Ενοχές από ένα αποτρόπαιο έγκλημα την περίοδο της Κατοχής…

Ενοχές από ένα αποτρόπαιο έγκλημα την περίοδο της Κατοχής…

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το μυθιστόρημα της Βάσας Ξανθάκη-Σολωμού «Το σπίτι με τις Δύο Πόρτες». Οι εκδόσεις «Κέδρος» θα παρουσιάσουν το νέο μυθιστόρημα την Τρίτη, 31 Μαΐου και ώρα 8 μ.μ. στο θέατρο Μεταξουργείο (οδός Ακάδημου 13), όπου η Αννα Βαγενά και οι συνεργάτες της θα μεταφέρουν στη σκηνή σελίδες του μυθιστορήματος.

Το «σπίτι» ένα παλιό αρχοντικό στα Αμπελάκια Θεσσαλίας με ζωή τουλάχιστον δύο αιώνων, είναι υπαρκτό, υπήρξε και, κάπως αλλοιωμένο, εξακολουθεί να υπάρχει. Γύρω του πλέκεται η ζωή και η διαδοχή των γενεών, όπως ο μεταξοσκώληκας πλέκει το κουκούλι (αναφέρομαι σε αντίστοιχη περιγραφή από το βιβλίο). Αρκετά από τα πρόσωπα επίσης υπήρξαν (ένα δύο ζουν ακόμη) και «παίζουν» στο μυθιστόρημα με το πραγματικό τους όνομα. Πολλά γεγονότα είναι αναγνωρίσιμα και οι περιγραφές του σπιτιού είναι πραγματικές και ακριβείς. Περιγράφουν με ακρίβεια υπαρκτά πράγματα. Ενα σπίτι παλιό, με τις ιστορίες και τους θρύλους που το συνοδεύουν, με τα όσα έχουν δει οι τοίχοι και τα παράθυρά του, με οκτώ ή δέκα γενιές να έχουν περάσει από μέσα του είναι από μόνο του ένα μυθιστόρημα. Ετσι, παρά τις συνεχείς αναφορές σε υπαρκτά πρόσωπα και γεγονότα «Το σπίτι με τις Δύο Πόρτες» είναι γνήσιο μυθιστόρημα, δηλαδή μυθοπλασία.

Για μένα, όμως, που γεννήθηκα και μεγάλωσα στο ίδιο χωριό (η Βάσα είναι πρώτη εξαδέλφη μου), που θυμάμαι πρόσωπα και γεγονότα και αναγνωρίζω τοποθεσίες, μου είναι πολύ δύσκολο να διαβάσω το βιβλίο ως μυθιστόρημα. Δεν μπορώ να ξεφύγω από τον κλοιό της Ιστορίας και το διαβάζω σαν ιστορία. Και φοβάμαι ότι χάνω την αλήθεια του, την αλήθεια του μυθιστορήματος, που είναι πιο αληθινή από την ιστορία.

Ο λόγος που γράφω σήμερα γι’ αυτό το βιβλίο έχει σχέση με την ιστορία και την πολιτική.

Δυο πραγματικά γεγονότα ρίχνουν τη σκιά τους στο «Σπίτι με τις Δύο Πόρτες»: Ενας αταβιστικός κακοήθης παιδικός διαβήτης με τρία ή τέσσερα βεβαιωμένα θύματα στις δύο τελευταίες γενιές, με τελευταίο την κόρη της συγγραφέως. Και το δεύτερο γεγονός είναι η δολοφονία του πατέρα της, του δάσκαλου Σωκράτη Σολωμού, από τις οργανώσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αυτά τα δύο γεγονότα είναι παρόντα και όταν ακόμη δεν αναφέρονται σε όλες τις χαρές και τις λύπες.

Για το πρώτο γεγονός δεν έχει κανείς να πει τίποτα, εκτός από το θρήνο και τη βασανιστική μνήμη, ούτε η συγγραφέας έχει να πει τίποτα περισσότερο. Είναι σαν τη μοίρα και έρχεται από βάθη σκοτεινά και ανεξερεύνητα. Για το δεύτερο, τη δολοφονία, θα είχα να πω πολλά και ευχαριστώ που μου δίνεται η ευκαιρία να τα πω.

Τόσα χρόνια βαδίζοντας στην αριστερή όχθη του ποταμού, στην οποία επιμένω και προσπαθώ να στέκομαι, αισθανόμουνα αυτή τη δολοφονία ως προσωπική ενοχή. Οχι γιατί ήταν ένα φρικτό αλλά περιστασιακό έγκλημα αλλά περισσότερο γιατί ήταν ένα ανόητο έγκλημα, χωρίς καμιά αιτίαση, που όμως, την εποχή που διαπράχθηκε αντανακλούσε (και ήταν το αποτέλεσμα) γενικότερης πολιτικής στάσης της Αριστεράς και ρίχνει πάνω της βαρύτατη σκιά ενοχής.

Θα μου πείτε γιατί τώρα αυτή η αναμόχλευση των παθών; Γιατί δεν είναι αναμόχλευση και δεν πιστεύω ότι η λήθη φέρνει την εθνική συμφιλίωση. Δεν χρειάζεται να ξεχάσουμε τίποτα. Εκείνο που χρειάζεται είναι να κατανοήσουμε πώς και μέσα από ποιες σκοτεινές διαδικασίες ένα όραμα και μια ιδέα μπορεί να καταλήξει στο έγκλημα.

Η ίδια η Αριστερά, για να έχει λόγους ύπαρξης, οφείλει να ερευνήσει τη σκοτεινή αυτή πλευρά της ιστορίας της και αυτή μόνο μπορεί να το κάνει. Το χρωστάει στις επόμενες γενιές των αριστερών. Ισως το τελευταίο γραπτό του αφοσιωμένου ως τέλος στην Αριστερά ιστορικού, του Φίλιππου Ηλιού, πέντε αράδες που έστειλε, ανήμπορος πια να παραστεί σε μια παρουσίαση βιβλίων που αναφερόταν και σε εκείνα τα χρόνια (συλλογικό έργο που επιμελήθηκε ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Χάγκεν Φλάισερ) ήταν μια ύστατη προτροπή να ερευνηθεί η «κόκκινη τρομοκρατία» (έτσι την αποκαλούσε), της Κατοχής και του Δεκέμβρη του 1944.

Τον Δάσκαλο Σωκράτη Σολωμό (θα εξηγήσω γιατί με Δ κεφαλαίο) τον θυμάμαι περισσότερο σαν δάσκαλο στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και λιγότερο σαν θείο. Συμπλήρωσα μέσα μου την προσωπικότητά του από μεταγενέστερες διηγήσεις. Ηταν προσωπικότητα πολύ ευρύτερη ενός ιστορικού μεν αλλά ασήμαντου χωριού όπως τα Αμπελάκια, τα οποία δεν θέλησε να εγκαταλείψει και όταν ακόμη οι απειλές για τη ζωή του ήταν φανερές. Δεν πιστεύω ότι ήθελε να συναντήσει τη μοίρα του. Μάλλον δεν πίστευε ότι θα αποτολμούσαν ένα τέτοιο έγκλημα.

Πολυτάλαντος και πολύγλωσσος, εξαίρετος δάσκαλος, καλός μουσικός και καλός ζωγράφος, είχε διδάξει στην Αμπέτειο Σχολή της ελληνικής παροικίας του Καΐρου. Γνήσιος δημοκράτης, φανατικός οπαδός του Ελευθερίου Βενιζέλου και ορκισμένος αντίπαλος της τετραυγουστιανής δικτατορίας δολοφονήθηκε μαζί με τον επίσης δημοκράτη και φιλελεύθερο Ευθύμιο Ευθυμιάδη, τον νονό μου… Δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό, τέτοια αποτρόπαια περιστατικά σημειώθηκαν την ίδια εποχή σε όλη την ανταρτοκρατούμενη Ελλάδα. Διερωτώμαι αν εκείνο που ενοχλούσε μερικά «επαναστατικά» μυαλά ήταν ακριβώς το δημοκράτης και φιλελεύθερος…

Παραθέτω μικρό απόσπασμα, σαν δείγμα γραφής, από «Το σπίτι με τις Δύο Πόρτες» της Βάσας Ξανθάκη – Σολωμού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή