Ο «Σιντρ», ένας φίλος στην Ασία, και… ένας μύθος

Ο «Σιντρ», ένας φίλος στην Ασία, και… ένας μύθος

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τελευταία φορά που έπιανε το τηλέφωνο ήταν προχθές, όταν ο Πλάμεν βρισκόταν στο Ουζμπεκιστάν. Ο Πλάμεν Τόντσεφ γεννήθηκε στη Βάρνα της Βουλγαρίας. Το 1984 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει, και μάλιστα στη Φιλοσοφική. Δεν ήξερε τη γλώσσα (χαρακτηριστικό κι αυτό της αποφασιστικότητάς του), αλλά διαθέτει τον μόνο αξιόπιστο δείκτη ευφυΐας, την ικανότητα να μαθαίνει εύκολα ξένες γλώσσες. Εκτός από τα ρωσικά και τα (τέλεια) αγγλικά, τα τέσσερα χρόνια στη Φιλοσοφική ήταν αρκετά για να μιλήσει και τα ελληνικά ως μητρική του γλώσσα.

Το επόμενο βήμα ήταν το Στρασβούργο και οι Βρυξέλλες. Εκεί ο Πλάμεν πηγαινοερχόταν για χρόνια ως συνεργάτης του ευρωβουλευτή της Ν.Δ. και σημερινού υπουργού Μεταφορών, Κωστή Χατζηδάκη.

Αλλά η πραγματική του επιλογή, την οποία καλλιέργησε με συνέπεια και προσωπικό κόστος ήταν η Ασία. Πού τον έχανες πού τον έβρισκες, ο Πλάμεν κάθε τόσο «πεταγόταν» στο Τιμόρ, στην Κίνα, στις Φιλιππίνες, στην Ταϊβάν. Η βιβλιοθήκη του στο σπίτι του στον Χολαργό γέμιζε από βιβλία για την Ασία και ο Πλάμεν εκινείτο με ευχαρίστηση στη μικρή παρέα των ανταποκριτών από ασιατικές χώρες στην Αθήνα.

Εδώ και μερικά χρόνια ο Πλάμεν ζει όπως το προετοίμασε. Ασχολείται στο πλαίσιο μη κυβερνητικών προγραμμάτων στην Ασία και είναι σχεδόν 10 μήνες τον χρόνο κάπου στη μεγάλη ήπειρο. Επεσε στη μεγάλη αλλαγή της Κίνας, την παρακολούθησε και την παρακολουθεί, από τα χωριά όπου ακόμη ψηφίζουν με πατάτες μέχρι το νέο κοσμοπολιτισμό της Σαγκάης, και «μέτρησε» πολλές από τις πολυάνθρωπες φυσικές και περιβαλλοντικές καταστροφές.

Τι ψάχνει ο Πλάμεν στην Ασία;

«Μπορεί να ακούγεται περίεργο, αλλά η Αθήνα από την Κοπεγχάγη και η Λισσαβώνα από το Βερολίνο έχουν πολύ μικρότερες διαφορές απ’ όσες πιστεύουμε. Ισως η ευρωπαϊκή μας εσωστρέφεια (ή υπεροψία;) να είναι τόσο μεγάλη που μας εμποδίζει να το δούμε. Μόλις το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού, που μάλλον αφελώς πιστεύει ότι καθορίζει την παγκοσμιοποίηση. Αντίθετα, η Ασία καταγράφεται μόνο ως γεωγραφική ενότητα. Και δεν υπάρχει η πολιτισμική ενότητα, που (έστω) ως τάση, ανιχνεύεται στην Ευρώπη. Εκεί, στην Ανατολή, διαπλέκονται ακόμη τα απομεινάρια της αποικιοκρατίας με αυτά του Ψυχρού Πολέμου πάνω σ’ έναν πολυσήμαντο καμβά γεμάτο χρώματα, ιστορικές εποχές, και ανθρώπους. Που συνήθως υποφέρουν είτε από τη λαίλαπα των φυσικών καταστροφών είτε στην πορεία προς την ανάπτυξη».

Η πρόσφατη τραγωδία από τη δράση του «Σιντρ» στο Μπαγκλαντές επαναφέρει ένα ερώτημα: γιατί άραγε τόσα πολλά τα θύματα κάθε τυφώνα ή σεισμού στην Ασία;

Το ίδιο ερώτημα ετέθη ίσως για πρώτη φορά το 1974 στον μεγάλο λιμό του Μπαγκλαντές. Περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι χάθηκαν, παρά τους χιλιάδες τόνους ρυζιού που έστειλε η Δύση και οι αραβικές χώρες.

Η ιστορία

Τότε ο τυφώνας στο Μπαγκλαντές ήταν η αφορμή του μεγάλου λιμού. Θα είναι πάλι; Αυτό η Δύση δεν το κουβεντιάζει. Ισως, διότι ξέρει αυτό που έγραψε και στηρίζει έκτοτε ο Αμάρτια Σεν και άλλοι νεότεροι αιρετικοί οικονομολόγοι: «Τα τρόφιμα δεν μοιράζονται στην οικονομία μέσω της φιλανθρωπίας ή κάποιου συστήματος αυτόματου μερισμού. Πρέπει κανείς να κερδίζει την ικανότητα να αποκτά τρόφιμα. Πρέπει να επικεντρωθούμε όχι στη συνολική προσφορά τροφίμων στην οικονομία, αλλά στο «δικαίωμα» που απολαμβάνει το κάθε άτομο (…). Οι άνθρωποι υποφέρουν από πείνα, όταν δεν μπορούν να διασφαλίσουν το δικαίωμα να έχουν επαρκή ποσότητα τροφίμων».

Ο Πλάμεν θα σταθεί σε δύο πράγματα: στη μεγάλη πληθυσμιακή πυκνότητα του Μπαγκλαντές και στο παράδειγμα που ετέθη από έναν γνωστό οικονομολόγο, τον Πολ Κρούγκμαν. Οι χίλιοι άνθρωποι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο που ζουν στο Μπαγκλαντές είναι μια πολλαπλή «κατάρα». Είναι η ιστορία των «Δέκα μικρών σαλαμοποιών της Ασίας» του Κρούγκμαν (στα «βήματα» της Αγκάθα Κρίστι). «Δέκα σαλαμοποιοί εργάζονται σε μια βιομηχανία αλλαντικών της ΝΑ Ασίας. Στη μία άκρη οι δέκα σαλαμοποιοί, στην άλλη βγαίνουν τα δέκα παριζάκια. Ο βιομήχανος όταν θέλει να αυξήσει την παραγωγή, π.χ. στα 20 παριζάκια, εκείνο που θα κάνει είναι να απασχολήσει 20 σαλαμοποιούς. Το ίδιο και στα 30, στα 40 κ.ο.κ. Η αναλογία θα είναι πάντα 1:1 διότι η τεχνολογία είναι πιο ακριβή από την προσφορά εργατικών χεριών».

Το 2002 ο Πλάμεν έκανε μια έρευνα ανάμεσα στους Κινέζους που έχουν μεταναστεύσει πρόσφατα στον Καναδά. Η πιο συχνή απάντηση ήταν «για να βρουν δουλειά». Η δεύτερη πιο συχνή ήταν «λόγω περιβάλλοντος». Ατμοσφαιρική ρύπανση, φυματίωση και έλλειψη πόσιμου νερού ήταν το τρίπτυχο της μετανάστευσης.

«Στο Μπαγκλαντές πριν από μερικά χρόνια», λέει ο Πλάμεν Τόντσεφ, «με πρωτοβουλία του ΟΗΕ ανοίχθηκαν 6.000 πηγάδια για πόσιμο νερό. Μέσα σε δύο χρόνια οι συγκεντρώσεις αρσενικού που μετρήθηκαν ήταν τέτοιες που αναγκάστηκαν να τα ξανακλείσουν.»

Ο μεγάλος λιμός

Εκείνο τον μεγάλο λιμό στο Μπαγκλαντές τον μελέτησε αναλυτικά ο Αμάρτια Σεν. Για να καταρρίψει έναν μύθο. «Το 1974 ήταν στο Μπαγκλαντές η χρονιά με κατά κεφαλήν διάθεση τροφίμων μεγαλύτερη απ’ οποιοδήποτε άλλο έτος ανάμεσα στο 1971 και στο 1976. Η λιμοκτονία πυροδοτήθηκε από την περιφερειακή ανεργία που προκάλεσαν οι πλημμύρες, οι οποίες επηρέασαν την παραγωγή τροφίμων πολλούς μήνες αργότερα, όταν έγινε η συγκομιδή της μειωμένης σοδειάς (κατά τον Δεκέμβριο), αλλά ο λιμός συνέβη νωρίτερα από αυτή και τελείωσε προτού ωριμάσει η σοδειά που είχε θιγεί. Οι πλημμύρες είχαν ως αποτέλεσμα να υποστούν οι εργάτες γης άμεση στέρηση εισοδήματος το καλοκαίρι του 1974. Εχασαν τους μισθούς, τους οποίους θα είχαν κερδίσει από τη μεταφύτευση του ρυζιού και άλλες σχετιζόμενες δραστηριότητες, και έτσι έχασαν τα μέσα για να αποκτήσουν τρόφιμα».

Η άλλη μορφή πείνας, η διαδεδομένη χρόνια πείνα, επίσης μαστίζει το Μπαγκλαντές και κυρίως τις χώρες όπου στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 «ξέσπασε» η Πράσινη Επανάσταση (η καλλιέργεια δηλαδή υβριδίων ανθεκτικών στις τοπικές συνθήκες). Η εξήγηση είναι απλή. Η πράσινη επανάσταση λειτούργησε υπέρ των μεγάλων ιδιοκτητών γης στις χώρες αυτές, ενώ οι μικροκτηματίες δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις τιμές που ορίζονταν από το καρτέλ των μεγαλογαιοκτημόνων.

Στο έργο του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο «Ανθρωπος και υπεράνθρωπος», ο κύριος Μαλόουν, ένας πλούσιος Ιρλανδοαμερικανός λέει στην Αγγλίδα νύφη του Βάιολετ, ότι ο πατέρας του «πέθανε από πείνα το μαύρο 1847». Οταν η Βάιολετ ρωτά «στον λιμό;», ο Μαλόουν απαντά «όχι, στην πείνα». Οταν μια χώρα είναι γεμάτη τρόφιμα και τα εξάγει, δεν μπορεί να υπάρχει λιμός».

Ο «Σιντρ» δεν θα είναι ο τελευταίος τυφώνας που χτύπησε το Μπαγκλαντές. Αλλωστε, όπως λέει και ο Πλάμεν, τα προβλήματα βρίσκονται στην «υποδοχή» του. Κι αυτά είναι πολιτικά…

Ιnfo

-Αμάρτια Σεν «Η ανάπτυξη ως ελευθερία», Αθήνα 2006, εκδ. Καστανιώτης.

-Λούσια Φ. Νιούμαν (συντονισμός) «Η πείνα στην ιστορία», Αθήνα 2007, εκδ. Πολύτροπον.

-Lutz Kleveman «Το νέο μεγάλο παιχνίδι», Αθήνα 2005, εκδ. Κριτική.

-Jared Diamond «Οπλα, μικρόβια και ατσάλι», Αθήνα 2006, εκδ. Κάτοπτρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή