Στέφανος Μίλερ, μια ζωή αφιερωμένη στη Νεμέα

Στέφανος Μίλερ, μια ζωή αφιερωμένη στη Νεμέα

10' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στέφανος Μίλερ, μια ζωή αφιερωμένη στη Νεμέα

Στέφανος Μίλερ, καθηγητής Αρχαιολογίας

Είναι ίσως το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο της Ελλάδας,

λέει ο διευθυντής ανασκαφών της Νεμέας

Της Μαργαριτας Πουρναρα

«Ελα να σου πω πώς ερωτεύτηκα την Ελλάδα», μου λέει ο κ. Στέφανος

Μίλερ, πιάνοντας την ιστορία από την αρχή. Καθόμαστε με τον

διαπρεπή αρχαιολόγο στο εστιατόριο του Μουσείου της Ακρόπολης, ένα

συννεφιασμένο απόγευμα Παρασκευής, με θέα τον Ιερό Βράχο. Παρότι

έχει αφιερώσει 40 χρόνια από την καριέρα του στην ανάδειξη και

προβολή του αρχαιολογικού χώρου της Νεμέας φροντίζοντας με

ακαταπόνητη ενεργητικότητα για τα πάντα, το όνομά του έγινε γνωστό

στο ευρύ κοινό πριν από λίγες ημέρες. Ο Αμερικανός από την Ιντιάνα

έστειλε μια ανοιχτή επιστολή σε τόνους δραματικούς, ζητώντας από

την ελληνική Πολιτεία να μην κλείσει το αρχαιολογικό πάρκο λόγω

έλλειψης φυλάκων: «Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, θα κοιτάζω τον εαυτό μου

στον καθρέπτη και θα συνειδητοποιώ πόσο ανόητος και αιθεροβάμων

ήμουν. Θα έχω πετάξει στα αζήτητα όλη μου τη ζωή».

Πριν φτάσουμε σε αυτό, ο κ. Μίλερ εξηγεί πώς ξεκίνησε η θυελλώδης

σχέση του με τη χώρα μας. «Το 1967 ήμουν 25 χρόνων, στον τρίτο

χρόνο των μεταπτυχιακών μου σπουδών στην Αρχαιολογία, στο

Πανεπιστήμιο Πρίνστον. Για να κάνω έρευνα για τη διατριβή μου,

επισκέφθηκα τη Σικελία και ύστερα κανόνισα να δω τις σπουδαιότερες

ελληνικές αρχαιολογικές τοποθεσίες. Πρώτος μου σταθμός ήταν η

Κέρκυρα. Μόλις έφτασα, πήγα να μείνω σε ένα ψαροχώρι που δεν είχε

ηλεκτρικό ρεύμα. Ούτε τουρίστες. Ηταν η Παλαιοκαστρίτσα. Βρήκα ένα

δωμάτιο που δεν είχε τζάμια στα παράθυρα, ευτυχώς ήταν καλοκαίρι.

Εξουθενωμένος και πεινασμένος, κατέληξα το βράδυ σε μια ταβέρνα. Ο

ιδιοκτήτης ήρθε στο τραπέζι κρατώντας μια λάμπα. Δεν μιλούσα

ελληνικά, προσπάθησα να συνεννοηθώ με παντομίμα. Με κατάλαβε και

μου έφερε ψωμί και σαλάτα. Τα έφαγα όλα, αλλά εξακολούθησα να

πεινάω σαν λύκος. Του ξαναέκανα παντομίμα και εκείνος είπε μια λέξη

που δεν γνώριζα και μου την έδειξε στο λεξικό που είχα μαζί μου:

«Υπομονή». Υστερα από λίγο ήρθε και με πήρε σχεδόν σηκωτό από τον

γιακά. Νόμιζα ότι θα με έδιωχνε. Με πήγε δίπλα στη θάλασσα και μου

έδειξε ένα φως που πλησίαζε. Ηταν ένα καΐκι. Οταν έδεσε στην

προβλήτα, πάλι με τράβηξε από το χέρι και μου έσπρωξε το κεφάλι στο

πλεούμενο για να δω την ψαριά. Μου έκανε νόημα να διαλέξω. Πήρα

έναν αστακό. Μέσα σε λίγη ώρα μού τον σέρβιρε. Ηταν από τα

ωραιότερα φαγητά της ζωής μου, που κόστισε ελάχιστες δραχμές. Είπα

μέσα μου: Θεέ μου, πρέπει να είμαι στον Παράδεισο, με καταπληκτικά

τοπία και αρχαία ερείπια. Αυτή ήταν αρχή μιας ερωτικής ιστορίας με

την Ελλάδα που συνεχίζεται 46 χρόνια».

Συνεχίζεται; Ο επί χρόνια καθηγητής στο Μπέρκλεϊ, που φημίζεται για

το πείσμα και τη μαχητικότητά του, φαίνεται να έφτασε σε οριακό

σημείο μπροστά στο ενδεχόμενο να πάει χαμένο το έργο ζωής που έχει

κάνει στην Πελοπόννησο. Με αδιάκοπες προσπάθειες τεσσάρων

δεκαετιών, μεταμόρφωσε τη Νεμέα. Εξασφάλισε χρήματα για να

απαλλοτριωθούν χωράφια που είχαν αρχαιολογικά ευρήματα όπως το

περίφημο στάδιο, επέβλεψε τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τον

εξοπλισμό του μουσείου, συνέλαβε την ιδέα του αρχαιολογικού πάρκου,

αναστήλωσε τον ναό, ταξίδεψε στην άλλη άκρη του κόσμου για να βρει

χορηγούς από την ελληνοαμερικανική κοινότητα. Βρήκε και φιλέλληνες

που στήριξαν οικονομικά το έργο, αναβίωσε τους αρχαίους Αγώνες των

Νεμέων, συσπείρωσε εθελοντές, ενώ δώρισε όλη την αγορασμένη γη στο

ελληνικό Δημόσιο. Το 2005 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε αναγνώριση

της προσφοράς του, του απένειμε την ελληνική υπηκοότητα. Το

κατόρθωμά του ήταν μεγάλο. Το καλοκαίρι του 1973, οι επισκέπτες

στον Ναό του Νεμείου Διός ήταν… ένας. Τον περασμένο χρόνο

ξεπέρασαν τις 50.000.

Ομως η Πολιτεία στο πλαίσιο των περικοπών αποφάσισε να μειώσει το

προσωπικό. Εντός των ημερών αποφασίζεται αν οι επτά έκτακτοι

φύλακες, που έχουν προσφύγει σε ασφαλιστικά μέτρα, θα παραμείνουν

στη θέση τους. Αν φύγουν, τότε το μουσείο και ο χώρος θα μείνουν

μόνο με τρεις, έτσι ίσως ανασταλεί η λειτουργία τους, καθώς τίθεται

θέμα ασφάλειας. «Ο,τι έκανα στη Νεμέα από το 1973 μέχρι σήμερα είχε

έναν και μόνο σκοπό», λέει ο Στέφανος Μίλερ. «Οχι μόνον να έρθουν

στο φως τα ευρήματα ενός από τα τέσσερα σπουδαιότερα αθλητικά

κέντρα της αρχαιότητας αλλά και να μπορέσουμε να φτιάξουμε ένα

υποδειγματικό αρχαιολογικό πάρκο που θα καμαρώνει κάθε επισκέπτης.

Και νομίζω ότι με πολύ σκληρή δουλειά τα καταφέραμε. Δεν μπορώ να

φανταστώ ότι μπορεί να μπει λουκέτο σε αυτόν τον χώρο που

διαφημίζει την Ελλάδα και δίνει πολλά έσοδα στην οικονομία της

περιοχής. Θα ήταν αδιανόητο…».

Τιμητικό κάλεσμα στο καφενείο για να δούμε μαζί «Peyton

Place»

Παραγγέλνουμε και οι δύο ζυμαρικά. Ο κ. Μίλερ παίρνει και ένα

ποτήρι λευκό κρασί. Οι σερβιτόροι είναι ευγενέστατοι. Ο καιρός

είναι μουντός, ελάχιστοι κάθονται στον εξωτερικό χώρο του

εστιατορίου. Οταν έφτασε στη Νεμέα, η κατάσταση ήταν πολύ

διαφορετική από τη σημερινή. Θυμάται: «Ενας άλλος κόσμος. Κάποιες

κατοικίες δεν είχαν ηλεκτρικό. Μια οικογένεια είχε αυτοκίνητο.

Τηλεόραση υπήρχε μόνο στο καφενείο. Εκεί ήταν η μοναδική τηλεφωνική

σύνδεση. Οταν κάποιος μας έψαχνε, ο καφετζής συνέδεε τη γραμμή με

την τηλεφωνική μας συσκευή, με ειδικά βύσματα από ένα τηλεφωνικό

κέντρο. Τη δεύτερή μου μέρα στο χωριό, ήρθε ο δήμαρχος λέγοντας ότι

είμαι προσκεκλημένος των κατοίκων στο καφενείο. Οταν έφτασα είδα

ότι είχαν παρατάξει καθίσματα και με είχαν βάλει στην πρώτη σειρά

για να παρακολουθήσουμε όλοι μαζί το Peyton Place! Οι γυναίκες δεν

ήταν μέσα αλλά στριμώχνονταν στα τζάμια έξω από τα παράθυρα. Οχι

ότι τους είχε απαγορεύσει κάποιος ρητά να έρθουν αλλά τότε δεν

εθεωρείτο πρέπον να συχνάζουν σε τέτοια μέρη που ήταν μόνο για

άντρες. Είχα και άλλα αστεία περιστατικά. Ενα από αυτά, είναι ότι

σύντομα κατάλαβα πως μικροί μαθητές που έκαναν αγγλικά, άκουγαν

λαθραία τις συνομιλίες που είχα με συναδέλφους και συγγενείς, από

το τηλεφωνικό κέντρο του καφενείου, για να κάνουν εξάσκηση στη

γλώσσα. Και άλλη μια φορά, με ζήτησε ένας συνάδελφος από τις ΗΠΑ. Ο

καφετζής, για λόγους που δεν γνωρίζουμε, του είπε ότι πέθανα,

μάλλον για να μην μπει στον κόπο να με ψάχνει. Μετά από λίγες

ημέρες έφτασε στη Νεμέα ένα τηλεγράφημα από την Αμερική, όπου ο

σοκαρισμένος συνάδελφος προσπαθούσε να μάθει τις συνθήκες του

θανάτου μου!».

Ο Στέφανος Μίλερ ξεκίνησε ανασκαφές, χρηματοδοτούμενος από πόρους

που έρχονταν από ιδιώτες χορηγούς μέσα από το Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ

στην Αμερική. Για πολλές εβδομάδες, η έρευνα ήταν άκαρπη. «Με είχε

πιάσει απελπισία διότι θα έπρεπε με μηδενικά ευρήματα να γυρίσω

πίσω στις ΗΠΑ και να πείσω πανεπιστήμιο και χορηγούς να συνεχίσουμε

τις ανασκαφές. Τελικά, την τελευταία ημέρα, ευτυχώς αρχίσαμε να

εντοπίζουμε την άκρη του νήματος που μας οδήγησε στις μεγάλες

ανακαλύψεις που ακολούθησαν. Ηταν 19 Ιουλίου του 1974. Την επομένη

έγιναν τα γεγονότα της Κύπρου. Από τα πανηγύρια για τα ευρήματα, το

χωριό βυθίστηκε στον θρήνο και στον φόβο ότι μπορεί να γίνει

πόλεμος. Και εγώ ζούσα ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη ελληνική

ιστορία, συγκλονισμένος από τις εξελίξεις» λέει ο κ. Μίλερ που

συνέδεσε τις χαρές και τις λύπες του με τη χώρα μας. Παντρεύτηκε

μάλιστα και Ελληνοαμερικανίδα ενώ πια όλοι του οι φίλοι τον

φωνάζουν «Στέφανο».

Τρεις εκφοβιστικές σφαίρες και μία σοσιαλιστική

προειδοποίηση

Η πορεία των ανασκαφών έφερε και μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις.

«Πριν από την έλευσή μου, υπήρχαν δυο – τρεις ισχυρές οικογένειες

που έκαναν κουμάντο, απασχολώντας τους κατοίκους στα χωράφια. Μετά,

όσοι εξ αυτών εργάζονταν ως εργάτες στο δικό μας σκάμμα είχαν

εναλλακτική εισοδήματος και έτσι άλλαξαν οι ισορροπίες». Η νέα

κατάσταση ενόχλησε κάποιους από τους παλιούς «γαιοκτήμονες» αλλά

και ορισμένους που έχαναν τις περιουσίες τους επειδή βρίσκονταν

στον αρχαιολογικό χώρο. Το 1980, ο Στέφανος Μίλερ δέχθηκε… τρεις

πυροβολισμούς από άγνωστο στο γραφείο του στη Νεμέα. Μια σφαίρα

πέρασε ξυστά. Δεν φοβήθηκε; «Σίγουρα. Αλλά με έκανε να πεισμώσω

ακόμα περισσότερο», λέει. Και δεν ήταν η μόνη αντιξοότητα. Οταν το

ΠΑΣΟΚ πρωτοήρθε στην εξουσία, υπήρχε η φαεινή ιδέα να διώξουν τις

ξένες αρχαιολογικές σχολές από τη χώρα επειδή ήταν εκπρόσωποι του

«ξένου ιμπεριαλισμού» και ως γνωστόν η Ελλάδα ανήκε μόνο στους

Ελληνες. Ο τότε γενικός γραμματέας του ΥΠΠΟ μάλιστα τον είχε

προειδοποιήσει ότι σε λίγα χρόνια θα έχουν φύγει από τη χώρα.

Ευτυχώς, το σχέδιο δεν εφαρμόστηκε ποτέ».

Ο,τι δεν κατάφερε να κάνει η απόπειρα εκφοβισμού και η ορμή της

πρώτης σοσιαλιστικής κυβέρνησης, παρά λίγο να το πετύχει η Ελληνική

Πολιτεία 33 χρόνια αργότερα, με την απειλή του λουκέτου στη Νεμέα.

«Εγραψα την επιστολή, διότι αισθάνθηκα ότι κάτι πρέπει να κάνω για

να ενημερώσω την κοινή γνώμη πριν να είναι πολύ αργά, προτού να

κλείσει το μουσείο. Αν δεις το παιδί σου να έχει πυρετό, θα το

αφήσεις μέχρι να φτάσει 42; Για να προχωρήσουν τα έργα στη Νεμέα,

πολλοί χορηγοί έδωσαν χρήματα από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Αλλοι βοηθούν εθελοντικά. Τι θα πούμε σε αυτούς τους ανθρώπους που

πίστεψαν σε αυτό που κάνουμε; Επρεπε να αντιδράσω. Δεν περίμενα ότι

θα υπάρξει τέτοια κινητοποίηση» λέει ο κ. Μίλερ, πίνοντας τον καφέ

του. «Δέχθηκα εκατοντάδες ενθαρρυντικά e-mails από Ελληνες και

ξένους. Το πρόβλημα είναι ότι θα πρέπει η ελληνική πολιτεία να

καταλάβει επιτέλους πως οι αρχαιολογικές περιοχές και τα μουσεία

είναι ίσως το μεγαλύτερό της περιουσιακό στοιχείο και δεν μπορεί να

τα αφήσει στην τύχη τους. Οχι μόνον αυτό αλλά με τη σωστή πολιτική

θα μπορούσε να φροντίσει ώστε να παράγουν έσοδα ώστε να μην

επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό σε μια εποχή μιας τόσο

σοβαρής οικονομικής κρίσης. Είμαι πεπεισμένος ότι θα μπορούσε η

αξιοποίησή τους να λειτουργήσει ως μοντέλο χρηστής διαχείρισης,

όπου το κράτος θα έβγαινε κερδισμένο. Πώς θα μπορούσε να γίνει

αυτό; Εχω ετοιμάσει μια πρόταση και είμαι έτοιμος να την καταθέσω

στις ελληνικές αρχές» λέει ο διαπρεπής αρχαιολόγος.

Το σχέδιό του αφορά μια πιλοτική ιδιωτικοποίηση ορισμένων

αρχαιολογικών περιοχών ή μουσείων. Πρόκειται ίσως για ένα τεράστιο

ταμπού στην ελληνική αρχαιολογία καθώς από την ίδρυση του ελληνικού

κράτους, το Δημόσιο είχε τον πρώτο και τελευταίο λόγο στο ζήτημα,

χωρίς ποτέ να τεθεί ο κανόνας αυτός υπό αμφισβήτηση. Τι προτείνει

όμως ο κ. Μίλερ; «Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Κοντά στη Νεμέα

υπάρχει η εγκαταλελειμμένη ανασκαφή της Φλειούντας με διάφορα

ευρήματα. Ηταν μια μεσαίου μεγέθους πόλη, στην οποία έγιναν έρευνες

τη δεκαετία του 1920 και ύστερα του 1970. Εχουν εντοπιστεί διάφορα

και ένα θέατρο. Ολα αυτά είναι σήμερα στο έλεος των περαστικών, των

αρχαιοκαπήλων και των βανδάλων. Οι τελευταίοι μάλιστα έχουν κάνει

ήδη μεγάλες φθορές καθώς έσπασαν πέτρινους θρόνους. Εφεραν τμήματά

τους στο μουσείο και τώρα κάνουμε αγώνα να τα συγκολλήσουμε. Γύρω

υπάρχουν κοπάδια και καλλιέργειες, με ντόπιους που σκάβουν για τα

χωράφια τους. Φανταστείτε αυτήν την τοποθεσία να εντάσσεται σε μια

περιοχή όπου να υπάρχει φύλαξη, εστιατόριο, καφέ, κάποιο μικρό

ξενοδοχείο. Οπου τουρίστες θα μπορούν να παρακολουθούν από απόσταση

το έργο των αρχαιολόγων και να μοιράζονται τη μοναδική χαρά αυτής

της στιγμής που η σκαπάνη φέρνει κάτι στο φως μετά χιλιάδες χρόνια.

Φανταστείτε να μπορούσαν να αγοράσουν μια πλειάδα από σουβενίρ με

αντίγραφα των αντικειμένων που βρέθηκαν και να τα πάρουν μαζί στην

πατρίδα τους ώστε να τους θυμίζουν αυτήν τη συγκινητική εμπειρία.

Ενας τρόπος να γίνουν όλα αυτά είναι να υπάρχει μια εταιρεία

εκμετάλλευσης που να καταθέσει ένα business plan, μελετημένο και

σωστό, να πάρει την έγκριση του κράτους και να αρχίσει να κόβει

εισιτήρια εισόδου. Με προγραμματισμό για κάποια χρόνια μπροστά, με

πολιτική να πείθει τους τουρίστες να επιστρέφουν κάθε χρόνο για να

παρακολουθούν την πορεία της ανασκαφής. Σαν την Φλειούντα, υπάρχουν

δεκάδες παραδείγματα σε όλη την Ελλάδα, που ρημάζουν. Γιατί να μην

είναι στην επίβλεψη μιας ιδιωτικής εταιρείας που θα τα σεβαστεί, θα

τα προστατεύσει και θα δώσει έσοδα στο κράτος;».

Κανείς δεν γνωρίζει αν η πρόταση του κ. Μίλερ θα βρει θετική

ανταπόκριση από το ΥΠΠΟ αλλά και από τους Ελληνες αρχαιολόγους. Ο

ίδιος πάντως συνεχίζει να μάχεται για να κρατήσει στη ζωή τη Νεμέα.

«Ξέρετε» μου λέει φεύγοντας «όπως σας είπα με την Ελλάδα έχω

ερωτική σχέση. Και τις γυναίκες τις αγαπάς, τις θαυμάζεις αλλά δεν

προσπαθείς ποτέ να τις καταλάβεις. Μην με πάρετε για σεξιστή…»,

είναι οι τελευταίες του κουβέντες πριν αποχαιρετιστούμε.

Η συνάντηση

Συναντηθήκαμε στο εστιατόριο του Μουσείου της Ακρόπολης.

Παραγγείλαμε δύο πιάτα με ζυμαρικά, εκείνος μια μακαρονάδα με μύδια

και εγώ μια κρύα σαλάτα με πάστα. Ηταν πολύ νόστιμα και ελαφρά. Ο

κ. Μίλερ ήπιε ένα ποτήρι λευκό κρασί και κλείσαμε το γεύμα με καφέ.

Το εντυπωσιακό με το εστιατόριο δεν είναι μόνον η υψηλή

γαστρονομική του ποιότητα αλλά το εξαιρετικό του σέρβις. Νέα

παιδιά, χαμογελαστά, πρόθυμα και ευγενέστατα αποτελούν τους

καλύτερους πρεσβευτές μας στους ξένους που μας επισκέπτονται. Το

γεύμα κόστισε 26 ευρώ.

Oι σταθμοί του

1942

Γεννιέται στην Ιντιάνα των ΗΠΑ.

1964

Σπουδάζει αρχαία ελληνικά στο Wabash College.

1967-1970

Κάνει μεταπτυχιακές σπουδές και εκπονεί διδακτορικό στην κλασική

αρχαιολογία στο Princeton.

1968

Ερχεται με υποτροφία Fulbright στην Ελλάδα.

1969-1972

Συμμετέχει στις ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας από την

Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή.

1973-2005

Διδάσκει αρχαιολογία στο Berkley.

1973-2005

Διευθυντής στις ανασκαφές της Νεμέας.

1982-87

Διευθυντής της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα.

2005

Τον τιμά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνοντάς του την ελληνική

υπηκοότητα.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή