Για την ποιότητα στην τηλεόραση

Για την ποιότητα στην τηλεόραση

5' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αποτελεί μόνιμη διάσταση του πολιτιστικού μας βίου η κατακραυγή για την κακή ποιότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων, που συχνά θίγουν και το γούστο του τηλεθεατή και τη νοημοσύνη του. Εχει μάλιστα κατασκευαστεί και ειδική μειωτική λέξη για την τηλεόραση, το «χαζοκούτι». Αλλά δεν ξέρω πόσο γενική είναι αυτή η αποδοκιμασία, αφού υπέρτατος κριτής που καθορίζει τα προγράμματα είναι η θεαματικότητά τους και αυτή μετριέται πολύ προσεκτικά από τους διαφημιστές και τους διαφημιζομένους. Βέβαια, η εμπορική επιτυχία δεν δίνει πιστοποιητικά καλής ποιότητας -ποιος τα δίνει;- αλλά κάποια κοινωνική σημασία πρέπει να έχει και το γεγονός ότι πολλές κακές εκπομπές έρχονται πρώτες σε επιτυχία.

Ας επιτραπεί εδώ μια προσωπική αναφορά: ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που, πριν από τριάντα περίπου χρόνια, αγωνίστηκα -με τον λόγο και με τη γραφή- για το σπάσιμο του κρατικού μονοπωλίου στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση που προβλεπόταν από τον νόμο και επιτρεπόταν από το Σύνταγμα. O πρώτος λόγος αυτού του αγώνα ήταν, βέβαια, η αφόρητη ιδεολογική πολιτική και κομματική μονομέρεια που εξασφάλιζαν οι κυβερνήσεις με το μονοπώλιο αυτό, νοθεύοντας έτσι την ισότητα των όπλων στη δημοκρατική αναμέτρηση. Αλλά την πολιτική μονομέρεια ακολουθούσε (μετά μια σύντομη αναλαμπή το ’64 και το ’65) και η πολιτιστική: ακόμη και όταν οι εκπομπές δεν άφηναν να διαφανούν κάποιες επιβιώσεις της παλαιάς εμφυλιοπολεμικής εθνικοφροσύνης, πάντως έδειχναν ένα διάχυτο πνεύμα συντηρητισμού, εχθρικό προς κάθε ριζοσπαστική αναζήτηση.

Το μονοπώλιο έσπασε, αλλά μετά μερικά χρόνια λειτουργίας ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών, αγανακτισμένος από την ποιότητα των εκπομπών αλλά και από άλλες παρανομίες που διαπράττονταν, δεν δίστασα -ή μάλλον δίστασα αλλά κατανίκησα τους δισταγμούς μου- να δηλώσω δημόσια: mea culpa, έκανα λάθος, ο αγώνας έπρεπε να στοχεύει στη θέσπιση εγγυήσεων πολυφωνίας, πολιτικής και πολιτιστικής, στην κρατική τηλεόραση. H αγανάκτηση μπορεί να ήταν δικαιολογημένη, η ομολογία του λάθους μπορεί να ήταν συμπαθής, αλλά η τοποθέτηση κατά της ιδιωτικής τηλεόρασης ήταν -και είναι- εξωπραγματική: το ρολόι της Ιστορίας δεν θα ξαναγύριζε στα κρατικά μονοπώλια, για πολλούς λόγους.

Ενας ρόλος χωρίς μονοπώλιο

Οι λόγοι είναι διάφοροι και ο καθένας από μόνος του θα αρκούσε. Τα συμφέροντα που έχουν επενδυθεί στις ιδιωτικές τηλεοράσεις, τα οικονομικά αλλά και των προσωπικών φιλοδοξιών ή της αίσθησης ισχύος, είναι πολύ μεγάλα, ικανά πια να εμποδίσουν κάθε ιδέα επιστροφής στο κρατικό μονοπώλιο. Και έπειτα, στην εποχή της καλωδιακής, της ψηφιακής, της δορυφορικής τηλεόρασης, ακόμη και του παγκόσμιου Διαδικτύου κάθε σκέψη περιφρούρησης ενός μονοπωλίου φαίνεται να παραγνωρίζει τις σύγχρονες τεχνικές δυνατότητες. Αλλά, και πέρα από το μονοπώλιο, κάθε ιδέα ενεργοποίησης της κρατικής εποπτείας που επιτρέπει το Σύνταγμα μόνον κακά θα προκαλούσε: αναγνώριση κάποιου κρατικού οργάνου ως κριτή ηθικών ή αισθητικών αξιών θα ήταν μια μορφή καλυμμένης λογοκρισίας, θανατερής για την ελευθερία και κάθε δημιουργία.

Αλλωστε, το κράτος έχει άλλο τρόπο να συμβάλει, αν το θέλει και αν το μπορεί, στη βελτίωση της ποιότητας των τηλεοπτικών εκπομπών: με το παράδειγμα που, ως γνωστόν, είναι η πιο αποτελεσματική παιδαγωγική μέθοδος. Το κράτος λειτουργεί και δεν υπάρχει λόγος να πάψει να λειτουργεί κάποια δικά του τηλεοπτικά κανάλια που μάλιστα, επιχορηγούμενα με υποχρεωτικές συνδρομές, μπορούν και πρέπει να μην αισθάνονται εξάρτηση από τις διαφημίσεις. Τα κρατικά κανάλια είναι χρήσιμα και ως δείκτης της αντικειμενικότητας του κράτους στον τομέα της ενημέρωσης, της ψυχαγωγίας, της μόρφωσης. Μάλιστα, στο θέμα αυτό δίκαιο είναι να αναγνωρισθεί ότι τα κανάλια αυτά διαφέρουν από τα παλαιότερα, αυτά που είχαν προκαλέσει τις αντιδράσεις: ακόμα και το πιο πολιτικό τους τμήμα, τα δελτία ειδήσεων, μπορεί να διεκδικήσει (έστω με κάποιες παραλείψεις) καλές επιδόσεις στο κεφάλαιο της αντικειμενικότητας.

Στο θέμα της ποιότητας τα κρατικά κανάλια πρέπει να λειτουργούν ως υποδείγματα. Για να δείχνουν τι μπορεί να δώσει ένα καλό τηλεοπτικό πρόγραμμα και πως η ποιότητα δεν είναι αναγκαστικά συνώνυμη με την ανιαρότητα. Επιτέλους και για να προσφέρουν σε κάποιους τηλεθεατές μια εναλλακτική λύση όταν θα έχουν κορεσθεί από τις κακογουστιές και τις ανοησίες, από την προχειρολογία και, κάποτε, τη χυδαιότητα. Βέβαια, δεν πρέπει να ελπίζουν -ούτε να κυνηγούν- υψηλούς βαθμούς τηλεθέασης, αλλά και μόνο η ύπαρξή τους με αυτούς τους όρους αποτελεί ένα χρήσιμο αντίβαρο.

Κατά τα λοιπά, το πού κατευθύνονται οι επιλογές των τηλεθεατών βρίσκεται σε συνάρτηση με το γενικότερο μορφωτικό επίπεδο του λαού. Γιατί θα περίμενε κανείς να απορρίπτονται κάποια τηλεοπτικά προγράμματα από ανθρώπους που το μεγαλύτερο πάθος τους είναι το ποδόσφαιρο; Εδώ, το κράτος, αν ήθελε, θα μπορούσε να ασκήσει επιρροή αλλά έμμεση, πολύ έμμεση: με τη διάδοση και την ποιότητα της παιδείας, με την κατάλληλη διαμόρφωση των σχολικών προγραμμάτων, με την έγκαιρη παρακίνηση προς το καλό διάβασμα, το καλό θέαμα, το καλό ακρόαμα, με την παροχή ευκαιριών πνευματικής ζωής και πνευματικής δημιουργίας. Κάποτε θα έφθανε και η πλειονότητα των μέσων τηλεθεατών να απορρίπτει τα σκύβαλα, οπότε και οι παραγωγοί, οι διαφημιστές, οι διαφημιζόμενοι θα προσάρμοζαν τις προσφορές τους στην ποιότητα της ζήτησης.

Πέρα από τα γενικά αυτά μέτρα ανύψωσης του μορφωτικού επιπέδου, υπάρχει και ένα άλλο θέμα που χρειάζεται κρατική ρύθμιση – και άλλωστε ήδη προβλέπεται: η προστασία της παιδικής ηλικίας από εκπομπές που θα μπορούσαν να έχουν βλαβερή επίδραση, όπως η βία, ο τρόμος, το σεξ ή κάποια κακά παραδείγματα στη συμπεριφορά ή στο λεξιλόγιο. Γι’ αυτά τα θέματα, ο μόνος τρόπος που προσφέρεται είναι ο αποκλεισμός τους σε όλες τις ώρες όπου είναι ενδεχόμενη η προσπέλαση των παιδιών στην τηλεόραση, δηλαδή η ανοχή της μόνο κατά τις (πολύ) νυχτερινές ώρες. Σ’ αυτόν τον περιορισμό περιορίζεται η κρατική μέριμνα – ύστερα, η φροντίδα ανήκει στους γονείς.

Προστασία, κέφι και ανομία

Για όλες τις ώρες υπάρχει μια κρατική ευθύνη για τα προγράμματα και η ευθύνη αυτή αφορά την τήρηση των νόμων. Εδώ μιλάμε βασικά για τους νόμους που έχουν θεσπιστεί για να προστατεύουν ιδιωτικά δικαιώματα από έναν τρόπο προσβολής τόσο ισχυρό όπως η τηλεόραση: την τιμή, την υπόληψη και τον ιδιωτικό βίο των ανθρώπων ή ακόμα και τα νόμιμα ιδιωτικά συμφέροντα, όπως η πνευματική ιδιοκτησία. Για άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα η «σεμνότητα» ή και οι πεποιθήσεις του καθενός, ακόμη και οι θρησκευτικές, το κράτος είναι κακός προστάτης, γιατί είναι αναρμόδιος κριτής. Στο κάτω κάτω της γραφής, ο ενήλικος διαθέτει το όπλο του κουμπιού για να κλείσει την τηλεόραση που τον ενοχλεί – αν τέτοια προγράμματα τον διασκεδάζουν, ας κάνει το κέφι του.

Αλλά μιλώντας για νομικές ρυθμίσεις της τηλεόρασης, μπήκαμε σε ένα έδαφος γλιστερό: πώς να μιλήσεις για νομικές ρυθμίσεις και οριοθετήσεις για ένα χώρο που κινείται ολόκληρος σε πέλαγος παρανομιών; Δεν αρχίζουμε καλύτερα από κάποια, δειλή έστω, προσπάθεια εφαρμογής των νόμων που ισχύουν;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή