Η ακατανίκητη γοητεία του χρήματος

Η ακατανίκητη γοητεία του χρήματος

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«To εμπόριο είναι η μόνη ανθρώπινη αλληλεγγύη», εξομολογήθηκε ο Αμερικανός πεζογράφος Ουίλιαμ Ντιν Χάγουελς στο δοκίμιό του «Ο άνθρωπος των γραμμάτων ως επιχειρηματίας». «Είμαστε όλοι δεμένοι με αυτή την αλυσίδα, όποια κι αν είναι τα ενδιαφέροντα, τα γούστα και οι αρχές που μας χωρίζουν». Ο Χάγουελς παραδέχθηκε κάτι που από τα τέλη του 19ου αιώνα, κατά την αποκαλούμενη «Επίχρυση Εποχή» στις ΗΠΑ, είχε γίνει μια αναπόδραστη πραγματικότητα. Εχοντας στρέψει το βλέμμα τους στην ανερχόμενη αστική τάξη, ευφάνταστοι συγγραφείς αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν το χρήμα τόσο ως τη ρίζα πολλών κακών αλλά επίσης, σύμφωνα με τα λόγια του Μαρξ, ως την «αληθινά δημιουργική δύναμη».

Ετσι, ο συγγραφέας των μοντέρνων καιρών παγιδεύτηκε μέσα σε μια ταπεινωτική σχέση με την επιθετικά εμπορευματοποιημένη κοινωνία. Ενας αντιδραστικός όπως ο Μπαλζάκ μπορούσε να καλλιεργεί το μίσος του για «την αλαζονεία του γεμάτου πορτοφολιού». Αριστερίζοντες συγγραφείς, όπως ο Θίοντορ Ντράιζερ και ο Απτον Σινκλέρ, περιέγραψαν τον καπιταλισμό σαν ζούγκλα. Οι θιασώτες της «τέχνης για την τέχνη» χλεύαζαν τον «υποκριτή αναγνώστη». Οι σουρεαλιστές τον αγνοούσαν περιφρονητικά. Ωστόσο, η ανυπότακτη και αναρχική ενέργεια που γεννήθηκε τον 19ο αιώνα από τη σύγκρουση ανάμεσα στις ρομαντικές και τις υλιστικές κοσμοθεωρήσεις αφοπλίστηκε σε μεγάλο βαθμό από το πολιτιστικό πατρονάρισμα των πλούσιων κοινωνιών – γενναιόδωρες προκαταβολές, υποτροφίες, ακαδημαϊκές αργομισθίες. Η ευχαρίστηση της ανομολόγητης συμμετοχής στην μπουρζουαζία –αυτήν που ο Ρολάν Μπαρτ προσδιόρισε ως «την κοινωνική τάξη που δεν θέλει να κατονομάζεται»– φαίνεται να έχει αντικαταστήσει τα επαχθή καθήκοντα της εναντίωσης.

Ενα αποτέλεσμα της επαγγελματοποίησης της μυθοπλασίας είναι ότι οι άνθρωποι της εργατικής τάξης, για να μη μιλήσουμε για τους ενδεείς, έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί από τη σύγχρονη πεζογραφία. Ο τόνος της ειρωνείας που κυριαρχεί, μέρος μιας χαρακτηριστικά αστικής τάσης προς την αυτοσυγκάλυψη και τον ευφημισμό, έχει ενισχύσει την εκπληκτική ικανότητα του χρήματος, όπως είπε ο Σάουλ Μπέλοου, «να επιβιώνει της αναγνώρισής του» ως μεγάλου κακού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλά έργα –από το κουαρτέτο του Rabbit του Τζον Απντάικ μέχρι το «Ενα ολόγραμμα για τον βασιλιά» του Ντέιβ Εγκερς– που έχουν καταγράψει τα κύρια γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας του χρήματος: τις πετρελαϊκές κρίσεις, τη διάδοση νέων τεχνολογιών, τη μετατόπιση θέσεων εργασίας χαμηλού κόστους στις αναπτυσσόμενες βιομηχανικά χώρες, την τεχνοκρατική ύβρη και τις τυχοδιωκτικές χρηματοπιστωτικές τακτικές. «Χωρίς λεφτά δεν ένιωθε άντρας», έγραψε ο Τζόναθαν Φράνζεν στις «Διορθώσεις», όπου δραματοποιεί τις φαντασιώσεις του νεοφιλελευθερισμού.

Πιο πρόσφατα, συγγραφείς από την Ασία και τη Λατινική Αμερική, όπως ο Γιου Χουά, ο Αραβίντ Αντίγκα, ο Χουάν Βιγιόρο και ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες, έδωσαν μαρτυρίες για τις καταστροφικές συνέπειες της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου σε φτωχές κοινωνίες – γιγαντιαίες ανισότητες που οδηγούν σε φονικό μίσος και μηδενιστικές πολιτικές. Ωστόσο, ελάχιστα σύγχρονα πεζογραφήματα έχουν εκθέσει τη λαθραία συμμετοχή του ίδιου του συγγραφέα στο κυνήγι της δόξας και του πλούτου. Στο μυθιστόρημα του Μάρτιν Εϊμις «Χρήμα», η μεταπολεμική ιδεολογία του καπιταλισμού –η μεγιστοποίηση της ατομικής επιλογής μέσω της προσωπικής κατανάλωσης– φθάνει σε τερατώδη αποθέωση στο πρόσωπο του Τζον Σελφ, «100 κιλά ηλίθιας μαγκιάς, πιοτού και φαστ-φουντ». Ο Σελφ, ο αμερικανοποιημένος πρόσφυγας από τη μετα-αποικιακή Βρετανία, είναι το προμήνυμα για τους υπερεθνικούς νεόπλουτους που δραπετεύουν από τις χαοτικές κοινωνίες τους. Πλουτοκράτες από την Κίνα, την Ινδία και τη Ρωσία φαίνονται να ψέλνουν ωσαννά στο χρήμα –«Είσαι τόσο δημοκρατικό!»– καθώς αρπάζουν κομμάτια από το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και τη Σιγκαπούρη. Αλλά η πιο δαιμόνια κίνηση του Εϊμις είναι ότι εμφανίζει ένα συγγραφικό άλτερ έγκο, ονόματι «Μάρτιν Εϊμις», που μετατρέπεται σε υψηλόφρονα αντικατοπτρισμό του Τζον Σελφ. «Πραγματικά, δεν θα ήθελα να συμμετέχω σ’ όλη αυτή τη συνωμοσία του χρήματος», διαβεβαιώνει πριν δεχτεί μια επιταγή με «μπόλικα μηδενικά» για να επιμεληθεί ένα βλακώδες σενάριο. Η σύγχρονη μυθοπλασία, ακόμη και όταν επιδεικνύει αυτοσυναίσθηση, δεν μας λέει πολλά γι’ αυτόν τον «υποκριτή συγγραφέα» – τον άνθρωπο των γραμμάτων που έχει γίνει πλέον, χωρίς πολλές τύψεις, ένας άνθρωπος των επιχειρήσεων.

* Ο κ. Πανκάι Μίσρα είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων, ανάμεσά τους τα «The Romantics: A Novel» και «From the Ruins of Empire».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή