Για την αυτογνωσία μας

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ουδέν κακόν αμιγές καλού. H δημοσιονομική και κοινωνική κρίση που ζούμε προκάλεσε την πιο γόνιμη συζήτηση για το ελληνικό οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο από την εποχή της πρώτης μεταπολεμικής διετίας. H δυσπραγία μας, απαλλαγμένη από τη διάσπαση που προκαλούσαν στην προσοχή των ειδικών οι συγκυρίες της ανασυγκρότησης, του ανένδοτου αγώνα, της δικτατορίας και της μεταπολιτευτικής ευζωίας, μας ανάγκασε επιτέλους να εγκύψουμε στις δομικές μας αδυναμίες. O συλλογικός τόμος «Απρονοησία και νέμεση. Ελληνική κρίση 2001-2011» (The Athens Review of Books, 2012) με επιμέλεια Μανώλη Βασιλάκη, αποτελεί κιβωτό αυτογνωσίας. Οι μελέτες που περιέχονται στον τόμο αυτό έχουν ξεπεράσει δεξιές και αριστερές αγκυλώσεις για να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Μερικοί από τους συνεργάτες βρέθηκαν σε δημόσιες θέσεις, ένας μάλιστα από αυτούς είναι ο σημερινός υπουργός Οικονομικών, όμως οι περισσότεροι διέφυγαν την προσοχή των πολιτικών μας ηγετών. Ολοι τους προσφέρουν τον λίθο τους για να οικοδομηθεί συστηματικά η ερμηνεία τού τι πήγε στραβά σε τούτο τον τόπο.

Πολλοί επισημαίνουν την εξάρτηση μεγάλου τμήματος της κοινωνίας από το κράτος, ώστε να σοβεί μια επικίνδυνη αντιπαράθεση των ομάδων που επωφελούνται από το status quo με εκείνους που καταβάλλουν ακέραιο το κόστος αυτής της ανωμαλίας.

Και ενώ σαν τους Μοιραίους του Βάρναλη περιμένουμε τον παράκλητο ηγέτη που θα μας σώσει από το σημερινό αδιέξοδο, πλησιάζουμε επικίνδυνα το ενδεχόμενο «μιας βίαιης εξαθλίωσης» (Μιχ. Μητσόπουλος, σ. 297).

Πώς όμως φθάσαμε στον σημερινό μας θανάσιμο συνδυασμό χρέους και χαμηλής ανταγωνιστικότητας; Κατά τον Αθ. Παπανδρόπουλο πρέπει να ανατρέξουμε στην πρώτη κιόλας περίοδο του ΠΑΣΟΚ όταν «εμπεδώθηκε στην Ελλάδα μια αντιδραστική τριτοκοσμική ιδεολογία…» (σ. 234). Σημειώνει ακόμα ότι κατά την περίοδο 1981-85 εισρέουν στην Ελλάδα δάνεια από ιαπωνικές κυρίως τράπεζες ύψους 50 δισ. δολαρίων, ώστε «το δημόσιο χρέος από 28% του ΑΕΠ το 1980, να εκτιναχθεί στο 47,8% στα τέλη του 1985. Είχε δηλαδή σχεδόν διπλασιασθεί χωρίς να γίνει στη χώρα ούτε ένα έργο» (σ. 235). Οι αυξήσεις μισθών και συντάξεων που συντελούνται κατά τη δεκαετία μετά την είσοδό μας στην Ευρωζώνη (όταν οι Γερμανοί είχαν αποκλείσει κάθε αύξηση στη δική τους οικονομία) εξηγεί το υπέρογκο κόστος των προϊόντων και των υπηρεσιών μας, ώστε να εισάγουμε πλέον τα πάντα, ακόμα και λεμόνια! Οπως σημειώνει ο Τάκης Ιωακειμίδης, η κρίση στην Ελλάδα είναι καθολική «-συστημική, οικονομική, πολιτική και πολιτιστική- και έχει το σχήμα πυραμίδας. Στην κορυφή εκδηλώνεται η δημοσιονομική κρίση, με κύρια συμπτώματα τα γιγαντιαία ελλείμματα προϋπολογισμού (15,4%) και χρέους (150%). Κάτω βρίσκεται η οικονομική κρίση εν ευρεία εννοία, με εκφάνσεις τα ελλείμματα ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας. Κάτω από την κρίση αυτή εντοπίζεται η πολιτική – θεσμική κρίση ή η κρίση του κρατικού συστήματος… τέλος, στη βάση βρίσκεται η κρίση του πολιτιστικού προτύπου, με πολλαπλά ελλείμματα συμπεριφοράς, αντιλήψεων, στάσεων, αντιδράσεων» (σ. 92)

Αυτό που αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης αυτής της μεγάλης ιδεολογικής ποικιλίας συγγραφέων (Ξαφά, Σπράος, Ματσαγγάνης, Σκυλακάκης, Βουρλούμης, Γιαννίτσης) είναι ότι συγκλίνουν σε ορισμένα βασικά συμπεράσματα: η συντήρηση των ευνοημένων του Δημοσίου δεν αποτελεί πράξη προοδευτισμού, η συντήρηση των κλειστών επαγγελμάτων επιβαρύνει το κοινωνικό συμφέρον, η συντήρηση του πανεπιστημιακού κατεστημένου (πρυτάνεις) καταδικάζει τα AEI σε μαρασμό. Συγκλίνουν επίσης στη διαπίστωση ότι η ξεχωριστή πολιτική ιδεολογία που έφεραν τα δύο κόμματα εξουσίας, τα οποία κυβέρνησαν κατά καιρούς τη χώρα, δεν διαφοροποίησε το τελικό αποτέλεσμα. O Πλάτων Τήνιος διαπιστώνει ότι οι μεταρρυθμίσεις που επιχείρησαν ήταν άτολμες και γι’ αυτό απέτυχαν (σ. 89).

O Λουκάς Τσούκαλης μεταφέρει τις συνέπειες της κρίσης στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. «Τα μεγάλα κεκτημένα της Ευρώπης (ειρήνη, δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνικό κράτος και ανοιχτά σύνορα), απειλούνται όσο η οικονομική κρίση βαθαίνει και το τέρας του λαϊκισμού γιγαντώνεται…» (σ. 37).

Στη χώρα μας ο λαϊκισμός δεν είναι αποτέλεσμα της κρίσης αλλά γενεσιουργός αιτία. Και ο μεν ΣΥΡΙΖΑ ως διάδοχος του βαθέος ΠΑΣΟΚ και αποδέκτης επιφανών στελεχών του, δεν κάνει ούτε προσπάθεια να κρύψει τα λαϊκιστικά ανακλαστικά του, ενώ ο κ. Κουβέλης φαίνεται να μην έχει αντιληφθεί ότι ο αγώνας του για να μη θιγούν τα συμφέροντα των ευάριθμων ευνοημένων του συστήματος, αποτελεί απλώς σκάνδαλο παλαιοκομματικού τύπου.

Το ΠΑΣΟΚ, εξάλλου, ακόμα και το καλοκαίρι του 2010 που υποτίθεται ότι φρόντιζε να νομοθετήσει για τη σωτηρία της χώρας, δεν παρέλειψε «την πρόωρη συνταξιοδότηση προνομιούχων κατηγοριών με αυξημένο πλασματικό χρόνο και άρα διογκωμένα τα ελλείμματα που αποτελούν βασικό λόγο της αποτυχίας μείωσης των δαπανών και των ελλειμμάτων του 2011 και του 2012…» (Σκυλακάκης, σ. 333). Αυτή και άλλες αδικίες εις βάρος της πλειοψηφίας των μη ευνοημένων του συστήματος (συμπεριλαμβανομένου και του ενός και κάτι εκατομμυρίου ανέργων του ιδιωτικού τομέα) δεν εξασφάλισαν ευτυχώς την εκλογική επιτυχία στα δύο μεγάλα κόμματα. O τόμος αυτός αποτελεί εγερτήριο σάλπισμα για όσους απεργάζονταν χωρίς να το αντιλαμβάνονται τη μαύρη τρύπα της σημερινής κρίσης – δεξιούς και αριστερούς.

*Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή