Εξ αφορμης

2' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο «Ούμπικ», ο συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Φίλιπ Ντικ, αυτός ο «επικός ποιητής της εντροπίας» κατά τον Φρέντρικ Τζέιμσον, περιγράφει πώς σε μια κοινωνία όπου το χρήμα έχει κατισχύσει σε υπέρτατο βαθμό, οι έχοντες καταψύχονται και περνούν σε μια «μισοζωή», σε μια ενδιάμεση κατάσταση, στην οποία διατηρούν τη δυνατότητα επικοινωνίας με τους ομοίους τους και τους ζωντανούς.

Και αν η κρυογονική ξεκίνησε στη δεκαετία του ’60 και από έναν λάτρη της επιστημονικής φαντασίας, τον Ρόμπερτ Ετινγκερ, τα κέντρα κατάψυξης σωμάτων, στην Αμερική, αλλά και εγκεφάλων πλέον, στη Ρωσία, πολλαπλασιάζονται σήμερα. Οι πελάτες τους πληθαίνουν, καταβάλλοντας ένα σεβαστό τίμημα για την ενδεχόμενη πιθανή αναγέννησή τους.

Πριν από λίγες μέρες πέθανε και ο ίδιος ο Ετινγκερ και οδηγήθηκε στη δεξαμενή υγρού αζώτου που του εξασφαλίζει τη μελλοντική επιστροφή του. Διότι, όπως έλεγε, οι κατεψυγμένοι άνθρωποι είναι απλώς «ασθενείς» και όχι «νεκροί», αφού ο θάνατος δεν είναι ένα γεγονός αλλά μια βραδεία διαδικασία..

Επανερχόμαστε λοιπόν για άλλη μια φορά στο κλασικό ερώτημα: αν η τέχνη αντιγράφει τη ζωή ή η ζωή την τέχνη. Από την άλλη, σκέφτεται κανείς πόσα έχει προείπει η επιστημονική φαντασία, τα οποία επί μακρόν θεωρούνταν ασύλληπτα και εξωπραγματικά και τελικά πέρασαν στην καθημερινότητα. Το ζήτημα όμως της αθανασίας δεν μπορεί παρά να συναρτάται προς τον εν τω κόσμω βίο και το νόημά του.

Ο Φίλιπ Ντικ περιγράφει στο «Ούμπικ» μια κοινωνία όπου το ψυγείο θέλει κέρμα για να ανοίξει, η καφετιέρα επίσης για να κάνει καφέ και ούτω καθεξής, μια εμπορευματοποιημένη στο έπακρο δηλαδή κοινωνία, που καταλήγει στην αγοραπωλησία σωμάτων και πνευμάτων. Την ίδια στιγμή, όμως, τινάζει την υπαρξιακή-θεολογική του ενόραση στον αέρα με μια συναρπαστική, φαρσική αναμέτρηση του καλού και του κακού σε επίπεδο μισοζωντανών και ζώντων.

Στις μέρες μας, υπάρχει μόνο η βεβαιότητα ότι το χρήμα είναι παντοδύναμο και χαρίζει ακόμα και την πολυπόθητη αθανασία, μέσα σε μια κοινωνία όπου ο θάνατος των σωμάτων και των ψυχών δίνει τον τόνο και η ζωή είναι προ πολλού αβίωτη για πολλά εκατομμύρια κατοίκους του πλανήτη και κενή περιεχομένου για τόσα και ακόμα περισσότερα. Λείπει η φάρσα και το σπαρακτικό αλλά λυτρωτικό γέλιο. Η ζωή λοιπόν αντιγράφει κακά την τέχνη.

Το ερώτημα είναι γιατί ο άνθρωπος στις ανεπτυγμένες κοινωνίες ασχολείται με τη μετά θάνατον ζωή, την ώρα που του είναι όλο και πιο δύσκολο, συχνά και αδιάφορο, να πραγματώσει εαυτόν στην εγκόσμια ύπαρξή του. Ετσι, ενώ ο Ντικ μιλάει για τη μετά θάνατον ζωή εκφράζοντας την αγωνία του για την «απώλεια του μέλλοντος», οι σημερινοί άνθρωποι μοιάζουν να παραγνωρίζουν το παρόν και να αρνούνται να διαμορφώσουν το μέλλον στο όνομα ενός εκτός συγκειμένου ενδεχομένου. Γιατί, ακόμα και στην περίπτωση της αθανασίας, το ερώτημα παραμένει αμείλικτο. Ποια ζωή και σε τι κόσμο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή