοπερίεργος φίλος μού έστειλε το παρακάτω απόσπασμα από την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αριθμός φύλλου 426 της 2ας Μαρτίου 2004, δηλαδή πέντε ημέρες πριν από τις εκλογές και του τέλους της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Παρέχουμε την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) για την κάλυψη δανείου της στον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (OMMA) ποσού ενενήντα εκατομμυρίων (90.000. 000) ευρώ με σκοπό τη μερική χρηματοδότηση της ολοκλήρωσης των έργων της B΄ φάσης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

Με την εγγύηση αυτή, το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του OMMA που απορρέουν από τη σύμβαση του δανείου που έχει υπογραφεί μεταξύ αυτού και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB), σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης ληξιπρόθεσμης δόσης ή τόκων εκ μέρους του ΟΜΜΑ.

Μέχρι τώρα ήξερα ότι τέτοιου είδους εγγυήσεις το Δημόσιο παρέχει στις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις, οι οποίες διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, σταθερή πελατεία και σταθερά έσοδα, π.χ. στη ΔΕΗ, στον OTE, στον ΟΣΕ κ.λπ. Δεν γνωρίζω ακριβώς το νομικό καθεστώς από το οποίο διέπεται το Μέγαρο Μουσικής και αν μπορεί να θεωρηθεί κρατικός οργανισμός, όπως π.χ. είναι το Εθνικό Θέατρο. Ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι είναι ιδιωτική υπόθεση και λειτουργεί ανεξάρτητα και ανεξέλεγκτα. Και οπωσδήποτε δεν είναι μεγάλη επιχείρηση.

Επειδή όμως το Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο χορηγείται η εγγύηση φέρει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του τότε υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Νίκου Φαρμάκη υποθέτω ότι έχουν ελέγξει τη νομιμότητα της εγγύησης. Μετά την πρόσφατη ξενάγησή του στο Μέγαρο Μουσικής ο υφυπουργός Πολιτισμού, ο κ. Πέτρος Τατούλης, δήλωσε: «Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών είναι Μέγαρο του ελληνικού Δημοσίου και θα πρέπει με σοβαρότητα να δώσουμε συγκεκριμένες λύσης».

Αγνωστο πού στηρίζεται ο κ. υφυπουργός για να δηλώνει ότι «είναι του ελληνικού Δημοσίου», δηλαδή ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου. Εκείνο που γνωρίζουν όλοι είναι ότι ανεγέρθηκε με χρήματα του ελληνικού Δημοσίου, σχεδόν εξ ολοκλήρου και ότι συντηρείται από το ελληνικό Δημόσιο, επίσης σχεδόν εξ ολοκλήρου. Οτι ανήκει και ελέγχεται από το ελληνικό Δημόσιο κανείς δεν το γνωρίζει και ούτε θα μπορούσε να το φαντασθεί. Θα πρέπει, λοιπόν, ο κ. υφυπουργός να μας αποσαφηνίσει «με σοβαρότητα» ποιες «συγκεκριμένες λύσεις» έχει κατά νουν και τι αυτές αφορούν. Για να τον διευκολύνουμε επαναλαμβάνουμε τα ερωτήματα που διατυπώνονται από πολλούς.

Πρώτο ερώτημα, σε ποιον ανήκει κατ’ ιδιοκτησία το Μέγαρο Μουσικής, ποιο είναι το νομικό του καθεστώς και αν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ελέγχεται από το Δημόσιο, στα οικονομικά του, στη λειτουργία του, στους σκοπούς του.

Ποια «έργα» (κατασκευές) περιλαμβάνει το Μέγαρο Μουσικής, πόσο κόστισαν και ποιο μέρος του κόστους κάλυψε το Δημόσιο. Εξυπακούεται ότι αδιαφορούμε παντελώς για το κόστος, αν καλύφθηκε με χρήματα προερχόμενα από άλλες πηγές πλην του Δημοσίου και των προγραμμάτων της Ε.Ε.

Είναι γνωστό ότι με κοινή ευθύνη του τότε υΠΕΧΩΔΕ κ. K. Λαλιώτη, του τότε υπουργού Πολιτισμού κ. Ευ. Βενιζέλου (αν δεν κάνω λάθος) και τού τότε δημάρχου κ. Δ. Αβραμόπουλου αφέθηκε… να καταπατηθεί «νομίμως» το μισό πάρκο Ελευθερίας για να διαμορφωθεί υπόγειο γκαράζ, με την υπόσχεση ότι θα αποκατασταθεί και θα επιστραφεί το «καταπατηθέν». Αναρτήθηκαν μάλιστα και γιγαντοαφίσες με τα σχέδια της αποκατάστασης για να διασκεδαστούν οι διαμαρτυρίες. Το σημερινό τοπίο δεν μοιάζει καθόλου ούτε με το προηγούμενο ούτε με εκείνο των γιγαντοαφισών. Ούτε είναι βέβαιο αν, πότε και σε ποιο ποσοστό θα επιστραφεί το «καταπατηθέν».

Η διερεύνηση αυτών των ερωτημάτων θα βοηθούσε κι εμάς να καταλάβουμε και τον κ. υφυπουργό να δώσει με «σοβαρότητα συγκεκριμένες λύσεις».

Για μια Εκκλησία λαϊκή, ανεξάρτητη και δημοκρατική

Οι πλέον δυστυχείς για την ιστορική αποτυχία της κυπριακής ηγεσίας να διαπραγματευθεί, στη Λουκέρνη και πριν από τη Λουκέρνη, το Σχέδιο Ανάν (περί αυτού ακριβώς πρόκειται) θα πρέπει να είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, οι εναπομείναντες στην Πόλη Ελληνες και όσοι αναγκάσθηκαν να εκπατρισθούν. Ανέκαθεν το Πατριαρχείο, και με το δίκιο του, θεωρούσε το Κυπριακό ως αιτία των δεινών του και του ξεκληρισμού των Ελλήνων της Πόλης. Και προσδοκά πάντοτε την επίλυση των προβλημάτων του από μια ραγδαία βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, τώρα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σαν να ανήκουμε πάλι σε ενιαία αυτοκρατορία, όπου το Πατριαρχείο είχε αναμφισβήτητο ηγετικό ρόλο στο «Γένος». Το Πατριαρχείο είχε πάντοτε την αντίληψη πολυεθνικής αυτοκρατορίας και μέσα σε αυτήν αντιλαμβανόταν τον εαυτό του και από αυτήν πήγαζε η οικουμενικότητά του. Ισως από ένστικτο και πείρα 1.700 ετών αντιλαμβάνεται ότι τώρα θα τεθεί ζήτημα νέων σχέσεων του έθνους και υπερεθνικής ολοκλήρωσης, γι’ αυτό έχει αντικαταστήσει τον συγκεκριμένο όρο «έθνος» με τον ασαφή όρο «Γένος» και σπεύδει να διεκδικήσει και να κατοχυρώσει τα δικαιώματά του και τον ρόλο του ως πνευματικής ηγεσίας σε μια πολυεθνική και πολυθρησκευτική Ενωμένη Ευρώπη.

Ποτέ δεν κατανόησε το εθνικό κίνημα των Βαλκανίων και τον αγώνα των λαών για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Σε όλες τις περιπτώσεις αντιτάχθηκε στην εθνική χειραφέτηση και έχουν δίκαιο οι Τούρκοι ιστορικοί που θεωρούν στρατηγικό σφάλμα της οθωμανικής κυβέρνησης που απαγχόνισε τον Πατριάρχη Γρηγόριο E΄ το 1821. Ηταν ο μόνος «που μπορούσε να καταστείλει την επανάσταση της Πελοποννήσου», μια ασήμαντης οθωμανικής επαρχίας! Οπως ακριβώς είχε κάνει και για το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία.

Το έθνος, το εθνικό κράτος, το «κράτος δικαίου» και όλα τα συναφή, μεταξύ των οποίων και η Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, η ανεξάρτητη εθνική Εκκλησία, όλα αυτά ήσαν προϊόντα του Διαφωτισμού, τον οποίο το Πατριαρχείο όχι μόνο ποτέ δεν αποδέχθηκε, αλλά τον καταπολέμησε με καλογερικό φανατισμό. Προχθές, μόλις, με ασυγκράτητο μίσος και απέχθεια για τον Διαφωτισμό, ο άγιος Περιστερίου είπε στην τηλεόραση, ότι η Αυτοκεφαλία ήταν τέκνο του! Πράγματι, έτσι είναι, ο άγιος Περιστερίου είχε δίκαιο.

Αλλά επειδή το έθνος και ό,τι εθνικό διαθέτουμε είναι τέκνα του Διαφωτισμού κάποτε πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τους λογαριασμούς μας μαζί του, όπως έκανε όλη η Ευρώπη. Τον αποδεχόμαστε ή τον απορρίπτουμε. Δεν μπορεί άλλοτε να τον αποδεχόμαστε και άλλοτε να τον απορρίπτουμε, γιατί συχνά οδηγούμαστε σε τραγελαφική συμπεριφορά, σε εθνικιστικά ή φεουδαρχικά αδιέξοδα. Σήμερα ένας βαμμένος εχθρός του Διαφωτισμού, ο οποίος και το δήλωσε και εμπράκτως το έδειξε, ο Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, εμφανίζεται ως υπερασπιστής της Αυτοκεφαλίας, που πράγματι είναι τέκνο του Διαφωτισμού, θα μου πείτε ότι έτσι γράφεται και πορεύεται η ιστορία, μέσα από αντιφάσεις, ίντριγκες και προσωπικές φιλοδοξίες. Ταυτόχρονα όμως είναι και δείγματα ψυχικού διχασμού που παραλύει ένα έθνος. Αν π.χ. οποιαδήποτε κυβέρνηση επιχειρήσει να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς με τον Διαφωτισμό σε έναν μόνο τομέα, στη δημόσια εκπαίδευση, θα βρεθεί την επομένη ενώπιον του διχασμένου έθνους. Γι’ αυτό όλες οι κυβερνήσεις την αφήνουν να μετεωρίζεται ανέμελα μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος!..

Η Αυτοκεφαλία συνδέεται άρρηκτα με την ιδρυτική πράξη του νεοελληνικού κράτους, την Επανάσταση του 1821. Και όπως η τελευταία αποτελεί άρνηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας και βίαιο αποχωρισμό από αυτήν έτσι και η ανεξάρτητη εθνική Εκκλησία, από την αρχή, απορρίπτει τους δεσμούς με το οικουμενικό κέντρο, που συνέβαινε να είναι εξάρτημα και παρακολούθημα της πολυεθνικής και πολυθρησκευτικής αυτοκρατορίας. Ετσι ετέθη τότε το ζήτημα, με όρους πολιτικούς. Με τους ίδιους όρους ετέθη και από τους Βαυαρούς, που μετά τον Καποδίστρια προσπαθούσαν να στήσουν και να θεσμοθετήσουν το εθνικό κράτος, που κοτσαμπάσηδες, δεσποτάδες και καπεταναίοι το ήθελαν δικό τους. Μερικοί σήμερα ισχυρίζονται ότι η ανακήρυξη της Αυτοκεφαλίας ήταν πραξικοπηματική, λες και η Επανάσταση, από την οποία πήγασε είχε άλλο νομιμοποιητικό γεγονός πέρα από το δίκαιο της ελευθερίας, τη δύναμή της και την αποφασιστικότητά της.

Με τους ίδιους πολιτικούς όρους, και όχι εκκλησιολογικούς, τίθεται και σήμερα το ζήτημα. H Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, όπως και όλα τα άλλα θρησκευτικά δόγματα, δρα ελεύθερα σε όλη την εθνική επικράτεια υποκείμενη στο νόμο. Ποιος θα ανεχόταν την Καθολική Εκκλησία της Ελλάδας, αν έθετε τις προσταγές του Βατικανού υπεράνω του νόμου του ελληνικού κράτους.

Ακούγονται φωνές ότι οι Ιεροί Κανόνες είναι πάνω από το Νόμο, ότι οι νόμοι διέπουν τις σχέσεις των πολιτών ενώ οι Ιεροί Κανόνες τις σχέσεις της Εκκλησίας. Αν αφήσουμε κατά μέρος την «ιερότητα» των κανόνων, και πάλι είναι ακατανόητο ότι ο νόμος μιας δημοκρατικής χώρας έχει περιορισμένη ισχύ. Παραβιάσεις του νόμου σημειώνονται καθημερινώς, αλλά δεν μπορούμε να δεχθούμε εκπτώσεις από την αντίληψη που έχουμε για το κύρος και την ισχύ του νόμου. Θα είναι σα να υπονομεύουμε το εθνικό κράτος. Το οποίο μας είναι πολύτιμο ακριβώς σε μια υπερεθνική ολοκλήρωση.

Με αυτούς τους όρους έκανε πολύ καλά η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος και προχώρησε στην εκλογή των τριών μητροπολιτών στις χηρεύουσες μητροπόλεις των… «νέων χωρών». Αλλωστε η σύγκρουση της Πατριαρχικής Πράξης του 1928 με τον ελληνικό νόμο επισημάνθηκε από την πρώτη αρχή, δεν είναι κάτι καινούργιο. Δόθηκαν λύσεις «κατ’ οικονομίαν», αλλά ποτέ δεν υπερίσχυσε του νόμου. Και δεν θα υπερισχύσει ούτε τώρα. Αυτού του είδους η οικουμενικότητα μπορεί να αποτελούσε συνδετική ιδεολογία στον κατακερματισμένο φεουδαλικό κόσμο και τις πολυεθνικές αυτοκρατορίες. Σήμερα μας είναι άχρηστη και βλαβερή.

Πολύ καλά έκανε και η ελληνική κυβέρνηση που δήλωσε ότι θα εφαρμόσει τον νόμο και θα επικυρώσει την εκλογή. Θα ήταν ακόμα πιο καλά αν δεν χρειαζόταν αυτή η επικύρωση, αν η Εκκλησία ήταν χωρισμένη από το κράτος και πλήρως ανεξάρτητη ρύθμιζε δημοκρατικά τα του οίκου της, τηρώντας τους ελληνικούς νόμους, όπως όλοι εμείς, πιστοί και άπιστοι. Αν οι πιστοί και ο κλήρος των τριών μητροπόλεων εξέλεγαν αυτοί τον μητροπολίτη τους, αναβιώνοντας την αρχαία παράδοση. H Αυτοκεφαλία είναι ένα μεγάλο και αποφασιστικό βήμα προς αυτές τις κατευθύνσεις.

Η Ιεραρχία των γηραλέων και αλληλοκατηγορουμένων μητροπολιτών, είναι ανίκανη να ανοίξει αυτούς τους δρόμους. Πιθανόν κάτι να προκύψει από την αντιπαράθεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είναι ευκαιρία για συνολική εκκαθάριση μιας υπόθεσης που εκκρεμεί περίπου δύο αιώνες…

Να φτάσουμε στο τέρμα

Εκείνο που θα μείνει στην Ιστορία είναι ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης τσακώθηκε με τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος, διεκδικώντας χωράφια, μητροπόλεις, εισοδήματα και διοικητικές αρμοδιότητες. Για κτηματικές διαφορές! Συνεκάλεσε «μεγάλη σύνοδο» αρχιερέων στο Φανάρι και επέβαλε πειθαρχικές ποινές.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν έπρεπε να φτάσουν ώς εκεί τα πράγματα και ότι ο Προκαθήμενος έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να φτάσουν εκεί. Μπορεί να έχουν δίκαιο. Τώρα όμως που έφτασαν εκεί είναι αργά να γυρίσουμε πίσω, ας προχωρήσουμε ώς το τέρμα: προς μια Εκκλησία ανεξάρτητη, αυτοελεγχόμενη και αυτοδιοικούμενη, ανοιχτή και δημοκρατική, όπως ταιριάζει στην κοινωνία μας. Το Φανάρι είναι ελεύθερο να ιδρύσει τις δικές του εκκλησίες, όπως ελεύθερο είναι και οποιοδήποτε άλλο θρησκευτικό δόγμα. Οχι μόνο στις «νέες χώρες» αλλά και στις «παλιές». Υπό ένα μόνο όρο: ότι θα σέβεται και θα τηρεί τους ελληνικούς νόμους. H ανάκληση των Πατριαρχικών και Συνοδικών πράξεων του 1928 δεν είναι απειλή. Είναι τακτοποίηση μιας υπόθεσης που εκκρεμεί…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή