«Με λίγο φως στους ώμους»

2' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε έναν πολύ ξεχωριστό ποιητή ήταν αφιερωμένο το «Με λίγο φως στους ώμους – Μιχάλης Γκανάς» που προβλήθηκε στο «Doc on air» της ΕΤ1 (σκηνοθεσία-σενάριο Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, παραγωγή Περίπλους). Ενα ντοκιμαντέρ με αρχή, μέση και τέλος -ένα τέλος που επιστρέφει στην αρχή: ένα παιδί που χαράζει με ένα σουγιά τα αρχικά του (Μ.Ι.Γ.) σε μια ξύλινη πόρτα.

Τον ρυθμό του ανθρώπινου βαδίσματος ακολουθεί η ταινία: ούτε εξουθενωτικά ακίνητα πλάνα και ατέλειωτο μπλα μπλα ούτε το πυρετικό μοντάζ με τον βομβαρδισμό των εικόνων που μοιάζει να απευθύνεται σε τηλεθεατές ανίκανους να συγκεντρώσουν την προσοχή τους σε οτιδήποτε πάνω από δέκα δευτερόλεπτα.

Ο Μ. Γκανάς μιλά για τα εφηβικά, τα ώριμα και τα νεανικά του χρόνια, τους πολύτιμους φίλους και τις παρέες, για τα χρόνια που πέρασε παιδάκι και ακούσιος πολιτικός πρόσφυγας στην Ουγγαρία, για το δημοτικό τραγούδι, την ποίηση των Ελλήνων και των ξένων, τη δική του και των άλλων, για τους στίχους του, τα «λογάκια» που έγιναν τραγούδια. Μιλά για τα «μεγάλα», π.χ., την περιπέτεια της εσωτερικής μετανάστευσης, αλλά και για τα μικρά, τα καθημερινά, όπως για τα δεντράκια που έχει φυτέψει στην ταράτσα-εναέρια αυλή του σπιτιού του. Μόνο στα τελευταία λεπτά εμφανίζεται και ο πατέρας, στο πατρικό σπίτι στο χωριό Τσαμαντά της Ηπείρου, μες στον χειμώνα, κάτω από τον ίσκιο της Μουργκάνας. Ο πατέρας, ευθυτενής και ροδομάγουλος, μιλά με καμάρι για τον γιο του τον συγγραφέα, που είναι «πράος» σαν κι αυτόν.

Εκεί ακούγεται η φωνή του ποιητή να διαβάζει ένα ποίημά του από τα «Γυάλινα Γιάννενα»: «Λέω να γίνω πατέρας του πατέρα μου, ένας πατέρας που του έτυχε/ σιωπηλό και δύστροπο παιδί,/ και να του πω μια ιστορία/ για να τον πάρει ο ύπνος. /Υπνε που παίρνεις τα παιδιά, πάρε και τον πατέρα…/ απ’ τις μασχάλες πιάσ’ τονε σαν να ‘ταν λαβωμένος./ Οπου πηγαίνεις τα παιδιά εκεί περπάτησέ τον,/ με το βαρύ αμπέχωνο στις πλάτες του ν’ αχνίζει… Να βγαίνει η μάνα να κοιτά από το παραθύρι,/ την έγνοια της να βλέπουμε στα γαλανά της μάτια/ κι όλοι να της το κρύβουμε πως είναι πεθαμένη».

Η φωτογραφία (Δημήτρης Κορδελάς) και η μουσική (Νίκος Κυπουργός) δεν προδίδουν την ομορφιά αυτών των στίχων, που μοιάζουν να μη γράφτηκαν μόνο για τον βιολογικό πατέρα του ποιητή, αλλά για τις γενιές που μάτωσαν και ξεπάγιασαν, που πρόδωσαν και προδόθηκαν, που πίστεψαν και ξεπίστεψαν και που τις εξαγνίζουν τα χρόνια και τα βάσανα που πέρασαν.

Η ταινία δικαιώνει κάποιους στίχους του Μ. Γκανά που μιλούν για το ποίημα που «έρχεται από μακριά και δεν ξέρουμε αν χορεύει ή παραπατάει» ενώ ο τελευταίος στίχος δεν είναι πάντα και ο έσχατος/ μπορεί να γίνει ο πρώτος στίχος ενός ποιήματος που γράφει κάποιος αναγνώστης». Με παρόμοιο τρόπο, ο τηλεθεατής ξεχνά ότι βλέπει τηλεόραση και ίσως γράφει ή συλλογίζεται τον δικό του «πρώτο στίχο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή