Θερινό ηλιοστάσιο

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«​​​​Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτός ο άντρας θέλει να παντρευτεί». Ετσι περιέγραψε τον συγγραφέα Τζόζεφ Κόνραντ η μέλλουσα πεθερά του όταν τον γνώρισε. Ο κύριος Γκρι διαβάζει το βιβλίο του Ισπανού Χαβιέρ Μαρίας «Γράφοντας τις ζωές των άλλων» (μτφρ. Γ. Ζακοπούλου, εκδ. Πατάκης) κι έχει σταθεί στη μεγάλη μας κοινή αγάπη: στον Πολωνό συγγραφέα που έγραψε τις πιο συναρπαστικές περιπέτειες στα πιο εξαίσια αγγλικά.

«Κοίτα τι λέει εδώ ο Μαρίας: “Μέχρι τα 38 του χρόνια ο Κόνραντ ήταν ανύπαντρος και, όταν επιτέλους έκανε πρόταση γάμου στη γυναίκα του μετά από πολλά χρόνια γνωριμίας και φιλίας, η πρότασή του ήταν τόσο απαισιόδοξη όσο και ορισμένα από τα διηγήματά του: της ανακοίνωσε ότι δεν του απέμεναν πολλά χρόνια ζωής και ότι δεν είχε την παραμικρή πρόθεση να κάνει παιδιά. Το αισιόδοξο κομμάτι ήρθε στη συνέχεια, όταν της διευκρίνισε πως, παρ’ όλα αυτά, έτσι όπως ήταν η ζωή του, πίστευε πως εκείνος και η Τζέσι θα μπορούσαν να περάσουν μερικά ευτυχισμένα χρονάκια μαζί”».

Τελικά, ο Κόνραντ πέθανε στα 66 του – κι έκαναν παιδιά. Μάλιστα, μια μέρα η γυναίκα του βρήκε την υπηρέτρια να κλαίει με λυγμούς. Ο «κύριος» μόλις της είχε ανακοινώσει ότι ο γιος τους, Μπόρις, είχε σκοτωθεί στα μέτωπα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η γυναίκα έτρεξε στο γραφείο του άνδρα της, έντρομη και απορημένη: Δεν είχε φτάσει κανένα τηλεγράφημα. Οπου ο Κόνραντ της απάντησε «προσβεβλημένος: “Δεν μπορώ κι εγώ να έχω ένα προαίσθημα, όπως εσύ; Το ξέρω πως τον έχουν σκοτώσει!”». Ο γιος τους επέστρεψε σώος και αβλαβής από τον πόλεμο, το επεισόδιο αυτό όμως ίσως να μας λέει κάτι περί συγγραφικών εμμονών και καλπάζουσας φαντασίας. Ο Μαρίας μας πληροφορεί ότι ο Κόνραντ ήταν πάντως «τρυφερός σύζυγος. Συχνά προσέφερε λουλούδια στη γυναίκα του, και κάθε φορά που τελείωνε ένα βιβλίο τής έκανε ένα μεγάλο δώρο».

Αυτός ο μέγας εξόριστος της Πολωνίας, λοιπόν, «παρότι είχε χάσει τους γονείς του σε μικρή ηλικία και διατηρούσε λίγες αναμνήσεις απ’ αυτούς, ήταν ένας άνθρωπος που τον απασχολούσαν η παράδοση της οικογένειάς του και οι πρόγονοί του, μέχρι του σημείου συχνά να εκφράζει τη βαθιά του λύπη που ένας αδελφός του παππού του, κατά την οπισθοχώρηση των ταγμάτων του Ναπολέοντα από τη Μόσχα, είχε αναγκαστεί μαζί με δύο αξιωματικούς συντρόφους του να ανακουφίσουν την τρομερή πείνα που τους βασάνιζε σε βάρος ενός “άμοιρου λιθουανικού σκύλου”. Το γεγονός ότι ένας συγγενής του είχε τραφεί με κρέας σκύλου τού φαινόταν μεγάλη ντροπή, για την οποία έμμεσα καθιστούσε ένοχο φυσικά τον Βοναπάρτη προσωπικά».

Ρώτησα τον κύριο Γκρι γιατί στέκεται τόσο πολύ στον Κόνραντ της οικογένειας. «Νομίζω», είπα, «ότι παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ότι πέρασε τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής του στη στεριά, διάγοντας ένα βίο αφάνταστα στατικό. Οπως λέει ο Μαρίας, “σαν σωστός ναυτικός, απεχθανόταν τα ταξίδια και τίποτε δεν τον ζωογονούσε περισσότερο από το να κλείνεται στο γραφείο του και να αγωνίζεται να γράψει ή να κουβεντιάζει με τους επιστήθιους φίλους του”. Είναι ο άνθρωπός μας. Απλώς εκείνος ήταν μεγαλοφυΐα».

«Τώρα πια, είναι ακόμα περισσότερο δικός σου άνθρωπος», είπε ο κύριος Γκρι. «Γιατί; Επειδή», ρώτησα ψυλλιασμένος, «όταν θα δημοσιεύεται αυτή μας η κουβέντα θα μετράω ώρες ως νέος γαμπρός;» «Οχι· για να θυμάσαι να προσφέρεις λουλούδια στη γυναίκα σου και να της κάνεις δώρα ανεξαρτήτως του αν τελειώνεις ή όχι τα βιβλιαράκια σου». «Επιμένεις να μην έρθεις στον γάμο». «Ω, ναι. Δεν έχεις ανάγκη από κάποιον σαν κι εμένα· θα σου έκλεβα την παράσταση. Μη σκας όμως: θα πίνω Old fashioned στην υγειά σου. Ξέρεις εσύ. Εμείς οι δύο δεν θα χαθούμε».

Το μουσικό του δώρο αυτή τη φορά ήταν η οβερτούρα από το «Ονειρο θερινής νυκτός» του Φέλιξ Μέντελσον. «Θα μπορούσα να διαλέξω το γαμήλιο εμβατήριο από το ίδιο έργο», είπε. «Μου είναι όμως απεχθές. Η ονειρική εισαγωγή για ένα θερινό ηλιοστάσιο στην Αίγινα είναι, θαρρώ, ό,τι πρέπει».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή