Τριγωνικές συναλλαγές υψηλής επικινδυνότητας

Τριγωνικές συναλλαγές υψηλής επικινδυνότητας

11' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον Ιούλιο του 2013, το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων του υπουργείου Οικονομικών, σε φορολογικό έλεγχο που διενήργησε σε μεγάλη ελληνική εταιρεία, προχώρησε σε καταλογισμό πρόσθετων φόρων ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για τη χρήση του 2010. Η παράβαση αφορούσε τριγωνικές συναλλαγές για την αγορά πρώτων υλών στις οποίες εμπλέκεται χώρα που χαρακτηριζόταν από την ελληνική νομοθεσία ως έχουσα προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Βάσει διατάξεων για την καταπολέμηση της εταιρικής φοροαποφυγής, τριγωνικές συναλλαγές με κράτη προνομιακού φορολογικού καθεστώτος εξ ορισμού δεν αναγνωρίζονταν από τις ελληνικές φορολογικές αρχές, με αποτέλεσμα η εταιρεία για τη συγκεκριμένη χρήση να μη μπορεί να αφαιρέσει το κόστος αγοράς πρώτων υλών από το φορολογητέο της εισόδημα.

Αυτή και άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις οδήγησαν τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων να εκδώσει εγκύκλιο τον Αύγουστο («Φορολογική μεταχείριση δαπανών αγοράς αγαθών που πραγματοποιούνται από εταιρείες με έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, μέσω τριγωνικών συναλλαγών») που επιχείρησε να βάλει τάξη στο χάος των σχετικών διατάξεων για τέτοιου είδους ελέγχους. Παράλληλα, η υπόθεση της εταιρείας οδηγείται στην επιτροπή 70Α του υπουργείου Οικονομικών, όπου μπορούσαν να προσφεύγουν (έως τις 31 Ιουλίου του 2013) φορολογούμενοι μεγάλης οικονομικής επιφάνειας για να μειωθούν ή να απαλειφθούν οι οφειλές τους. Η επιτροπή, που έκτοτε έχει καταργηθεί λόγω τεράστιων καθυστερήσεων, αδυνατεί να βγάλει απόφαση και στέλνει την υπόθεση πίσω στις υπηρεσίες του υπουργείου για επανέλεγχο, όπου κανείς δεν θέλει να την αναλάβει.

Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση προσπαθεί επανειλημμένως, ελπίζοντας ότι δεν θα την πάρει κανείς είδηση, να λύσει αναδρομικά το πρόβλημα – που δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη εταιρεία. Τελικά, προ δέκα ημερών, με τροπολογία σε άσχετο νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, δίνεται ξανά η δυνατότητα τεκμηρίωσης δαπανών σε (συγκεκριμένου τύπου) τριγωνικές συναλλαγές με τους λεγόμενους «φορολογικούς παραδείσους». Πολλοί φωνάζουν για τα πλοκάμια της διαπλοκής και για εξυπηρέτηση συμφερόντων. Η πραγματικότητα, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «Κ», είναι αρκετά πιο σύνθετη: έχει περισσότερο να κάνει με τον υπερβάλλοντα ζήλο του νομοθέτη, που αντικατέστησε την ασυδοσία σε θέματα εταιρικής φοροαποφυγής με δρακόντειες διατάξεις αμφιβόλου συνταγματικότητος. Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της ροπής προς τα άκρα που έχει επιδείξει το πολιτικό σύστημα σε θέματα φορολογίας από το 2010 και μετά: από ένα καθεστώς ασυλίας σε μία αδιάκριτη σκλήρυνση των όρων του παιχνιδιού, σε βαθμό που συχνά καταλήγει να είναι άδικος αλλά και αντιπαραγωγικός.

Ας ξεκινήσουμε, όμως, από λίγο πιο πίσω, για να δούμε πώς φτάσαμε εδώ.

Μικρές οι πιέσεις στους… φορολογικούς παραδείσους

Πριν από το 2010, επικρατούσε ασυδοσία στις συναλλαγές ελληνικών επιχειρήσεων με offshore εταιρείες. Οπως εξηγεί στην «Κ» πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του ελεγκτικού μηχανισμού, ένα μεγάλο μέρος των εισαγωγών στο πλαίσιο της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων έγινε μέσω παρένθετων κυπριακών εταιρειών, εντελώς ανεξέλεγκτα. Ο φόρος εταιρικών κερδών στην Κύπρο τότε, που δεν ήταν ακόμα μέλος της Ε.Ε., ήταν 4,25%. Οι ιατρικές προμήθειες υπήρξαν επίσης πεδίον δόξης λαμπρόν για όσους τις εισήγαν μέσω εξωχώριων προορισμών.

Στα επόμενα χρόνια, ως μέλος πια της ευρωπαϊκής οικογένειας, η Λευκωσία θα γίνει πιο συνεργάσιμη σε φορολογικά θέματα και θα αυξήσει σε διψήφιο ποσοστό τον φόρο επί της εταιρικής κερδοφορίας. Καθώς όμως η Δύση και η Ελλάδα απολαμβάνουν τις εφήμερες απολαύσεις της Μεγάλης Φούσκας, η πίεση προς τους φορολογικούς παραδείσους να αλλάξουν πιο δραστικά πρακτικές παραμένει χαμηλής έντασης.

Την άνοιξη του 2010, τα πράγματα έχουν αλλάξει αποφασιστικά. Η διεθνής τραπεζική κρίση έχει βυθίσει τη Δύση σε ύφεση και έχει ξεσηκώσει την οργή πολιτών και πολιτικών κατά των φορολογικών παραδείσων. Στην Ελλάδα, με το Μνημόνιο προ το πυλών, ψηφίζεται τον Απρίλιο ο νόμος 3842. Ο νόμος τροποποιεί τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994) ώστε να μην αναγνωρίζονται δαπάνες εταιρειών προς φορολογουμένους με έδρα σε κράτη που θεωρούνται μη συνεργάσιμα σε φορολογικά θέματα. Αντιστοίχως, δεν αναγνωρίζονται δαπάνες προς χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (το οποίο ορίζεται ως το 50% του ελληνικού φόρου επί των εταιρικών κερδών), «εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή» (άρθρο 51Β.2).

Επιπλέον, ο νόμος 3842 τροποποιεί το άρθρο 31.1.γ του Ν. 2238/1994, προσθέτοντας ότι δεν αναγνωρίζονται δαπάνες που «καταβάλλονται ή οφείλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της και η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών διενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο».

Το σκεπτικό των διατάξεων αυτών ήταν ο περιορισμός της χρήσης φορολογικών παραδείσων από ελληνικές επιχειρήσεις για να μεταφέρουν τα κέρδη τους ή να υπερτιμολογούν τις δαπάνες τους, ελαχιστοποιώντας έτσι τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Ευγενής σκοπός, αλλά, όπως εξηγούν στην «Κ» ειδικοί –τόσο από το υπουργείο Οικονομικών όσο και από την αγορά– το νομοθετικό εργαλείο ήταν επικίνδυνα χοντροκομμένο.

Στην περίπτωση των συναλλαγών με φορολογικά προνομιακά κράτη, ο νόμος σωστά έριχνε το βάρος της ευθύνης στην ελληνική εταιρεία να αποδείξει ότι είναι «πραγματικές και συνήθεις» και ότι δεν έχουν σκοπό την αποφυγή φόρων. Ωστόσο, συνειδητοποιήθηκε ταχέως ότι ο τρόπος αντιμετώπισης των φορολογικά μη συνεργάσιμων κρατών –ο αποκλεισμός εξ ορισμού της αναγνώρισης των δαπανών, χωρίς τη δυνατότητα τεκμηρίωσης από την εταιρεία ότι αποτελούν νόμιμο μέρος της παραγωγικής της διαδικασίας– ήταν ανεφάρμοστος. Η περίπτωση του μη συνεργάσιμου Χονγκ Κονγκ, μέσω του οποίου διεξάγεται μεγάλο μέρος των εισαγωγών από την Ασία, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναγνώριση του λάθους. Η διόρθωση έγινε με το Ν. 3943/2011, που επεκτείνει τη δυνατότητα τεκμηρίωσης –τη «μαχητή» φύση του τεκμηρίου– και στις συναλλαγές με φορολογουμένους που εδρεύουν σε φορολογικά μη συνεργάσιμες χώρες.

Το πραγματικό χάος όμως σχετίζεται με τις τριγωνικές συναλλαγές. Η αρχική διατύπωση του σχετικού άρθρου οδηγεί σε παρέμβαση της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής, που προειδοποιεί ότι ενδέχεται να παραβιάζει το Κοινοτικό Δίκαιο (ελευθερίες εγκατάστασης, κυκλοφορίας εμπορευμάτων και παροχής υπηρεσιών). Το υπουργείο εκδίδει εγκύκλιο όπου διευκρινίζει ότι «οι νέες διατάξεις δεν αναφέρονται στις τριγωνικές συναλλαγές που πραγματοποιούν εντός της χώρας μας ημεδαπές επιχειρήσεις (π.χ. φασόν), αλλά μόνο σε αυτές που μεσολαβεί εταιρεία με έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς». Ωστόσο, με νέα εγκύκλιο αναφέρει ότι για τις τριγωνικές συναλλαγές –όπως ίσχυε αρχικά με όλες τις συναλλαγές με φορολογικά μη συνεργάσιμα κράτη– το τεκμήριο είναι αμάχητο (δεν δίνεται, δηλαδή, δυνατότητα τεκμηρίωσης των δαπανών).

Νομικοί και ειδικοί σε θέματα φορολογίας εξηγούν στην «Κ» ότι η θέσπιση αμάχητου τεκμηρίου έχει πολλάκις κριθεί μη συμβατή με το Σύνταγμα από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Επιπλέον, όπως έχει αρθρογραφήσει η Κατερίνα Σαββαΐδου, καθηγήτρια στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, λέκτωρ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και senior manager στην PwC: «Η νομολογία του ΕΔΑΔ δέχεται μόνο τα μαχητά τεκμήρια», ενώ «σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), η θέσπιση αμάχητων τεκμηρίων που έχουν ως συνέπεια τη μη δυνατότητα ή τον περιορισμό έκπτωσης ορισμένων δαπανών συνιστά καταρχήν περιορισμό των θεμελιωδών κοινοτικών ελευθεριών».

Η διάταξη του Ν. 3842 και η σύγχυση στην αγορά

Την Τετάρτη 12 Μαρτίου, εισήχθη μία επιπρόσθετη τροπολογία στο νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης για τις καταργήσεις και τις συγχωνεύσεις δημοσίων φορέων. Την επόμενη ημέρα, η δημόσια συζήτηση αναφορικά με το νομοσχέδιο επικεντρώθηκε στη διαφωνία του ΠΑΣΟΚ σχετικά με την κατάργηση του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρωπίνου Δυναμικού. Χωρίς να υποτιμάται η σημασία του εν λόγω ευαγούς ιδρύματος για την ευημερία της χώρας, ίσως θα άξιζε μια κουβέντα παραπάνω για τη νεότευκτη τροπολογία, που εγκρίθηκε τελικά –στην τρίτη προσπάθεια σε διάστημα 5 μηνών– στις 13 του μηνός.

Η τροπολογία αφορά ακριβώς το «μαχητό τεκμήριο» στις τριγωνικές συναλλαγές με χώρες ή περιοχές δικαιοδοσίας που χαρακτηρίζονται φορολογικά προνομιακά καθεστώτα ή μη συνεργάσιμες σε φορολογικά θέματα. «Για λόγους ίσης μεταχείρισης όμοιων περιπτώσεων και φορολογικής δικαιοσύνης», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, καταργείται «η παράγραφος 12 του άρθρου 11 του Ν. 4110/2013 (Α΄ 17) με την οποία καταργήθηκε το πέμπτο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 (Α΄ 151) από τότε που ίσχυσε και μέχρι 31.12.2013».

Λίγο πιο κοντά στα ελληνικά: με την τροπολογία ισχύει αναδρομικά η αρχική διάταξη του Ν. 3842 που απέκλειε την αναγνώριση δαπανών προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα σε φορολογικά προνομιακές ή μη συνεργάσιμες χώρες «των οποίων η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της». Προβλέπεται όμως εξαίρεση –που ισχύει κι αυτή αναδρομικά– για τις κατηγορίες συναλλαγών που είναι «πραγματικές και συνήθεις […] κατά το μέρος που αντιστοιχούν σε τιμές εντός του εύρους των τιμών της ημέρας συναλλαγής, οι οποίες τιμές διαμορφώνονται σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων ή σε οργανωμένες χρηματιστηριακές αγορές».

Καταργείται αναδρομικά, με άλλα λόγια, η αυτόματη –αμάχητη– μη αναγνώριση δαπανών σε τριγωνικές συναλλαγές με φορολογικούς παραδείσους. Ο όρος είναι οι συναλλαγές να αφορούν προϊόντα των οποίων οι τιμές μπορούν εύκολα να συγκριθούν με τα εύλογα επίπεδα (επειδή διαπραγματεύονται σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων ή άλλες οργανωμένες αγορές). Ενα ερώτημα που προκύπτει είναι τι γίνεται με τριγωνικές συναλλαγές που δεν αφορούν τέτοια προϊόντα – ίσως θα πρέπει να αναμένουμε νέα τροπολογία γι’ αυτές τις περιπτώσεις.

Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες της «Κ», η διάταξη του Ν. 3842 για τις τριγωνικές συναλλαγές είχε προκαλέσει ευρεία αναστάτωση στην αγορά – πολύ πέρα από τα συμφέροντα μιας ισχυρής εταιρείας, αγγίζοντας ακόμη και τη διαδικασία των αποκρατικοποιήσεων. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα επιχείρησης διανομής προϊόντων που είναι θυγατρική κυπριακής εταιρείας. Η ελληνική θυγατρική, με ετήσιο τζίρο 80 εκατ. ευρώ, εκλήθη πρόσφατα να πληρώσει επιπλέον φόρους 9 εκατ. ευρώ για το 2010 γιατί οι ελεγκτές του υπουργείου επέμεναν ότι η δραστηριότητα της (εισηγμένης στο ΧΑΚ) μητρικής κυπριακής εταιρείας εξαντλήθηκε στην τιμολόγηση.

Ανεπαρκώς επεξεργασμένες διατάξεις στη μάχη κατά της φοροαποφυγής

Σε πολλά μέτωπα της μάχης κατά της φοροαποφυγής, από το 2010 και μετά, προωθήθηκαν διατάξεις ανεπαρκώς επεξεργασμένες, που προκάλεσαν σύγχυση στην αγορά και οδήγησαν σε διαδοχικές αναδιατυπώσεις. Για παράδειγμα, το όριο που ορίζει το φορολογικά προνομιακό καθεστώς αυξήθηκε από 50% το 2010 σε 60% το 2011, για να επανέλθει στο 50% με τον Ν. 4172/2013 (τον νέο ΚΦΕ).

Σε δύο κρίσιμα πεδία, νομοθετικές αλλά και διοικητικές αδυναμίες έχουν περιορίσει την –υπαρκτή– πρόοδο. Σχετικά με τις ενδοομιλικές συναλλαγές (μεταξύ εταιρειών του ιδίου ομίλου, διαφορετικές από τις τριγωνικές), η ομάδα παρακολούθησης που θεσπίστηκε με τον νόμο 4002/2011 ξεκίνησε να λειτουργεί μόλις στις αρχές του 2013 και χρησιμοποιεί εδώ και κάποιους μήνες τη βάση δεδομένων Amadeus (βελγικής εταιρείας) για να συγκρίνει τα ποσοστά κέρδους και τις τιμές προϊόντων εταιρειών του ιδίου κλάδου με την ελεγχόμενη. Στέλεχος της αγοράς λέει στην «Κ» ότι έχει δει «ελεγκτές πολύ ενημερωμένους, αλλά και αστοιχείωτους» σε θέματα ενδοομιλικών συναλλαγών. Πηγή του υπουργείου απαντάει ότι υπήρχε μια γενικότερη έλλειψη εξειδικευμένων ατόμων, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Οπως λέει, η ομάδα παρακολούθησης των ενδοομιλικών προσπαθεί να εκμεταλλευθεί κάθε ευκαιρία για εκπαίδευση, μέσω της Ομάδας Δράσης του Χ. Ράιχενμπαχ και με ενεργό συμμετοχή στο πρόγραμμα Fiscalis της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανταλλαγή φορολογικής τεχνογνωσίας.

Πηγές με γνώση του ζητήματος, πάντως, εξηγούν στην «Κ» ότι η νομοθετική αντιμετώπιση των ενδοομιλικών συναλλαγών είχε τεθεί εξαρχής σε εσφαλμένες βάσεις: την ανέλαβε το υπουργείο Ανάπτυξης επί Χ. Φώλια ως μέθοδο μείωσης των τιμών καταναλωτή, αντί για μέτρο περιορισμού της φοροαποφυγής. Ο φάκελος τεκμηρίωσης των ενδοομιλικών συναλλαγών σε σχέση με την αρχή των ίσων αποστάσεων εισάγεται μόλις το 2009 (σύμφωνα με την αρχή αυτή, οι «συνδεδεμένες» επιχειρήσεις οφείλουν να συναλλάσσονται σαν μην ανήκαν στον ίδιο όμιλο). Ωστόσο, οι υπουργικές αποφάσεις που θα καθορίσουν τα περιεχόμενα των φακέλων τεκμηρίωσης δεν εκδίδονται ποτέ, με αποτέλεσμα οι έλεγχοι να μένουν στα τυπικά. Μόλις πέρυσι, με τον νόμο 4110, μπήκε μια τάξη: έγινε υποχρεωτική η κατάθεση των φακέλων τεκμηρίωσης, το υπουργείο Οικονομικών πήρε την αποκλειστικότητα στον έλεγχο ενδοομιλικών συναλλαγών, ενώ για τις χρήσεις έως και το 2011 ορίστηκε ότι μπορούν οι ελεγκτικές υπηρεσίες να χρησιμοποιούν τους φακέλους που είχαν προσκομιστεί στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης.

Στο πλαίσιο του ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών εντάσσεται και το άρθρο 66 του Ν. 4172 για τις Ελεγχόμενες Αλλοδαπές Εταιρείες. Βάσει του άρθρου, εταιρεία με έδρα σε φορολογικό παράδεισο που δεν διανέμει μέρισμα και που πληροί σωρευτικά μια σειρά κριτηρίων –δεν είναι εισηγμένη, βασικός της μέτοχος είναι ελληνικό φυσικό ή νομικό πρόσωπο και το εισόδημά της προέρχεται από τόκους, δικαιώματα επί πνευματικής ιδιοκτησίας, μετοχές, περιουσιακά στοιχεία και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες που συνδέονται με τον βασικό μέτοχο– θα φορολογείται στην Ελλάδα. Το άρθρο αυτό, προειδοποιούν κύκλοι της αγοράς, δημιουργεί αντικίνητρο για τη σύσταση μητρικών εταιρειών στην Ελλάδα, ενώ δεν πιάνει τις εταιρείες χαρτοφυλακίων εξωτερικού εύπορων Ελλήνων, γιατί τα έσοδά τους δεν συνδέονται με τη βασική οικονομική δραστηριότητα των ατόμων αυτών.

Ενα δεύτερο ζωτικό μέτωπο είναι η φορολόγηση της ιδιοκτησίας των offshore εταιρειών. Ο νόμος 3842 αύξησε τον συντελεστή φορολόγησης –το τίμημα της ανωνυμίας– για ακίνητα που ανήκουν σε εξωχώριες εταιρείες από 3% σε 15% ετησίως, ένα ισχυρό κίνητρο για να αποκαλύψουν οι πραγματικοί ιδιοκτήτες την ταυτότητά τους. Κατάργησε δε την εξαίρεση που είχε επιβάλει ο προηγούμενος σχετικός νόμος (του 2002) για εξωχώριες εταιρείες που μισθώνουν ακίνητα σε ναυτιλιακές εταιρείες. Επιπλέον, υποχρέωνε τα υποθηκοφυλακεία εντός έξι μηνών να ενημερώσουν τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων για όλα τα ακίνητα αρμοδιότητάς τους που αποτελούν ιδιοκτησία εξωχώριων εταιρειών.

Οι διατάξεις του νόμου ήταν σε σημεία υπερβολικές –όπως σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις για την ταυτοποίηση των μετόχων όλων των παρένθετων offshore– και έχουν έκτοτε τροποποιηθεί. Στην πράξη, τα υποθηκοφυλακεία έχουν επιδείξει την παραδοσιακή τους νωχελικότητα (μη διαθέτοντας ακόμη ψηφιακά αρχεία), ενώ και οι έλεγχοι προχωρούσαν μέχρι προσφάτως με ρυθμό χελώνας. Εως τον περασμένο Αύγουστο, είχαν ολοκληρωθεί οι έλεγχοι σε μόλις 34 εταιρείες (από 6.755 αλλοδαπές εταιρείες εκμετάλλευσης ακινήτων στην Ελλάδα) και είχαν βεβαιωθεί 40 εκατ. ευρώ. Στις αρχές του 2014 είχαν ολοκληρωθεί 88 έλεγχοι, είχαν καταλογισθεί φόροι ύψους 71,5 εκατ. ευρώ (είναι άγνωστο πόσα έχουν εισπραχθεί).

Σημειώνεται, τέλος, ότι τον περασμένο Δεκέμβριο η κυβέρνηση επιχείρησε να περάσει τροπολογία που θα έδινε αναδρομικές (από 1.1.2010) φοροαπαλλαγές σε offshore που μισθώνουν ακίνητα σε ναυτιλιακές εταιρείες – παραιτούμενη από φόρους άνω των 90 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η τροπολογία τελικά απεσύρθη.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή