Εκείνον τον στίχο δεν τον ξέχασα ποτέ

Εκείνον τον στίχο δεν τον ξέχασα ποτέ

7' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μαρία Τοπάλη

Επιστροφή στη ρίζα

Αν έψαχνα στη συνείδηση του ενήλικου βίου για τον στίχο ή τον ποιητή ή την ποιήτρια που με καθόρισαν, θα ελλόχευε ο κίνδυνος της εκ των υστέρων αυτο-σκηνοθεσίας. Γι’ αυτό προτιμώ να ανατρέξω στη ρίζα, στα πρώτα δύο ποιήματα που θυμάμαι να έχω ακούσει από τους δύο γονείς, αντίστοιχα. Από τον πατέρα μου έχω ανάμνηση της φωνής και της εικόνας του να απαγγέλλει (πολύ όμορφα), όρθιος, τους «Μοιραίους» του Βάρναλη. Τους στίχους τούς θυμάμαι ανάκατα, αποσπασματικά: «Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα/ προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα» κι ύστερα το «μες στην υπόγεια την ταβέρνα, μες σε καπνούς και σε βρισιές,/ (απάνου εστρίγγλιζε η λατέρνα)–» και τα λοιπά. Καθαρότατη άρθρωση, ρυθμός αβίαστος και, βέβαια, κατιτίς το αβάσταχτο, το αφόρητα ηττημένο, ταπεινωμένο, που υπόγεια ψάχνει να φιδογεννήσει εκδίκηση έχοντας προηγουμένως εκτεθεί χωρίς αναλγητικά στον αυτοοικτιρμό.

Της μάνας μου, πάλι, η ανάμνηση είναι το δάχτυλό της να δείχνει στο βιβλίο το ποίημα–κείμενο, υπογραμμισμένο άλλοτε, στα νιάτα της, από την ίδια. Και μαζί το υπαινικτικό σχόλιό της, που εφιστούσε την προσοχή μας στην αδιανόητη σχεδόν ελευθεροφροσύνη του «Γύφτου»: «Είμαστ’ εμείς οι απάτριδοι κ’ οι αγιάτρευτοι./ Γιούχα και πάντα γιούχα των πατρίδων!». Ηρθαν, αργότερα, η Αμοργός, η Μάτση Χατζηλαζάρου, ο Καρούζος. Μα το διπλό ποιητικό αρχέτυπο παρέμεινε αναλλοίωτο: «Γύφτος» και «Μοιραίοι», χορευτικός ρυθμός, γερή δόση πικραμύγδαλου, εκρηκτική διάθεση υπονόμευσης. 

* Τα βιβλία και οι ποιητικές συλλογές της Μαρίας Τοπάλη: «Για τέσσερα χέρια» (με τον Κωνσταντίνο Ματσούκα), «Ο χορός της μεσαίας τάξης» (μιούζικαλ), «Βερμίου κατάβαση», «Λονδίνο και άλλα ποιήματα», «Σερβίτσιο τσαγιού», «Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα» (με τη Ματώ Ιωαννίδου). Η Μαρία Τοπάλη έχει μεταφράσει στην ελληνική γλώσσα έργα Rilke, Zweig, Frisch, Habermas και άλλων.

Γιάννης Δούκας

Ο Σεφέρης με έκανε να σκεφτώ για το παρόν

Θα μπορούσα  και να εξαντλήσω την έκταση του κειμένου αυτού, απαριθμώντας και παραθέτοντας τους στίχους που θεωρώ καθοριστικούς, τον καθένα και για μια στιγμή της ζωής μου. Και θα κατέληγα σ’ ένα κολάζ ετερόκλητων μορφών, ειδών και μέτρων, χωρίς να ξεδιαλέξω τον ένα και μοναδικό, τον πιο χαρακτηριστικό. Γιατί τέτοια είναι η φύση των αναφορών μας, αλληλοσυμπληρώνονται ή αυτοαναιρούνται, συνθέτοντας το διαρκώς μεταβαλλόμενο οικοδόμημα της εσωτερικής συγκρότησής μας: άπειρες οι λέξεις που μας αγγίζουν κι έρχονται ν’ αντηχήσουν μέσα μας.

Κάπως έτσι με βρήκε ο στίχος «– γιατί τ’ αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια,/ είμαστε εμείς», από τον «Ηδονικό Ελπήνορα» της Κίχλης, κοντά με τις Μέρες, σε μια εποχή, αρχές της κρίσης, που αναζητούσα έναν νηφάλιο, κάπως αποστασιοποιημένο, ρεαλισμό, για να μου επιτρέψει, ακόμη και με την υπαρξιακή του απελπισία, να τοποθετήσω μέσα μου αυτό που ζούσαμε και ακόμη ζούμε. Δεν είναι ίσως ούτε ο ωραιότερος στίχος του Σεφέρη, ούτε ο πιο αποφθεγματικός του, με τη δυσθυμία του, ωστόσο, και με τις ρωγμές του, μου έδωσε αυτό που έψαχνα: ένα εφαλτήριο, δηλαδή, προκειμένου να σκεφτώ για το παρόν, να δοκιμάσω να το συλλάβω, να κατανοήσω τη σχέση του με το παρελθόν, αρχαίο ή πρόσφατο, να κατορθώσω να προσδιορίσω τον εαυτό μου και να σταθώ, προσωπικά και ποιητικά, στο σήμερα. Τα συντρίμμια μπορεί να είμαστε εμείς (οι όποιοι εμείς), αν όμως από αυτήν τη θέση ξεκινήσουμε, θα βρούμε τις συγκολλητικές ουσίες και τους τρόπους μας ή, έστω, θα προσπαθήσουμε.

* Η πρώτη ποιητική συλλογή του Γιάννη Δούκα, «Στα μέσα σύνορα» (Πόλις, 2011), τιμήθηκε με το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ποιητή του περιοδικού «Διαβάζω». Κείμενα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά «Διαβάζω» (2009-2012), «Ποιητική» κ.ά., καθώς και στο προσωπικό του ιστολόγιο (http://dokime. wordpress.com). Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά και τα σερβικά. Η τελευταία του συλλογή, «Το σύνδρομο Σταντάλ», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.

Κατερίνα Ηλιοπούλου

Στη σωστή θέση τη σωστή στιγμή

Είμαι 15 χρόνων, διαβάζω το αναγνωστικό της πρώτης λυκείου, ψάχνω τα κείμενα εκτός διδακτέας ύλης και πέφτω πάνω στο ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου που ξεκινάει: Η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου. Το διαβάζω με μια ανάσα μέχρι το τέλος και ξαφνικά καταλαβαίνω τα πάντα. Κατ’ αρχάς ότι δεν είναι κώδικας, δεν είναι κάτι που πρέπει να σπάσω, να μεταφράσω σε άλλη γλώσσα. Καταλαβαίνω ότι το ποίημα δεν σου λέει κάτι, αλλά σου κάνει κάτι, ότι το προσλαμβάνεις με όλο σου το σώμα, μέχρι τις ρίζες των μαλλιών σου. Καταλαβαίνω ότι οι λέξεις είναι πράγματα. Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη… Ανοίγω το λεξικό. Νύκτωρ = κατά τη διάρκεια της νύχτας. Μας αναγγέλλει την αυγή, σφαδάζουσα στο ράμφος της πρωίας. Είμαι τώρα πάνω στο ποδήλατο-ποίημα και τρέχω με μεγάλη ταχύτητα, κάνοντας ένα άλμα στο κενό, εγκαταλείποντας τα αυτονόητα σχήματα της νόησής μου και είμαι χαρούμενη. Γιατί; Επειδή χαρά σημαίνει: «Να είμαι παρών στον εαυτό μου». Δηλαδή να βρίσκομαι στη σωστή θέση τη σωστή στιγμή. Ενα ποίημα είναι αυτό ακριβώς: ένας τόπος όπου είσαι παρών στον εαυτό σου, με αφυπνισμένο το πνεύμα και τις αισθήσεις. Δεν έχει σημασία αν το ποίημα είναι φωτεινό ή σκοτεινό, άλλωστε στην ποίηση δεν υπάρχουν τέτοιοι διαχωρισμοί. Ενα έργο τέχνης πραγματωμένο είναι πάντα μια κατάφαση για τη ζωή ανεξάρτητα από το περιεχόμενό του, με το χτυποκάρδι της χαράς και το σπάραγμα της λύπης, με τον τρόπο που επιμένει να αναμετριέται με τα αινίγματα. Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.

* Η Κατερίνα Ηλιοπούλου έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Ο κύριος Ταυ», Μελάνι 2007 (βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω»), «Ασυλο», Μελάνι 2008, «Το βιβλίο του χώματος», Μελάνι 2011. Συνεπιμελείται την πλατφόρμα για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση «Greek Poetry Now» (www.greekpoetrynow.com) και είναι μέλος της ερευνητικής ομάδας «Poetry Now». Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε αγγλόφωνα λογοτεχνικά περιοδικά. Η ποίησή της έχει μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, τουρκικά και βουλγαρικά.

Γιώργος Λίλλης

Ευχαριστώ τον Γιάννη Ρίτσο

Ημουν δεκαεφτά χρόνων  και επειδή δεν είχα λεφτά για να αγοράσω βιβλία, γράφτηκα στη βιβλιοθήκη του Αγρινίου, όπου έπεσα στην κυριολεξία με τα μούτρα στο διάβασμα. Ανακάλυπτα έναν καινούργιο κόσμο. Και ήμουν ενθουσιασμένος. Μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον όπου κανείς δεν διάβαζε και ανακάλυψα μάλλον αργά την αγάπη μου για το διάβασμα. Εκεί έπεσε στα χέρια μου, εντελώς τυχαία, η ποιητική συλλογή «Γραφή τυφλού» του Γιάννη Ρίτσου. Πριν το δανειστώ, το ξεφύλλισα και θυμάμαι πως μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο στίχος από το ποίημα «Υαλογραφία λουτρού»: «Εκείνο που επιζεί του θανάτου σου, είναι αυτό που στερήθηκες στην ζωή σου». Δεν είχα διαβάσει μέχρι τότε ποτέ ποίηση, αλλά εκείνος ο στίχος, χωρίς τότε να τον πολυκαταλαβαίνω, με στιγμάτισε. Δεν τον ξέχασα ποτέ, αν και σπάνια αποστηθίζω ποιήματα. Δεν το έχω. Εκείνος ο στίχος όμως με ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια. Και είμαι σίγουρος πως εξαιτίας εκείνου του ποιήματος άρχισα να γράφω, γεμίζοντας με πάθος σελίδες, σχεδόν είκοσι χρόνια τώρα, προσπαθώντας να εξηγήσω στον εαυτό μου τι είναι αυτό που θα επιζήσει του θανάτου μου. Ακόμη δεν το έχω μάθει. Αν αύριο όλα αυτά χαθούν από κοντά μας, αναρωτιέμαι, όταν σκορπίσουμε όπως η σκόνη, και τα χρήσιμα εργαλεία της γνώσης μοιραστούν δίκαια στη λήθη, ποιο ρόλο θα παίζουν τα γραπτά μας; Ευχαριστώ τον Γιάννη Ρίτσο που έδωσε σ’ εκείνο το παιδί την ευκαιρία να αναζητήσει την απάντηση.

* Ο Γιώργος Λίλλης γεννήθηκε στη Γερμανία το 1974. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά κι έχουν παρουσιαστεί σε περιοδικά και ανθολογίες του εξωτερικού. Μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευτεί και σε διάφορα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά («Ποίηση», «Μανδραγόρας», «Δέντρο», «Ακτή», «Γραφή»). Εχει μεταφράσει στα ελληνικά Βισλάβα Σιμπόρσκα, Εριχ Φριντ, Λι Τάι Πε, καθώς και Ινδιάνους ποιητές. «Η χώρα των κοιμωμένων υδάτων» (εκδ. Μανδραγόρας, 2001) πρόκειται σύντομα να εκδοθεί και στη Γερμανία. Βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος, Περισπωμένη και Μεταίχμιο.

Σωτήρης Σελαβής

Στο ίδιο άθλιο τραπεζάκι

Θα ’μουν δευτεροετής φοιτητής στο Πολυτεχνείο, πριν ακόμη κλείσω τα είκοσι. Ακατανόητη παραξενιά, σκέφτομαι τώρα, όμως συνήθιζα να ξυπνώ χαράματα και να κατεβαίνω στη σχολή για να διαβάσω, στο κυλικείο της φοιτητικής εστίας, ανάμεσα στον κόσμο. Οχι βεβαίως τα συναφή, μα ποίηση. Ανοιγε τότε τη μία μετά την άλλη τις μεγάλες της πόρτες, καθιστώντας ανεπαρκή, ξαφνικά και για πάντα, οποιαδήποτε άλλη πραγματικότητα. Κοινωνικά διστακτικός, έτσι κι αλλιώς, παρατηρούσα κιόλας αμέτοχος τον κόσμο, ολοένα καταφεύγοντας, με μιαν αίσθηση δραματικότητας που μεγαλοποιείται από τη νιότη, στα περίκλειστα μεγαλεία των στίχων. Αχ, η ποίηση… Εμοιαζε με παραίτηση τότε. Εκλεκτή μεν, όμως παραίτηση. Ωσπου μια μέρα σαν όλες τις άλλες, στο κυλικείο, το φτωχό πλην όμως ηρωικό μου αναγνωστήριο, στο ίδιο άθλιο τραπεζάκι, ανάμεσα σε άλλα πρωτοδιάβασα και το γνωστό ποίημα του Γιώργου Σαραντάρη: «Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε, /σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα,/ παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους, / τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου/ και στη σκόνη του καιρού./ Σημαίνει πως φοβόμαστε/ και η ζωή μας έγινε ξένη,/ ο θάνατος βραχνάς». Με το ποίημα αυτό ο Γιώργος Σαραντάρης, ο άχραντος λυρικός των γραμμάτων μας, ο μοναχικός πρόδρομος της γενιάς του ’30, ήταν ο πρώτος Ελληνας της αναγνωστικής μου εφηβείας που έδειξε πως η ποίηση, πάνω απ’ όλα, είναι Αποστολή – το ριλκεϊκό Auftrag. Εκλεισα το βιβλίο. Μια πίστη δυνάμωνε μέσα μου. Τότε βέβαια δεν ήμουν ποιητής. Δεν είχα καν αποπειραθεί να γράψω ένα στίχο. Και όμως: «Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε/ σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα»…

* Ο Σωτήρης Σελαβής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1977. Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό «Ποίηση» (τεύχη 15, 19, 23 και 25), ενώ τον Οκτώβριο του 2003 εκδόθηκε η πρώτη του αυτοτελής ποιητική συλλογή («Bleuballet», εκδ. Νεφέλη) και το 2006 η δεύτερη («Μην αγαπάς, κοιμήσου», εκδ. Νεφέλη). Ποίημά του απέσπασε το 2004 την πρώτη θέση μεταξύ των ελληνικών συμμετοχών σε προγράμματα των British Council και Klandestini. Το 2011 δημιούργησε τις εκδόσεις Περισπωμένη.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή