Επιτέλους, λίγη σοβαρότητα

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περασμένη Τετάρτη, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε μια πολιτική αποτυχία πολύ μεγαλύτερου μεγέθους από τις δοκιμασίες που διέρχεται στις διεθνείς αγορές. Πρόκειται για μια εθνική τραγωδία. Αναλυτές στο εξωτερικό θυμήθηκαν τη φράση του Τζον Μακενρό: «Δεν μπορεί να μιλάς σοβαρά!». Με τη διαφορά ότι ο Μακενρό ήταν τενίστας.

Ο πρωθυπουργός ανέκτησε την αποφασιστικότητά του να συνεχίσει και προχώρησε σε ανασχηματισμό. Εντούτοις, η πολιτική αβεβαιότητα των ημερών παραμένει τεράστια. Επιπλέον, η πόλωση που δημιουργήθηκε από τα γεγονότα των προηγούμενων ημερών, αφήνει τη χώρα σε αδιέξοδο.

Η προοπτική να συνεχίσει η Ελλάδα τον δρόμο της χωρίς κάποιου είδους συμφωνία μεταξύ των κομμάτων είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Χωρίς συναίνεση, η πιθανότητα υπέρβασης των εμποδίων που εγείρονται από τις βίαιες διαδηλώσεις και οι παραλυτικές απεργίες, είναι μηδαμινή. Η διεθνής εμπειρία λέει ότι κανένα σύστημα δεν μπορεί να ξεπεράσει μια σοβαρή κρίση και να διασφαλίσει το μέλλον του, όταν οι διαφωνίες στο εσωτερικό του είναι τόσο μεγάλες. Η ρητορική υψηλών οκτανίων θα έχει μεγάλο κόστος.

Ούτε μπορεί να εφησυχάσει η διεθνής κοινότητα με τη διαβεβαίωση ότι «απλώς έτσι είναι πολιτική στην Ελλάδα». Οχι ότι οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες δεν έχουν σημασία. Αλλά ήταν ακριβώς η πολιτικοποίηση των πάντων και η άγνοια για τη διεθνή πραγματικότητα που προκάλεσε την κρίση στην αρχή και που μπλόκαρε τις προσπάθειες εξόδου από αυτήν. Καμία οικονομία και καμία κοινωνία δεν κατάφεραν ποτέ να ευημερήσουν με τόσο υψηλές θερμοκρασίες στο πολιτικό θερμόμετρο.

Μετά τα όσα συνέβησαν την περασμένη Τετάρτη, οι επιλογές για την επίτευξη πολιτικής σύγκλισης περιορίστηκαν σημαντικά. Η πιθανότητα να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού εξανεμίστηκε. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, ελάχιστοι είναι εκείνοι που αναπολούν τις συγκυβερνήσεις του 1989-90.

Ορισμένοι θεωρούν ότι η λύση ήταν να τεθεί επικεφαλής μιας κυβέρνησης εκτάκτου ανάγκης ένα πρόσωπο ευρείας αποδοχής ή τεχνοκράτης. Κάτι τέτοιο, όμως, θα απαιτούσε πρώτα μια σχετική συμφωνία μεταξύ των κομμάτων και το σχήμα θα μπορούσε να είναι μόνο προσωρινό. Ελλείψει μιας τέτοιας συμφωνίας, δεν είναι σαφές τι θα μπορούσε να κάνει ένας τραπεζίτης ή ένας επιχειρηματίας, απέναντι στις διαρκείς διαδηλώσεις και τις απεργίες. Η μόνη άλλη εναλλακτική -δηλαδή η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές- θα καθυστερούσε ή και θα εκτροχίαζε τη χώρα από τον στόχο της επαναφοράς στη δημοσιονομική σταθερότητα. Απλώς θα παγίωνε τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και θα καθιστούσε πιο δύσκολη την επίτευξη συμβιβασμού σε μεταγενέστερο στάδιο. Ως εκ τούτου, θα αποτελούσε μεγάλο πρόβλημα για τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, οι οποίοι προσπαθούν αυτές τις ημέρες να συμφωνήσουν σε ένα νέο πακέτο βοήθειας προς τη χώρα. Θα ήταν σαν να τους έλεγαν οι Ελληνες «θέλουμε τα δάνειά σας, αλλά θα σας πούμε αργότερα τι θα τα κάνουμε».

Είναι απολύτως αναγκαίο, λοιπόν, να συμφωνήσουν οι ηγέτες των δύο μεγάλων κομμάτων στις βασικές παραμέτρους του Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής, τουλάχιστον σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Η αποπολιτικοποίηση των βασικών θεμάτων ίσως να φαίνεται ως πολύ δύσκολο στην ικανοποίηση αίτημα και «αντι-ελληνικό». Ωστόσο, στις συζητήσεις που διεξάγονται για το πώς μπορεί να βγει η χώρα από το αδιέξοδο στο οποίο έχει φτάσει, η Ελλάδα θα μπορούσε να εξετάσει και τη λεγόμενη «σκανδιναβική επιλογή». Εκεί στον Βορρά, ευαίσθητα πολιτικά ζητήματα βγαίνουν από το πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης και η επίλυσή τους ανατίθεται σε επιτροπές ειδικών που συστήνονται γι’ αυτόν τον λόγο και οι οποίες συμβουλεύονται τα διδάγματα που προκύπτουν από τη διεθνή πρακτική. Τα συμπεράσματα αυτών των εθνικών επιτροπών αποτελούν τη βάση της περαιτέρω συζήτησης, αφού περιγράφουν όλες τις εναλλακτικές, τη βιωσιμότητά τους και τις επιπτώσεις που θα έχουν.

Εάν λοιπόν μια κυβέρνηση συνασπισμού έχει βγει εκτός ατζέντας, μια τεχνοκρατική κυβέρνηση δεν θα είναι πιθανότατα αποτελεσματική, και μια μονοκομματική κυβέρνηση δέχεται σφοδρές επικρίσεις και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, τότε τι γίνεται; Ποιες άλλες επιλογές υπάρχουν; Ισως οι δύο ηγέτες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. θα μπορούσαν να αποφορτίσουν την κατάσταση, συνδιαμορφώνοντας από κοινού μία επιτροπή αποτελούμενη από τους πιο αξιοσέβαστους Ελληνες ειδικούς. Η εντολή της επιτροπής θα ήταν να εξετάσει το σωστό μείγμα πολιτικής με σκοπό τη δημοσιονομική προσαρμογή, την ανάπτυξη και τις μεταρρυθμίσεις τουλάχιστον μέχρι το μεσοπρόθεσμο μέλλον. Η επιτροπή θα μπορούσε έστω να περιορίσει το εύρος των διαφωνιών μεταξύ των δύο κομμάτων. Την εβδομάδα που πέρασε, η Ελλάδα έφτασε στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Αν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο στην παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, η νέα κυβέρνηση ίσως καταφέρει να διαψεύσει τους επικριτές της και να αποφύγει τους νέους αποπροσανατολισμούς. Αλλιώς, η Ελλάδα θα οδηγηθεί σε εκλογές. Ή θα βρει καταφύγιο ίσως σε έναν νέο ηγέτη. Το θέμα είναι ότι καμία από αυτές τις επιλογές δεν θα είναι αποτελεσματική αν δεν προηγηθεί μια σοβαρή προσπάθεια να επικεντρώσουν όλοι το μυαλό τους στην ουσία της πολιτικής. Το πολιτικό σύστημα έχει υποχρέωση να παράσχει στον ελληνικό λαό κάτι περισσότερο από τσακωμούς και διαφωνίες.

* Ο κ. Kevin Featherstone είναι καθηγητής στην Εδρα Ελευθέριος Βενιζέλος του London School of Economics, όπου και διευθύνει το Ελληνικό Παρατηρητήριο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή