Από τον Τζόνσον στον Ομπάμα

Από τον Τζόνσον στον Ομπάμα

4' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Ιανουάριο του 1964, στο καθιερωμένο διάγγελμα για την Κατάσταση του Εθνους, ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον εξήγγειλε ένα τολμηρό πρόγραμμα φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων που έμεινε στην Ιστορία ως «πόλεμος εναντίον της φτώχειας». Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού αντέστρεψε τους όρους, σε σημείο που το 2006 ο δισεκατομμυριούχος Γουόρεν Μπάφετ να δηλώνει, με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Υπάρχει όντως ένας ταξικός πόλεμος που βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά είναι η δική μου τάξη, η τάξη των πλουσίων, που έχει κηρύξει αυτόν τον πόλεμο – και τον κερδίζει»! Μισόν αιώνα μετά τον Τζόνσον, στο φετινό προεδρικό διάγγελμα για την Κατάσταση του Εθνους, ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να ξαναπιάσει το κομμένο νήμα, κηρύσσοντας τον δικό του «πόλεμο» εναντίον των κοινωνικών ανισοτήτων, το πρόβλημα των προβλημάτων της σύγχρονης Αμερικής.

Ενα Αμερικανόπουλο, η οικογένεια του οποίου ανήκει στο 20% των πιο φτωχών νοικοκυριών, έχει λιγότερες από μία στις είκοσι πιθανότητες να αναρριχηθεί κοινωνικά, τόνισε ο Μπαράκ Ομπάμα. Αλλά ένα νεογέννητο που προέρχεται από το πλουσιότερο 20% έχει δύο στις τρεις πιθανότητες να μείνει εκεί εφ’ όρου ζωής. Ενώ το 1979 το πλουσιότερο 10% της κοινωνίας καρπωνόταν το ένα τρίτο του εθνικού εισοδήματος, σήμερα το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνάει το 50%. Πρόκειται για μια προκλητική συγκέντρωση του κοινωνικού πλούτου, συγκρίσιμη με την αντίστοιχη σε χώρες όπως η Αργεντινή και η Τζαμάικα. Φαινόμενο που, όπως σημειώνει η σύνταξη των New York Times, «οδηγεί σε συχνότερες κρίσεις, υπερχρέωση των νοικοκυριών, αυξανόμενο κυνισμό και απελπισία».

«Οδοστρωτήρας»

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στην Αμερική, αλλά αφορά το σύνολο των ανεπτυγμένων χωρών, όπως τονίζει ο Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί στο νέο του βιβλίο «Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα», το οποίο χαρακτηρίστηκε «πολιτικός και θεωρητικός οδοστρωτήρας» στη βιβλιοκριτική των New York Times. Σε ένα αποκαλυπτικό γράφημα που έκανε τον γύρο του κόσμου, απεικονίζεται παραστατικά η διακύμανση του μερίδιου του κεφαλαίου στο συνολικό εθνικό εισόδημα τα τελευταία 150 χρόνια για τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, τη Βρετανία και τη Γαλλία. Ολες αυτές οι χώρες ακολουθούν σε γενικές γραμμές το ίδιο πρότυπο: Ενα υψηλό «οροπέδιο» από το 1870 μέχρι, χονδρικά, το 1914, μια μεγάλη «βουτιά» μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μια καινούργια ανοδική εκτίναξη, που διαρκεί ώς τις μέρες μας.

Παρότι ο Πικετί δεν είναι και τόσο ριζοσπαστικός στις πολιτικές του τοποθετήσεις (πρόσκειται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα), η ανάλυσή του είναι καταπέλτης για τους θιασώτες της κατεστημένης οικονομικής σκέψης, οι οποίοι, μηρυκάζοντας τον γκουρού του νεοφιλελευθερισμού, Μίλτον Φρίντμαν, φρονούν ότι η αγορά, «απελευθερωμένη» από κρατικές παρεμβάσεις, θα διανείμει «τους καρπούς της οικονομικής προόδου σε όλους τους ανθρώπους». Για τον Πικετί, η έκρηξη των ανισοτήτων «δεν έχει τίποτα να κάνει με υποτιθέμενες στρεβλώσεις της αγοράς. Αντιθέτως, όσο πιο τέλεια είναι η καπιταλιστική αγορά, τόσο υψηλότερη είναι η ανισότητα».

Κομβικό σημείο στην ανάλυση του Πικετί είναι ο «νόμος» που διατυπώνει, σύμφωνα με τον οποίο, όσο υποχωρεί ο ρυθμός της ανάπτυξης, τόσο τείνουν να οξυνθούν οι ανισότητες στο εισόδημα και στην ιδιοκτησία. Αλλά η επιβράδυνση της ανάπτυξης στα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού αποτελεί, σε μακροπρόθεσμη βάση, ακλόνητο εμπειρικό δεδομένο στο τελευταίο μισό του αιώνα – τάση, την οποία ο Πικετί αποδίδει σε παράγοντες όπως η απώλεια θέσεων εργασίας από την αυτοματοποίηση, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση – χρηματοποίηση της διεθνούς οικονομίας και η δημογραφική γήρανση.

Η εξαίρεση

Σε κάθε περίπτωση, υπό την οπτική του Πικετί η «βουτιά» προς τη μείωση των ανισοτήτων της περιόδου 1914-1975 αποτελεί την εξαίρεση, προϊόν ανεπανάληπτων ιστορικών συνθηκών (παγκόσμιοι πόλεμοι, απαξίωση των αστικών τάξεων, ύπαρξη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου κ.λπ.), ενώ η σημερινή ανοδική τους πορεία ακολουθεί τον κανόνα. Ως προς το διά ταύτα, ο συγγραφέας εμφανίζεται απαισιόδοξος. Αν και αναγνωρίζει ότι η σημερινή κατάσταση πραγμάτων εγκυμονεί κοινωνικές εκρήξεις και πολιτικές (ίσως και γεωπολιτικές) αναστατώσεις μεγάλης κλίμακας, εκτιμά πως τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία, όπως η επιβολή φόρων επί της περιουσίας σε παγκόσμια κλίμακα, είναι μη ρεαλιστικά, από πολιτική άποψη.

Το μετέωρο βήμα του Μπαράκ Ομπάμα μάλλον ενισχύει τον σκεπτικισμό του Πικετί. Πρώτα απ’ όλα, γιατί και κατά το περυσινό διάγγελμά του για την Κατάσταση του Εθνους, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε επίσης εστιάσει στον «πόλεμο» εναντίον της φτώχειας, χωρίς η ρητορεία να βρει αντίκρισμα. Επειτα, γιατί οι φετινές εξαγγελίες του –αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου από τα 7,25 στα 10,10 δολάρια, εκκλήσεις στη… φιλανθρωπία των επιχειρηματιών για την πρόσβαση των παιδιών εργατικών οικογενειών σε παιδικούς σταθμούς– απέχουν έτη φωτός από μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση, που θα σηματοδοτούσε αλλαγή πορείας.

Το κυριότερο, οι εξαγγελίες Ομπάμα συγκρούονται μετωπικά με τη στρατηγική προσήλωσή του στην «απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου». Αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τη συμφωνία για τη δημιουργία της Κοινής Αγοράς Βόρειας Αμερικής (NAFTA), η οποία οδήγησε στη μαζική μετανάστευση αμερικανικών βιομηχανιών στο Μεξικό προς αναζήτηση του ελάχιστου εργασιακού κόστους. Οι New York Times σημειώνουν ότι εξαιτίας της NAFTA χάθηκαν 845.000 θέσεις εργασίας και ασκήθηκε τρομακτική πίεση στα μεροκάματα των Αμερικανών εργαζομένων, όπου οι ειδικευμένοι, καλά αμειβόμενοι εργάτες βιομηχανίας δίνουν τη θέση τους σε μερικής απασχόλησης κούριερ και ντελιβεράδες. Απτόητος από όλα αυτά, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει βαλθεί να προωθήσει συνθήκη για τη δημιουργία διατλαντικής ζώνης ελεύθερου εμπορίου (ΤΤΙΡ) με την Ευρωπαϊκή Ενωση, μια εξέλιξη που θα ενισχύσει την καθοδική πίεση στα εργατικά δικαιώματα, ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού.

Ιnfo

– Thomas Piketty, «Le capital au XXIe siecle», Seuil, 2013.

– Fred Magdoff & John Bellamy Foster, «The Plight of the U.S. Working Class», Monthly Review v.65, No8, January 2014.

– David E. Bonior, «Obama’s Free- Trade Conundrum», The New York Times, 29/1/2014.

– Editorial, «The President on Inequality», The New York Times, 4/12/2013.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή