Η καθ’ ημάς Υπερβολή

4' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχουν περάσει 46 χρόνια από εκείνο το μελαγχολικό πρωινό του 1967, όταν οι Αθηναίοι ξύπνησαν με τη συνοδεία εμβατηρίων στα ραδιόφωνά τους, με τα τανκς της στρατιωτικής χούντας να έχουν διακόψει την κυκλοφορία στις μεγάλες οδικές αρτηρίες, να έχουν περικυκλώσει το κοινοβούλιο, ραδιοφωνικούς σταθμούς, αεροδρόμια και άλλους ευαίσθητους στόχους, έχοντας συλλάβει -κατά τη διάρκεια της νύχτας- μερικές χιλιάδες πολίτες (που είχαν ταξινομηθεί ως κομμουνιστές). Μεταξύ των συλληφθέντων συμπεριλαμβάνονταν ο πρωθυπουργός της προεκλογικής τότε κυβέρνησης -Παναγιώτης Κανελλόπουλος- και οι υπουργοί του, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης -Γεώργιος Παπανδρέου- καθώς και αρκετά μέλη του ελληνικού κοινοβουλίου ανεξαιρέτως κομματικής προελεύσεως.

Το σκοταδιστικό καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε την 21η Απριλίου επικαλέσθηκε τον κομμουνιστικό κίνδυνο για να δικαιολογήσει την επέμβασή του, βάφτισε το πραξικόπημα «εθνική επανάσταση», υιοθέτησε το θεοκρατικό σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», διακήρυξε την πίστη του στο ΝΑΤΟ και τη Δύση (για να εξασφαλίσει την ευκαιριακή υποστήριξη του αμερικανικού παράγοντα), και κατηγόρησε τους λεγόμενους παλαιούς πολιτικούς για εγκλήματα διαφθοράς και λαϊκίστικες συμπεριφορές που φανάτιζαν τους φιλήσυχους πολίτες. Η ταλαιπωρία (εξορίες σε ξερονήσια, βασανιστήρια, λογοκρισία και στρατιωτικός νόμος) διήρκεσε μια ολόκληρη επταετία, και κατέληξε σε μια εθνική τραγωδία στην Κύπρο, μετά το πραξικόπημα της Χούντας του Ιωαννίδη εναντίον του Μακαρίου που άνοιξε την κερκόπορτα της τουρκικής εισβολής και κατοχής.

Εκείνα τα πέτρινα χρόνια κατοικούσα και δίδασκα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η επιστημονική δουλειά μου είχε επικεντρωθεί στην έννοια της «εξάρτησης από τις μεγάλες δυνάμεις», μια κατάσταση που μόνιμα συνόδευε τη χώρα μας μετά το έπος της εθνικής επανάστασης του 1821. Ημουν πεπεισμένος, μαζί με εκατομμύρια άλλους Ελληνες, ότι η δικτατορία των συνταγματαρχών είχε επιβληθεί στην Ελλάδα από τους Αμερικανούς (που είχαν ως μέλημά τους την ανάσχεση της επιρροής του σοβιετικού μπλοκ στη Μεσόγειο και που είχαν θορυβηθεί από την αντιαμερικανική ρητορεία ενός αναδυόμενου τότε πολιτικού, του Ανδρέα Παπανδρέου). Θα αναφερθώ παρακάτω σε δύο εμπειρίες που με βοήθησαν να αναθεωρήσω αυτήν την πεποίθηση.

Το φθινόπωρο του 1976 έκανα μια σύντομη επίσκεψη στον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή στο γραφείο του στη Βουλή. Του προσέφερα ένα βιβλίο μου περί των σχέσεων των ΗΠΑ με την Ελλάδα και την Κύπρο (που είχε μόλις κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Παπαζήση). Ατυχώς, στο εξώφυλλο είχε φιλοτεχνηθεί ένας τεράστιος Καραγκιόζης που τον κρατούσε ένα στιβαρό χέρι. Ο συνειρμός ήταν ξεκάθαρος: ο Καραγκιόζης ήταν η Ελλάδα και ο Καραγκιοζοπαίχτης οι ΗΠΑ. Ο Μακεδόνας πρωθυπουργός με δυσκολία συγκράτησε τον θυμό του αντικρίζοντας το εξώφυλλο. Με κοίταξε αυστηρά και ερώτησε: «Ποιος έκανε το πραξικόπημα; Εμείς ή οι Αμερικανοί»; «Εμείς κύριε Πρόεδρε» του απάντησα ενστικτωδώς, αντιστεκόμενος στον πειρασμό να προσθέσω τη φράση «ίσως και οι δυο».

Μια δεύτερη εμπειρία έλαβε χώρα σε διεθνές συνέδριο του πανεπιστημίου μου (American University) στην Ουάσιγκτον δυο χρόνια αργότερα. Το θέμα ήταν «Η Ελλάδα στη δεκαετία του 1940». Μεταξύ των ομιλητών συμπεριλαμβάνονταν ο κορυφαίος μαρξιστής ιστορικός Νίκος Σβορώνος. Ανέμενα ότι στην ανακοίνωσή του θα επικεντρωνόταν στην έννοια του ιμπεριαλισμού και στον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων στη μοίρα του τόπου μας. Με ξάφνιασε, όμως, υποστηρίζοντας ότι ο καλύτερος τρόπος για να εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια στη ροή των γεγονότων είναι να σταθούμε στις εσωτερικές μεταβλητές ενός τόπου (οικονομία, κοινωνία, πολίτευμα, ανισότητες στην κατανομή του εισοδήματος, ποιότητα ηγεσίας και πάει λέγοντας). Τελικά, το συμπέρασμα που εξάγεται από τις δυο παραπάνω εμπειρίες είναι ότι ένας σώφρων πολιτικός ηγέτης της Δεξιάς και ένας αναγνωρισμένος στοχαστής της Αριστεράς συνέπεσαν απόλυτα στις εκτιμήσεις τους.

Γυρίζοντας μπροστά το ρολόι της Ιστορίας, παρακολουθούμε σήμερα τη χώρα μας να είναι βυθισμένη σε μια βαθιά, ίσως πρωτόγνωρη, οικονομική κρίση. Με την ανεργία να πλησιάζει το 30% (πιο κοντά στο 60% στην περίπτωση των νέων), ύστερα από πέντε χρόνια παρατεταμένης ύφεσης, με τσεκουρωμένους μισθούς και συντάξεις, κάτω από την ντροπιαστική εποπτεία της τρόικας, και με τις τιμές των αγαθών καθηλωμένες στα προηγούμενα επίπεδα, κινδυνεύουμε να διχάσουμε και πάλι την κοινωνία μας. Στον 20ό αιώνα είχαμε τραγικά διχαστεί ανάμεσα σε βασιλικούς και βενιζελικούς και, μια γενιά αργότερα, σε κομμουνιστές και εθνικιστές. Σήμερα -όσο αλλόκοτο και αν αυτό ακούγεται- κινδυνεύουμε να διχαστούμε σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς».

Στον τρέχοντα πολιτικό διάλογο το κυρίαρχο γνώρισμα των κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι η υπερβολή. Περιγράφουν την Ελλάδα ως μια άβουλη «αποικία χρέους», που στερείται κάθε ίχνους αξιοπρέπειας από τους παρεμβατικούς δανειστές της. Στόχος των καταγγελιών (δεξιά και αριστερά της τρικομματικής κυβέρνησης) είναι η Γερμανία. Πολιτικοί όπως η Μέρκελ και ο Σόιμπλε παρουσιάζονται ως σύγχρονοι εκφραστές του Χιτλερικού ηγεμονικού ονείρου, που φιλοδοξούσε να οικοδομήσει μια γερμανική Ευρώπη. Μόνο, που τα σημερινά τους όπλα είναι οικονομικά αντί για στρατιωτικά. Αλλά το τελικό αποτέλεσμα πάντοτε το ίδιο: η υποδούλωση του ανήμπορου ευρωπαϊκού νότου και, σταδιακά, του υπόλοιπου στον βορρά.

Γράφοντας αυτές τις αράδες θυμήθηκα ένα παλιό άρθρο του μακαρίτη Αμερικανού στοχαστή Σαμ Χάντινγτον. (Δείτε, Samuel P. Huntington, «America’s Changing Strategic Interests», Survival, January/February 1991). Στο άρθρο αυτό ο συγγραφέας ανησυχεί για το μέλλον της Αμερικής μετά την άτακτη αποδόμηση του σοβιετικού μπλοκ. Πιστεύει ότι οι ΗΠΑ έχουν κάθε συμφέρον να αποτρέψουν τη δημιουργία μιας νέας, ηγεμονικής, οντότητας στην περιοχή της Ευρασίας που θα μπορούσε να προκύψει μετά την πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και προτείνει ωμά -ως μεθόδους αποτροπής αυτής της εξέλιξης- την καλλιέργεια κλίματος «γερμανοφοβίας» και, ταυτοχρόνως, την άτακτη και ραγδαία διεύρυνση της Ε.Ε.

Δυστυχώς, κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και η Χρυσή Αυγή- αγνοώντας προφανώς την ύπαρξη του Χάντινγτον- υιοθετούν με τυμπανοκρουσίες τη μακιαβελική του συνταγή. Κρίμα!

* Ο κ. Θεόδωρος Κουλουμπής είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή