Ηρθε η ώρα της επαναδιαπραγμάτευσης

Ηρθε η ώρα της επαναδιαπραγμάτευσης

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανοιξε ο δρόμος για μία νέα διακυβέρνηση της χώρας με βασικό σύνθημα την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Στον δρόμο προς τις κάλπες δεν υπήρξε κόμμα που ήταν ουσιαστικά κατά της επαναδιαπραγμάτευσης. Η βασική διαφορά μεταξύ των λεγόμενων «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών» κυρίως αφορά το σθένος και το εύρος της σύγκρουσης με την Ευρώπη. Υπάρχει η αίσθηση στον ελληνικό λαό ότι ένα «αντιμνημονιακό» κόμμα θα εναντιωνόταν στην Ευρώπη και θα κέρδιζε αυτά τα οποία δεν κέρδισαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Η πραγματική διαπραγμάτευση που επαγγέλλονται οι «αντιμνημονιακοί» δυστυχώς βασίζεται σε πολύ σαθρά θεμέλια: την αίσθηση ότι η Ευρώπη κερδίζει σε βάρος της Ελλάδας και ότι ήρθε η ώρα να αντιστραφούν οι όροι. Υπάρχει έντονη η πεποίθηση ότι το κέρδος της Ευρώπης είναι απώλεια της Ελλάδας και το κέρδος της Ελλάδας είναι απώλεια της Ευρώπης. Με άλλα λόγια, Ευρώπη και Ελλάδα είναι ευθέως αντίπαλοι. Αυτές οι καταστάσεις στο πλαίσιο της θεωρίας των παιγνίων ονομάζονται παίγνια μηδενικού αθροίσματος. Η θεωρία των παιγνίων έχει μάλιστα να προτείνει λύση: τη βελτιστοποίηση του χειρότερου σεναρίου, δηλαδή την ελαχιστοποίηση της ζημιάς που απορρέει από το χειρότερο σενάριο.

Ενα από τα χειρότερα σενάρια που διαφαίνονται είναι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, σενάριο το οποίο επεξεργάζονται οι «αντιμνημονιακοί» και υπολογίζουν τις συνέπειές του. Σκοπός τους είναι να ελαχιστοποιήσουν τις συνέπειες αυτού του κακού σεναρίου ή να αποφύγουν αυτό το κακό σενάριο. Αντίστοιχα προσπαθούν να δείξουν στην Ευρώπη ότι αυτό το σενάριο δεν ελαχιστοποιεί τις πιθανές ζημίες της Ευρώπης και άρα δεν μπορεί να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα των δύο πλευρών. Συχνά βέβαια εμφανίζονται και φωνές που παρουσιάζουν την έξοδο της Ελλάδας ως το καλύτερο «κακό σενάριο» που υπάρχει.

Δυστυχώς, οι «αντιμνημονιακοί», με αυτή τους τη λογική έχουν μείνει περίπου στη δεκαετία του 1950, όταν η ανάλυση αφορούσε διαπραγματευτές-αντιπάλους. Ευτυχώς για τους υπολοίπους, η επιστήμη των διαπραγματεύσεων συνέχισε να εξελίσσεται μέχρι το 2012. Εχει πια διαπιστωθεί ότι η πλειοψηφία των καταστάσεων διαπραγμάτευσης δεν είναι παίγνια μηδενικού αθροίσματος αλλά καταστάσεις με προοπτικές αμοιβαίων ωφελειών. Μάλιστα, βασικό εμπόδιο στη διερεύνηση αυτών των αμοιβαίων ωφελειών είναι η «ψευδαίσθηση της σταθερής πίτας», η ψευδαίσθηση δηλαδή ότι οι απώλειες της Ελλάδας είναι κέρδος της Ευρώπης, όπως και το αντίθετο.

Ολοι οι ειδικοί στον χώρο των διαπραγματεύσεων πια προτρέπουν στη διερεύνηση αμοιβαίων κερδών, προτροπή που παραπέμπει στην αποφυγή απειλών και τελεσιγράφων. Η αντιμετώπιση της Ευρώπης ως αντιπάλου και η επιλογή της ρήξης δυστυχώς στερεί μια τέτοια δυνατότητα. Οσο μάλιστα κάποιοι πολιτικοί μας παρουσιάζουν την έξοδο της Ελλάδας ως διαπραγματευτικό χαρτί, τόσο η Ευρώπη προσαρμόζει τη στρατηγική της σε αυτό το χαρτί. Με άλλα λόγια, οι δύο πλευρές σταδιακά αντιμετωπίζουν μία συνεργατική κατάσταση ως ανταγωνιστική. Και λογικό είναι να αποδύονται σε μία προσπάθεια βελτιστοποίησης του χειρότερου σεναρίου, δηλαδή σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσουν ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ είναι το καλύτερο «κακό σενάριο» που μπορεί να υπάρξει.

Από την άλλη, υπάρχουν τρόποι να πείσει η Ελλάδα χωρίς απαραίτητα να γίνεται αναφορά σε απώλειες ή κέρδη. Εργαλεία πειθούς μπορεί να είναι αρχές όπως η δικαιοσύνη ή η αλληλεγγύη, έννοιες που συχνά η ελληνική και ευρωπαϊκή πλευρά χρησιμοποιούν για να πείσουν αλλήλους για το αγαθό των προθέσεών τους αλλά και για να διαχειριστούν ακραίες τάσεις εντός των εσωτερικών τειχών τους. Είναι αδιανόητο ως χώρα να αναφερόμαστε στο τι έχει να κερδίσει ή να χάσει η άλλη πλευρά, όταν μάλιστα έχουμε να χάσουμε τόσα πολλά, αντί να βασιζόμαστε σε αρχές και αξίες.

Η εφαρμογή μιας ανταγωνιστικής προσέγγισης στη σχέση Ελλάδας-Ευρώπης, όπως αυτή προωθείται από τους λεγόμενους «αντιμνημονιακούς», είναι απαρχαιωμένη, φοβική και επικίνδυνη για τα συμφέροντα της Ελλάδας. Επιπροσθέτως, δείχνει άγνοια για βασικά στοιχεία που θα έπρεπε να γνωρίζει οποιοσδήποτε επαγγέλλεται ότι μπορεί να (επανα)διαπραγματευτεί. Αντιθέτως, η αντιμετώπιση της Ευρώπης ως συνεργάτιδας και η επίκληση των αρχών της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης κάτω από την ομπρέλα της Ενωμένης Ευρώπης έχει περισσότερες προοπτικές να βοηθήσει την Ελλάδα να ορθοποδήσει.

* Ο κ. Αλέξης Αρβανίτης είναι ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, λέκτορας στο Οικονομικό Κολλέγιο Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή