Νίκη Μουρελάτου: Από τα 5,9 Ρίχτερ στα 19.587 μόρια

Νίκη Μουρελάτου: Από τα 5,9 Ρίχτερ στα 19.587 μόρια

5' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν η δεύτερη φορά μέσα σε πέντε μήνες που βρισκόμουν στην Κεφαλονιά για μια αποστολή-αστραπή. Τον Φεβρουάριο ο σεισμός μάς είχε φέρει για να ζήσουμε από κοντά το νησί που «έβραζε» συνεχώς άλλα άντεχε, που προσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια του εν μέσω καταρρακτωδών βροχών και συνεχούς απειλής μιας μεγαλύτερης δόνησης.

Αυτήν τη φορά ο λόγος της επίσκεψης ήταν ευχάριστος. Ενα 17χρονο κορίτσι από το Ληξούρι, την περιοχή που επλήγη περισσότερο, αν και ξεσπιτώθηκε για εβδομάδες, έχασε τα βιβλία, τις σημειώσεις και δύο μήνες μαθημάτων, αλλά κυρίως το κέφι για διάβασμα, με ένα «και τώρα τι;» ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του, κατάφερε όχι μόνο να αναπληρώσει, να μελετήσει, να διακριθεί στις Πανελλήνιες, αλλά να πάρει και τη μεγαλύτερη βαθμολογία στον τόπο του, 19.587 μόρια (μια ανάσα από το απόλυτο των 20.000) και άρα να μπορεί να μπει σε όποια σχολή επιλέξει – στην προκειμένη περίπτωση την Ιατρική.

Η ιστορία της Νίκης Μουρελάτου είναι ένα success story όχι μόνο ενός παιδιού, αλλά και μιας οικογένειας που δεν το έβαλε κάτω. Με πρόγραμμα, αποφασιστικότητα, σκληρή δουλειά, αλλά κυρίως αγάπη και φροντίδα, έκανε ένα όνειρο πραγματικότητα, παρά τις αντίξοες συνθήκες. Το σπίτι τους στο Ληξούρι είναι μια όμορφη μονοκατοικία με κήπο, στην οποία πλέον ζει όλη η οικογένεια: η Νίκη με τους γονείς και τον 9χρονο αδερφό της Διονύση, η γιαγιά και ο παππούς, των οποίων το σπίτι λίγο πιο κάτω κρίθηκε κατεδαφιστέο, και οι θείοι, που είχαν επίσης ζημιές.

Στο σπίτι, που επισκευάστηκε και με προσωπική εργασία, μόνο τα σπασμένα κεραμίδια προδίδουν τώρα τις πληγές που υπέστη από το σεισμό. Από τις φωτογραφίες που μου δείχνει η Νίκη από τότε δεν το αναγνωρίζω. «Εσωτερικά ήταν γιαπί», μου λέει ο πατέρας της Κοσμάς, γυμναστής στο γυμνάσιο του Ληξουρίου. «Ο δεύτερος και μεγαλύτερος σεισμός ήταν στις 5 το πρωί, κοιμόμουν στο δωμάτιό μου, μέχρι που ξύπνησα από τρομακτικό θόρυβο, σαν να πέφτει το σπίτι», μου λέει η Νίκη, ένα χαρούμενο, φρέσκο κορίτσι που δεν θυμίζει σε τίποτα… σπασικλάκι. «Πρόλαβα να μαζέψω τα πόδια μου και να αποφύγω τη βιβλιοθήκη που έπεσε στο κρεβάτι. Βγήκαμε σαν τρελοί έξω και για μέρες μέναμε στα αυτοκίνητα. Βροχή, χαλάζι, να το ακούς όλο το βράδυ στην οροφή, δεν είχαμε νερό, φαγητό».

Για μία εβδομάδα έμειναν στο αυτοκίνητο. Μετά μεταφέρθηκαν σε ένα εξοχικό στον Καραβόμυλο, όπου ήταν πιο ασφαλείς, και μερικές εβδομάδες αργότερα επέστρεψαν δειλά στο σπίτι, αφού πατέρας και θείος είχαν ξεκινήσει επισκευές. Για δύο μήνες ήταν χωρίς νερό, στην αρχή εντελώς κομμένο και μετά που ήρθε, ακατάλληλο, με εντολές από τον δήμο να μην το χρησιμοποιούν. «Ακόμα πλένω τα δόντια μου με εμφιαλωμένο», λέει η Νίκη. «Για να πλύνουμε τα πιάτα, βράζαμε το νερό, μπάνιο δεν μπορούσαμε να κάνουμε. Ο τρόμος, όμως, ήταν το χειρότερο. Σε κάθε μικρή δόνηση πεταγόμουν έξω, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ, συχνά μας τηλεφωνούσαν και μας έλεγαν να βγούμε από τα σπίτια μας γιατί έρχεται ο μεγάλος. Στο σχολείο επιστρέψαμε μετά από ενάμιση μήνα και στην αρχή κάναμε μόνο απογευματινή βάρδια τρεις ώρες στο Επαγγελματικό Λύκειο, γιατί το σχολείο μας κρίθηκε κατεδαφιστέο. Κι εκεί όμως μάθημα δεν γινόταν, μας έκαναν μόνο ασκήσεις για τους σεισμούς. Τώρα που το σκέφτομαι, ήταν αστείο. Ξεκινούσαμε την άσκηση και μέχρι να χτυπήσει το κουδουνάκι που θα σήμαινε σεισμό, είχε κάνει ήδη 5-6 αληθινούς…»

Δεν ήταν οι καταλληλότερες συνθήκες για να συγκεντρωθείς, ακόμη κι αν είσαι τόσο συνεπής και οργανωτικός μαθητής όσο ήταν πάντα η Νίκη. «Δεν θέλω να μιλήσω μόνο για μένα. Ολα τα παιδιά του Ληξουρίου αξίζουν μπράβο, γιατί πάλεψαν και οι περισσότεροι πήγαν καλά. Ολοι στο ίδιο καζάνι βράζαμε. Πηγαίναμε σχολείο στα προκάτ που τοποθετήθηκαν στο γήπεδο δίπλα στην παραλία και σε κάθε βροχή πλημμυρίζαμε και δεν μπορούσαμε να προσεγγίσουμε τις τάξεις. Οταν τα σχολεία στην υπόλοιπη Ελλάδα ετοίμαζαν την πενθήμερη, εμείς παλεύαμε να πείσουμε το υπουργείο να μας δώσει ένα 0,5% των θέσεων στις σχολές για να μας βοηθήσει. Δεθήκαμε μεταξύ μας. Κάποια στιγμή, όμως, μετά το Πάσχα, συνειδητοποίησα ότι σε ένα μήνα δίνω εξετάσεις και κανείς δεν πρόκειται να ασχοληθεί με τα δικά μου προβλήματα. Το 0,5% δεν είχε δοθεί ακόμα και δεν μπορούσα να βασιστώ σε αυτό. Κάναμε μια συζήτηση με τους γονείς μου και το πήρα απόφαση. Ο,τι έγινε έγινε, έπρεπε να στρωθώ». Και βέβαια, δεν το έκανε μόνη της. «Συζητήσαμε με τη μητέρα της, γιατί είχαμε θορυβηθεί», μου λέει ο κ. Μουρελάτος. «Φοβόμασταν και ψυχολογικά μην πάθει κάτι. Αποφασίσαμε να είμαστε κοντά της, να μην την πιέσουμε, αλλά να τη βοηθήσουμε. Να βάλουμε ένα πρόγραμμα, όπως η ίδια μας ζήτησε, και να προσπαθήσουμε να το εφαρμόσουμε. Ετσι κι έγινε. Για ένα μήνα πριν από τις εξετάσεις είχαμε αυστηρότατο ωράριο για κάθε μάθημα, για το πότε θα ξεκουραστεί, θα φάει, θα βγει μια βόλτα – χρειάζονται τα διαλείμματα. Ο αδερφός της ήταν ο βοηθός μας, δεν ενοχλούσε κανέναν, γελούσαμε γιατί λέγαμε πως, αν δεν ήταν και η γιαγιά, μπορεί να τον ξεχνούσαμε ατάιστο». Ο Διονύσης γελάει. «Τώρα που θα φύγει η Νίκη, να δω τι θα κάνω, που θα πέσουν όλοι πάνω μου», λέει με χιούμορ.

Ηδη στο Ληξούρι η Νίκη έχει γίνει μια μικρή σελέμπριτι. Οπου πάμε, κάποιος φίλος, γνωστός ή συγγενής θα της δώσει συγχαρητήρια κι εκείνη ντροπαλά αλλά ευγενικά θα ευχαριστήσει. «Η κόρη σου δεν είναι που αρίστευσε;» ρωτούσαν περαστικοί τον Κοσμά καθώς ανεβαίναμε προς το σπίτι και πρόσφεραν θερμές χειραψίες και μπράβο. «Είμαστε περήφανοι όχι μόνο για τη Νίκη, αλλά για όλα τα παιδιά του Ληξουρίου, που φέτος έμαθαν πολύ περισσότερα από έξι μαθήματα κατεύθυνσης».

Και το όνειρο; ρωτάω τη Νίκη. «Το όνειρο ήταν πάντα η Ιατρική. Με αυτούς τους βαθμούς μπαίνω σε όποια Ιατρική θέλω, αλλά δεν έχω αποφασίσει ακόμα. Δεν αγχώνομαι ποτέ, πόσω μάλλον τώρα. Θέλω να χαλαρώσω, να περάσω ένα όμορφο καλοκαίρι, να χαρώ με την οικογένειά μου. Και μετά σχολή, για ειδικότητα σκέφτομαι μήπως πάω στην Αυστραλία όπου έχουμε συγγενείς, μου μοιάζει ωραία ιδέα», λέει καθώς περπατάμε στα στενά του Ληξουρίου, που παραμένει πληγωμένο από τον Εγκέλαδο. Δημόσια κτίρια, εκκλησίες, οδικό δίκτυο, σχολεία, η ιστορική Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανεπισκεύαστα. Η Νίκη ό,τι έκανε έκανε, μου έλεγε νωρίτερα η γιαγιά της, γράψτε κάτι για το Ληξούρι, για να κινητοποιηθεί η κατάσταση, μπας και κλείσουν οι πληγές του τόπου.

Φτάνουμε στην παραλία, μου δείχνει το δρόμο με τις ταβέρνες και τις καφετέριες όπου συναντιέται με τις φίλες της, διασκεδάζει. Δεν επικεντρώνεται στον εαυτό της. Της αρέσει να μιλάει για τους άλλους, τους φίλους, τους συμμαθητές της, εκείνους που αγαπάει. «Ο αδερφός μου θέλει να ταξιδέψει παντού, το έχει βάλει στόχο. Κάθε μέρα ψάχνει τιμές και δρομολόγια για όλες τις χώρες του κόσμου». Χαμογελάει, όπως πάντα. «Είναι ωραίο να έχεις ένα όνειρο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή