Γκάουκ: «Η Γερμανία αναγνωρίζει το έγκλημά της»

Γκάουκ: «Η Γερμανία αναγνωρίζει το έγκλημά της»

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

 Μόλις τελείωσε την αντιφώνησή του στη συναγωγή των Ιωαννίνων, ο Γιόακιμ Γκάουκ, έπιασε από το χέρι τον πρόεδρο της Εβραϊκής Κοινότητας Ιωαννίνων κ. Μωυσή Ελισάφ. «Τώρα θέλω να με πας στους ομήρους», του είπε. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη, από τα πενήντα μέλη της Εβραϊκής Κοινότητας και τους εκπροσώπους των αρχών, αλλά δύο γυναικείες φιγούρες ξεχώριζαν. Της Εσθήρ Κοέν και της Ζανέτ Σεβί.

Ο πανύψηλος Γερμανός, βουρκωμένος έσκυψε, τις αγκάλιασε και τις φίλησε. Στιγμές αμηχανίας, οι πιο δύσκολες ενδεχομένως, του ταξιδιού του στην Ελλάδα. Ο «θύτης» ενώπιος ενωπίω με τα θύματα. «Αυτά που έγιναν δεν μπορεί και δεν πρέπει να ξεχαστούν, πρέπει να γραφτούν σε βιβλία για να τα διδάσκονται οι ερχόμενες γενιές» του λέει η Εσθήρ. Η Ζανέτ κομπιάζει. Η κατάστασή της δεν της επιτρέπει να πει αυτά που θέλει.

Ο σύζυγος της Εσθήρ, Σαμουήλ, του διηγείται εν συντομία πώς κατάφερε να διαφύγει σε ανταρτικές ομάδες στα βουνά και να γλιτώσει. Τον ακούει με προσοχή. Η ατμόσφαιρα είναι συναισθηματικά φορτισμένη. Οι ψυχές των 1.700 περίπου Εβραίων των Ιωαννίνων που χάθηκαν στα κρεματόρια του Αουσβιτς και του Μπιρκενάου, πλανώνται στην αίθουσα και τους διαδρόμους της Συναγωγής… Η μητέρα της Εσθήρ, ικέτευε τους δικούς της την ώρα που μάζευαν άρον-άρον κάποια πράγματα για το ταξίδι χωρίς επιστροφή, να την αφήσουν να πάει για λίγο να προσευχηθεί στη συναγωγή. Ηταν ημέρα Σάββατο.

Ο Γκάουκ δακρύζει στη θέα των «αριθμών» που στέκουν απέναντί του. «Ηρθα να υποκλιθώ, η Γερμανία αναγνωρίζει το έγκλημά της και δεν θα αφήσουμε να ξεχαστεί ποτέ, για να μην ξαναγίνει», λέει.

Ακολουθούν φωτογραφίες του με τις δύο εν ζωή Γιαννιώτισσες Εβραίες – από τους πενήντα περίπου ομόθρησκους που επέζησαν του Ολοκαυτώματος. «Είμαστε διατεθειμένοι να συγχωρήσουμε όχι όμως να ξεχάσουμε…», θα του πει από το βήμα της εκδήλωσης ο Μωυσής Ελισάφ.

Εργο ζωής, το προσκύνημα

Νωρίτερα, στο γεύμα που παρατέθηκε προς τιμήν του στο τουριστικό περίπτερο της πόλης των Ιωαννίνων, θα «ξυπνήσει» μέσα του ο πάστορας. Σκύβοντας στο αυτί του προέδρου της Κοινότητας, ακούστηκε να του λέει:

«Είναι έργο ζωής για μένα αυτό το προσκύνημα. Οταν εκεί ψηλά θα συναντήσω το Κύριο θα του πω ότι απολογήθηκα στον τόπο του μαρτυρίου…».

Οι μνήμες ζωντάνεψαν, για λίγο με αφορμή την παρουσία και τη «συγγνώμη» του προέδρου της Γερμανίας. Ξημερώματα 25ης Μαρτίου του 1944, εβδομήντα ακριβώς χρόνια πριν: Η Γκεστάπο, την παγωμένη εκείνη ημέρα, με τη βοήθεια της χωροφυλακής, θα μαζέψει με τελικό προορισμό το Αουσβιτς 1.725 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μέλη της εβραϊκής κοινότητας, που μπόρεσε να εντοπίσει. Θα επιστρέψουν λιγότεροι από 50.

«Και έπειτα σιωπή που έγινε ψίθυρος και χάθηκε στην ομίχλη της λήθης, θάφτηκε στα χαλάσματα των νικητών και ηττημένων του Εμφυλίου που ακολούθησε, μεταμορφώθηκε σε χρυσές λίρες και οικόπεδα και κατέληξε σε ατιμωρησία των υπευθύνων» θα γράψει ο συγγραφέας Χριστόφορος ΣμινκΓκουστάβους, για τον μετά Αουσβιτς «καιρό των Εβραίων» των Ιωαννίνων.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή