Ν. Χατζηνικολάου: Στα ελληνικά πανεπιστήμια το επίπεδο πέφτει συνεχώς

Ν. Χατζηνικολάου: Στα ελληνικά πανεπιστήμια το επίπεδο πέφτει συνεχώς

9' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το προηγούμενο βράδυ της συνάντησής μας, ο Νίκος Χατζηνικολάου μόλις είχε ολοκληρώσει το κείμενό του για τον κατάλογο της έκθεσης «Ο Ελληνας του Τολέδο» που παρουσιάζεται στο Μουσείο Σάντα Κρουθ. Η μεγαλύτερη που έχει διοργανωθεί ποτέ για τον Γκρέκο και η πρώτη στην ιστορία που φιλοξενείται στο Τολέδο, με αφορμή τα 400 χρόνια από τον θάνατό του.

Ο Νίκος Χατζηνικολάου έχει συνδέσει το όνομά του με τον ζωγράφο, ερευνώντας για περισσότερα από είκοσι πέντε χρόνια, τη ζωή και το έργο του. Ομότιμος καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στην Κρήτη, καταξιωμένος διεθνώς, συγκαταλέγεται στους κορυφαίους μελετητές του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, αλλά σίγουρα θα τον αδικούσαμε αν φωτίζαμε μόνο αυτήν την πτυχή της προσφοράς του, καθώς έχει συμβάλει στην επιστημονική αναβάθμιση της ιστορίας της τέχνης στην Ελλάδα.

Οργάνωσε τις σπουδές ιστορίας της τέχνης στην Κρήτη εκ του μηδενός και σήμερα, «στο δυνατό νησί», όπως το αποκαλεί, περνάει τους μισούς μήνες του χρόνου. Κάθε φορά σχεδόν μετακομίζει, μεταφέροντας κούτες γεμάτες βιβλία. Μια ζωή αφιερωμένη στη μελέτη, την έρευνα, τη συγγραφή, τη διδασκαλία.

«Ενας φίλος μου μού είπε κάποια στιγμή, “πάλι με τον Γκρέκο ασχολείσαι;” Μα θα έλεγε ποτέ κανείς στον Λίνο Πολίτη, πάλι με τον Σολωμό ασχολείσαι, ή σε έναν φυσικό, πάλι με την κβαντομηχανική;» σχολιάζει με χιούμορ αλλά και μια ελαφρά πικρία, «την ενστικτώδη πεποίθηση κάποιων ότι αυτά δεν αξίζουν πάνω από πέντε λέξεις σε μια εφημερίδα. Οτι δεν τίθεται θέμα γνώσης του έργου ενός ζωγράφου».

Οταν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ο Νίκος Χατζηνικολάου εξέδωσε σε εκδοτικό οίκο της Γαλλίας το βιβλίο «Ιστορία της τέχνης και πάλη των τάξεων», όπου προς μεγάλη απογοήτευση των γονιών του στον πρόλογο είχε συμπεριλάβει τη φράση του Λένιν «ιστορία της τέχνης, τι συναρπαστικό πεδίο είναι αυτό για έναν Μαρξιστή», ένας Ελληνας δημοσιογράφος το είχε παρουσιάσει σε ελληνική εφημερίδα, βάζοντας τίτλο: «Εκ Θεσσαλονίκης ο νέος».

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1938, τυχαία, όπως εξηγεί: «Ο πατέρας μου ήταν εντομολόγος, ειδικευμένος στην καταπολέμηση της ελονοσίας. Το Ιδρυμα Ροκφέλερ χρηματοδότησε τη δημιουργία ενός σταθμού μελέτης του φαινομένου στη Θεσσαλονίκη. Η μητέρα μου ήταν καθηγήτρια πιάνου».

Τα σχολικά του χρόνια ξεκίνησαν στην Αθήνα και συνεχίστηκαν στην Αμερική λόγω μιας υποτροφίας Φουλμπράιτ του πατέρα του. «Οταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα οι γονείς μου θεώρησαν ότι θα ήταν καλό να συνεχίσω στο Κολλέγιο Αθηνών. Δυστυχώς, δεν ήμουν μόνο πολύ κακός μαθητής αλλά και κακός αθλητής, έτσι δυο χρόνια μετά, με έδιωξαν από εκεί και ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στη Σχολή Χατζηκωνσταντίνου στο Παλαιό Φάληρο».

Ξεκίνησε σπουδές ιατρικής στη Βιέννη και το Βερολίνο με στόχο να γίνει ψυχίατρος. «Να φανταστείτε τον Μάη του ’68 στο Παρίσι, είχα πάνω από το κρεβάτι μου το πορτρέτο του Φρόιντ. Τελικά, αποφάσισα να αλλάξω Σχολή. Γράφτηκα στη Φιλοσοφική Σχολή του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου και ξεκίνησα ιστορία του θεάτρου, γερμανική λογοτεχνία, φιλοσοφία και λίγη ιστορία τέχνης στην αρχή. Μόνο όταν πήγα στο Φράιμπουργκ και άκουσα τον Κουρτ Μπάουχ, ειδικό του Ρέμπραντ, να διδάσκει αποφάσισα να γίνω ιστορικός της τέχνης. Μετά, συνέχισα στο Μόναχο όπου επέλεξα ένα γαλλικό θέμα για τη διατριβή μου, κι έτσι έφυγα για το Παρίσι, το οποίο με ενθουσίασε τόσο πολύ που αποφάσισα να μείνω εκεί».

Την περίοδο της δικτατορίας βρισκόταν στο Παρίσι. «Ημουν πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων φοιτητών. Παράτησα ό,τι άλλο έκανα. Μετά τον Μάη του ’68 ο υπουργός Εσωτερικών βέβαιος ότι ο Μάης ήταν έργο “ξένων δυνάμεων” αποφάσισε, αφού κέρδισε ο Ντε Γκολ τις εκλογές, να κάνει μια εκκαθάριση. Ηταν ορατός ο κίνδυνος να με διώξουν από τη Γαλλία. Κατά σύμπτωση λίγο καιρό πριν είχα γνωρίσει τον υπουργό Δικαιοσύνης του Ντε Γκολ, τον Ρενέ Καπιτάν, κι έτσι τελικά έμεινα στο Παρίσι, αλλά είχα την υποχρέωση να παρουσιάζομαι στο αστυνομικό τμήμα σε τακτά χρονικά διαστήματα. Οταν έπεσε η χούντα όλοι μου οι φίλοι, ο Αγγελος Ελεφάντης, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Δημήτρης Σπάθης, ο Φίλιππος Ηλιού, η Αννα Φραγκουδάκη, επέστρεψαν στην Ελλάδα. Εγώ δεν μπορούσα γιατί ήμουν ανυπότακτος. Δεν είχα πατήσει το πόδι μου στη χώρα για 19 χρόνια. Κάθε καλοκαίρι πήγαινα στη Σικελία γιατί ένιωθα κοντά στην Ελλάδα. Μόνο όταν μια φίλη με ενημέρωσε για έναν νέο νόμο βάσει του οποίου μπορούσα να εξαγοράσω τη θητεία μου, είχα τη δυνατότητα πλέον να επιστρέψω. Η επιστροφή στην Ελλάδα ήταν ό,τι πιο σημαντικό για μένα. Να ακούω πάλι να μιλάνε ελληνικά στον δρόμο, ήχοι και μυρωδιές…».

Οι υπουργοί Παιδείας τσακίζουν τις ανθρωπιστικές επιστήμες

«Το πρόβλημα της ελληνικής ιστορίας της τέχνης είναι πολύ σοβαρό. Μέχρι τα τελευταία χρόνια, οι Eλληνες ιστορικοί τέχνης ήταν είτε κλασικοί αρχαιολόγοι είτε βυζαντινολόγοι. Αυτή η ελληνική τραγωδία τώρα πάει να αποκτήσει μιαν επιπλέον διάσταση με τη σταδιακή έλλειψη ενδιαφέροντος στο εξωτερικό για τον αρχαίο και τον βυζαντινό κόσμο. Για να καταλάβετε πόσο σοβαρό είναι αυτό, σκεφθείτε ότι το 1900 τα σανσκριτικά διδάσκονταν στις φιλοσοφικές σχολές των γερμανικών πανεπιστημίων. Τώρα δεν διδάσκονται πουθενά».

Σήμερα το επίπεδο της ιστορίας της τέχνης στην Ελλάδα είναι σαφώς καλύτερο, αλλά και πάλι ο Νίκος Χατζηνικολάου εντοπίζει έναν κίνδυνο: «Οι περισσότεροι ενδιαφέρονται για τη νεότερη και νεότατη τέχνη. Και όταν εμφανίζεται κάποιο ενδιαφέρον για παλαιότερα θέματα, αυτό εστιάζεται συνήθως μόνο σε ό,τι έχει σχέση με την Ελλάδα. Εθνικισμός δηλαδή, αν θέλουμε με μια λέξη να περιγράψουμε το φαινόμενο. Αυτό συμβαίνει διότι οι ελληνικές ελίτ έβαλαν όλα τα χαρτιά τους πάνω σ’ αυτό που θεωρούσαν ότι μπορεί εύκολα να τις αναδείξει. Δεν λέω να μην καλλιεργούμε ιδιαίτερα τη δική μας ιστορία και επομένως να μη μελετάμε το έργο του Γιάννη Μόραλη ή του Βάλια Σεμερτζίδη, αλλά ένα είναι αυτό και άλλο είναι η έλλειψη ουσιαστικής ευρωπαϊκής παιδείας. Είναι σαν να μιλάς για τα μαθηματικά και να αναφέρεσαι μόνο στον Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή. Φοβάμαι τη μοναξιά που θα προκύψει μετά, όταν κανείς δεν θα ενδιαφέρεται, όταν δεν θα μπορεί πια αυτός ο τόπος να “πουλήσει” το ένδοξο παρελθόν του. Πώς θα επιβιώσει;».

Η συζήτηση φτάνει στα ελληνικά πανεπιστήμια: «Συνεχώς πέφτει το επίπεδο. Χτυπάνε λιγότερο τις λεγόμενες θετικές επιστήμες, αυτό το οποίο τσακίζουν είναι οι ανθρωπιστικές και συνεργοί είναι οι εκάστοτε υπουργοί. Στην περίπτωση της κ. Διαμαντοπούλου ας πούμε ότι η στάση της οφείλεται σε άγνοια, καθώς έχει τελειώσει το Πολυτεχνείο, αλλά τον κ. Αρβανιτόπουλο πώς να τον δικαιολογήσουμε; Δυστυχώς από τη σημερινή κυβέρνηση δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα. Η Αριστερά από την άλλη πλευρά έχει μια ιστορική ευκαιρία αλλά και ένα τεράστιο πρόβλημα. Η διγλωσσία δεν μπορεί να συνεχίζεται ούτε η άρνηση συνεργασίας των δυνάμεων της Αριστεράς μεταξύ τους. Αποχώρησα από το ΚΚΕ Εσωτερικού τον Νοέμβριο του 1973, διότι ένας θαυμάσιος άνθρωπος, ο τότε γενικός γραμματέας Μπάμπης Δρακόπουλος, από τη μια πλευρά καλλιεργούσε τον αντιστασιακό λόγο αλλά από την άλλη, όταν έγινε το Πολυτεχνείο, ανακοίνωσε ότι “σκοτεινές δυνάμεις έχουν παρέμβει για να ανατρέψουν την πορεία προς την ομαλότητα”. Η διγλωσσία, μέχρις ενός σημείου είναι αναπόφευκτη για τα λεγόμενα πολυσυλλεκτικά κόμματα. Εδώ όμως έχουμε καίρια θέματα αποφασιστικής σημασίας που αφορούν τους εργαζόμενους και το μέλλον του τόπου. Δεν μπορείς να παίζεις με διφορούμενα».

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος είναι ένας πετυχημένος περιθωριακός

– Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο;

– Οταν το 1985 εκλέχτηκα καθηγητής Ιστορίας της Ευρωπαϊκής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, θυμάμαι, αναρωτήθηκα τι θα διδάξω. Και πιστέψτε με ήταν ένα πολύ σοβαρό ερώτημα. Υπήρχε αδιαφορία για την ιστορία της τέχνης, τουλάχιστον γι’ αυτήν την οποία εγώ δίδασκα. Από τον Τζότο μέχρι τον Πικάσο. Αυτό ήταν το πεδίο μου. Σκέφθηκα λοιπόν ότι υπάρχει αυτός ο ζωγράφος, έχει γεννηθεί στην Κρήτη, οπότε το πρώτο που έκανα ήταν να πάω από το Παρίσι στην Ισπανία και να δω προσεκτικά τα έργα του. Δεν είχα προηγούμενη ενασχόληση μαζί του. Ετσι, αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο ως «δόλωμα». Σκέφτηκα δηλαδή ότι αν κάποιος ενδιαφερθεί γι’ αυτόν τον ζωγράφο, θα αποκτήσει και ένα ενδιαφέρον ευρύτερα για την ισπανική και την ιταλική τέχνη του 16ου αιώνα. Κι αυτή η ελπίδα κρατάει μέχρι σήμερα. Ο Θεοτοκόπουλος ήταν και παραμένει για μένα μια δυνατότητα να κινήσω το ενδιαφέρον των Ελλήνων φοιτητών και φιλότεχνων για τον ίδιο τον ζωγράφο φυσικά αλλά και για τη δυτική τέχνη. Είναι ο ζωγράφος που μας συνδέει με την ευρωπαϊκή εικαστική παράδοση. Από κει και πέρα δουλεύοντας επί 25 περίπου χρόνια στο ίδιο πεδίο, όχι βέβαια μόνο σ’ αυτό, ανακάλυψα σταδιακά ένα ζωγράφο που δεν ήξερα, πολύ σημαντικότερο απ’ όσο φανταζόμουν στην αρχή.

– Τι είναι για σας ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος;

– Δεν μπορεί να δοθεί απάντηση με λίγες λέξεις. Είναι η περίπτωση ενός πετυχημένου περιθωριακού. Αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Είναι, πιστεύω, λαθεμένη η άποψη της απόλυτης απομόνωσης του Γκρέκο στο Τολέδο, όπως είναι λάθος και η άποψη ότι η τέχνη του Γκρέκο είναι ο καθρέφτης του Τολέδο. Οπως, όμως, λειτουργεί ο ελληνικός εθνικισμός, έτσι λειτουργεί και ο ισπανικός. Οι Ισπανοί, αφελώς στην αρχή, με μία παιδικότητα και χωρίς φυσικά να νιώθουν εθνικιστές όταν τα έλεγαν αυτά, διατύπωναν την άποψη ότι ο Γκρέκο εκφράζει με την τέχνη του την πεμπτουσία της Καστίλης. Εμείς έχουμε την ήττα του ’22 αλλά και οι Ισπανοί έχουν την ήττα του 1898 όταν έχασαν την Κούβα και τις Φιλιππίνες. Η χώρα μπήκε σε ομαδική κατάθλιψη, σε περίοδο μεγάλης εσωστρέφειας. Εκείνη την εποχή, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Γκρέκο έζησε τις καλύτερες στιγμές του. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλοι συγγραφείς και ποιητές όπως ο Πίο Μπαρόχα, ο Αθορίν και ο Ουναμούνο, υποστήριζαν ότι δεν υπάρχει Ισπανός ζωγράφος που να έχει εκφράσει την ισπανικότητα καλύτερα από τον Γκρέκο.

Η ταινία του Σμαραγδή

– Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια αντίστοιχη προσπάθεια έκανε και ο Γιάννης Σμαραγδής με την ταινία του για την οποία κάνατε μια κατεδαφιστική κριτική;

– Δεν είδα καμία προσπάθεια, παρά μόνο το θράσος του κόλακα που πουλάει ελληνική λεβεντιά και φως. Τον άνθρωπο δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Μάλιστα υπό την πίεση τρίτων μου είχε στείλει ένα πρώτο σχέδιο σεναρίου και ευτυχώς μόλις το διάβασα απάντησα αρνητικά στο ενδεχόμενο μιας κάποιας συνεργασίας. Eτσι γλίτωσα. Μου απάντησε σχεδόν με τη θρυλική φράση του Φιντέλ Κάστρο «η ιστορία θα μας κρίνει». Γιατί ασχολήθηκα μ’ αυτή την ταινία; Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να παίρνουμε θέση. Δεν γίνεται συνεχώς να υποχωρούμε μπροστά στη χαμηλή ποιότητα, διότι διαμορφώνει συνειδήσεις.

– Επιμελείστε αρκετές εκθέσεις αυτό το διάστημα που γίνονται με αφορμή τα 400 χρόνια από τον θάνατο του ζωγράφου. Τι θα δούμε στην Αθήνα;

– Τον Ιούνιο του 2010 έστειλα μια επιστολή στους διευθυντές των μουσείων της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας και τους πρότεινα έναν περίπατο το 2014 με μικρές επιμέρους εκθέσεις για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο, που κατά κάποιον τρόπο θα αλληλοσυμπληρώνονται. Δέχτηκαν αμέσως όλοι. Και έτσι προχωρήσαμε. Τον Ιούνιο θα παρουσιαστεί στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στο Ηράκλειο η έκθεση «Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος μεταξύ Βενετίας και Ρώμης», η οποία τον Νοέμβριο θα μεταφερθεί στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς. Αλλη μια έκθεση για την οποία είμαι πολύ περήφανος, διότι είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζεται αυτό το θέμα, έχει τον τίτλο «Ο φιλικός κύκλος του Γκρέκο στο Τολέδο», και θα φιλοξενηθεί στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Κουμπάρη. Εκθέσεις θα γίνουν και στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και στο Κυκλαδικής Τέχνης, αν ξεπεράσουμε μια μεγάλη δυσκολία. Δυστυχώς η οικονομική κατάσταση είναι τραγική και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε τεράστια. Οι ενδιαφερόμενοι επισκέπτες θα πρέπει να δεχθούν ότι μ’ αυτές τις συνθήκες θα πρέπει να κάνουν και με την τέχνη ό,τι κάνουν γενικότερα. Δηλαδή να εκτιμούν έστω αυτά τα λίγα με τα οποία είναι αναγκασμένοι να ζουν.

Η συνάντηση

Γευματίσαμε στο «Κεντρικόν» (Κολοκοτρώνη 3, πλατεία Συντάγματος). Ξεκινήσαμε με μια πλούσια σαλάτα εποχής και συνεχίσαμε με λαχανοντολμάδες, φάβα, και κολοκυθοκεφτέδες. Κλείσαμε το γεύμα με μια φρεσκότατη σοκολατίνα και δύο εσπρέσο. Πληρώσαμε 35 ευρώ.

Oι σταθμοί του

1938

Γεννιέται στη Θεσσαλονίκη.

1956 – 1965

Σπουδές στη Γερμανία.

1965  – 1980

Σπουδές στη Γαλλία.

1980

Υποστήριξη διατριβής (doctorat d’ Etat) στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales στο Παρίσι.

1985

Καθηγητής Ιστορίας της Ευρωπαϊκής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

1990

Εκθεση «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος Κρης» (Ηράκλειο).

1997

Εκθεση «Ο Μέγας Αλέξανδρος στην ευρωπαϊκή τέχνη» (Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης).

2002

Εκθεση «Ο θάνατος του Τσε Γκεβάρα» (Ρέθυμνο και Θεσσαλονίκη).

2006

Βραβείο Herder (Πανεπιστήμιο Βιέννης).

2013

Υπεύθυνος για το πρόγραμμα των εκδηλώσεων για τα 400 χρόνια από τον θάνατο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή