Άποψη: Βομβιστές ηλικίας πεντήκοντα και άνω!

Άποψη: Βομβιστές ηλικίας πεντήκοντα και άνω!

5' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Είμαι βομβιστής. Οπως και άλλοι περίπου 1.500.000 πολίτες μεταξύ 50-60. Ανήκω στη γενιά που, όπως λέγεται, είναι η «βόμβα» για το Ασφαλιστικό. Είμαι και αναλογιστής και έχω ασχοληθεί εδώ και πολλά χρόνια με το θέμα των συντάξεων. Με τις δύο αυτές ιδιότητες, που δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω ποια είναι η πιο βαρύνουσα, αποφάσισα να γράψω αυτό το άρθρο.

Διάβασα με προσοχή την πρόσφατη επιστημονική μελέτη που διαπιστώνει ότι έχουμε μπει σε φάση αυξημένων αναγκών χρηματοδότησης του Ασφαλιστικού και σημαντική διάσταση αυτού είναι η ηλικιακή ομάδα 50-60. Η ομάδα αυτή έρχεται με ταχύτητα να διεκδικήσει υπεσχημένες παροχές του συστήματος (παρότι μειωμένες μετά τις συνεχείς προσαρμογές των τελευταίων ετών), παροχές για τις οποίες βεβαίως έχει πληρώσει πολύ περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα από τότε που υπάρχει στο ασφαλιστικό σύστημα. Με δεδομένη τη μείωση του συνολικού ενεργού πληθυσμού λόγω ανεργίας και ύφεσης, η συνταξιοδότησή της θα επιφέρει αφενός αύξηση των δαπανών του συστήματος και αφετέρου, μείωση των εισφορών. Από αυτό τον συνδυασμό συνάγεται και ο όρος «βόμβα».

Μία λύση θα ήταν να μας σκοτώσουν όλους εμάς τους βομβιστές (!) Αλλη λύση θα ήταν να μας μειώσουν ακόμα περισσότερο τις παροχές, αλλά δεν είναι ενδεδειγμένη γιατί ήδη έχουν συμβεί σημαντικές μειώσεις και είναι απαράδεκτο σε ώριμα δικαιώματα που έχουν κτιστεί επί 35ετία και πλέον να υπάρχουν και άλλες βίαιες προσαρμογές. Η τρίτη λύση θα ήταν να μας αυξήσουν τις εισφορές για όσο ακόμα θα εισφέρουμε, αλλά ούτε γι’ αυτό υπάρχει περιθώριο γιατί είναι ήδη πολύ υψηλές και τα μακροοικονομικά δεδομένα δεν το επιτρέπουν.

Οι «εσωτερικές» παράμετροι του συστήματος δεν φαίνεται να παράγουν λύσεις για την ομάδα αυτή του πληθυσμού. It’s just too late για να αναζητηθούν τέτοιες εσωτερικές λύσεις. Οπότε, η προσέγγιση της μελέτης ότι θα χρειαστεί αύξηση της χρηματοδότησης από τον προϋπολογισμό και μάλιστα με αυξητικές τάσεις, είναι δυστυχώς η αλήθεια. Και παρά το γεγονός ότι η χρηματοδότηση των συντάξεων στην Ελλάδα είναι ήδη σε πολύ υψηλά επίπεδα σε σχέση με το ΑΕΠ.

Από το 1992 με τον νόμο 2084 που ήταν ο πρώτος της σύγχρονης εποχής παρεμβάσεων στο Ασφαλιστικό, έχουν περάσει 22 χρόνια. Στα 22 αυτά χρόνια έγιναν πολλές παρεμβάσεις που οι περισσότερες είχαν χαρακτήρα ταμειακό. Από όσες είχαν πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα, ελάχιστες προχώρησαν και αυτές ήταν συνήθως άτολμες και άνευρες. Παράδειγμα, η θεσμοθέτηση των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης με ιδιωτικό χαρακτήρα, όμως με τόσους περιορισμούς και φόβους που τελικά δεν εξυπηρέτησαν τον στόχο τους.

Βασική παράμετρος κατά την πάγια άποψή μου είναι η εξής: Οι λύσεις πρέπει να εξετάζουν την επάρκεια των παροχών συνταξιοδότησης που απολαμβάνει ο πολίτης από όπου κι αν προέρχονται και όχι το κρατικό ασφαλιστικό σύστημα μόνο, που αντιμετωπιζόταν –λανθασμένα– και συνεχίζει δυστυχώς να αντιμετωπίζεται ως η μοναδική πηγή για το σύνολο των πολιτών. Δηλαδή με άλλα λόγια, το ενδιαφέρον πολιτείας, φορέων, συνδικαλιστών, πολιτών κ.λπ. δεν έπρεπε να αφορά το «ένα σύστημα», αλλά πώς από ένα διευρυμένο σύστημα θα μπορούσαν με μεγαλύτερη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα να αντληθούν επαρκείς παροχές στη συνταξιοδότηση.

Η άποψη αυτή, που έχει εφαρμοστεί σε πολλές χώρες, θεωρείτο στην Ελλάδα ταμπού. Είναι γεγονός πως από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 φαινόταν από αναλογιστικές προβολές και μελέτες, ότι το αναδιανεμητικό σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης θα είχε τεράστια προβλήματα χρηματοδότησης λόγω των δημογραφικών εξελίξεων και της σταδιακής ανατροπής της ισορροπίας στην πληθυσμιακή πυραμίδα. Ο όρος «βόμβα» συνοδεύει αναφορές στο Ασφαλιστικό από την εποχή των προτάσεων του καθηγητή κ. Σπράου και την τολμηρό εγχείρημα του υπουργού κ. Γιαννίτση, που αποσύρθηκε από τον κ. Σημίτη όπως όπως μπροστά στον τρόμο για την απώλεια των εκλογών του 2000.

Η «βόμβα» λοιπόν προϋπήρχε και ήταν προφανές ότι θα σκάσει στα χέρια των σημερινών 50άρηδων. Ακόμα και χωρίς να είχαν εκτιμηθεί οι βίαιες ανατροπές που έφερε η ύφεση στην Ελλάδα και η κρίση των τελευταίων ετών που είχε και βαριές απώλειες στα αποθεματικά των Ταμείων, ήταν φανερό εδώ και 25 χρόνια ότι το σύστημα απλά δεν έβγαινε. Γι’ αυτό τον λόγο είχαν προωθηθεί προτάσεις σταδιακής διεύρυνσης του συνολικού συστήματος ασφαλίσεων. Προτάσεις συνδυασμού και συνεργασίας του κοινωνικού συστήματος με ιδιωτικά σχήματα ώστε να αυξηθεί ο βαθμός της κεφαλαιοποίησης του συστήματος και να προκύπτουν παροχές που θα ήταν περισσότερο εξασφαλισμένες, επειδή απλά δεν θα υπήρχε η εξάρτηση από το «ένα» μόνο σύστημα που έχει σοβαρές αδυναμίες χρηματοδότησης.

Τέτοιες απόψεις, αν και σχεδόν ποτέ δεν διατυπώθηκαν εναντίον τους επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα, βρήκαν απέναντί τους μόνο λαϊκισμό και συνθήματα σε πορείες στην οδό Σταδίου. Συνδικαλιστικές ηγεσίες αλλά και πολιτικοί, αντιμετώπιζαν για πολλά χρόνια την κοινωνική ασφάλιση ως δικαίωμα για τους πολίτες και υποχρέωση του κράτους ανεξάρτητα από το κόστος της.

Ομως ας μη μείνουμε στο παρελθόν μόνο, ας προσπαθήσουμε να μάθουμε από τα λάθη. Με αφορμή τη μελέτη, καλό είναι να δούμε πια εναλλακτικές προτάσεις χρηματοδότησης των συντάξεων των πολιτών, έγκαιρα για τις επόμενες γενιές.

Τα εργασιακά –όπως και τα δημογραφικά– δεδομένα στη χώρα έχουν τόσο πολύ ανατραπεί που είναι προφανές ότι οι δομές και οι επικρατούσες τεχνικές αρχές λειτουργίας του κοινωνικού αναδιανεμητικού συστήματος ασφάλισης δεν μπορούν να εφαρμόζονται πια. Οσο επιμένουμε σε ένα μοντέλο χρηματοδότησης των συντάξεων που δεν στηρίζεται από τους αριθμούς, τόσο προσθέτουμε δυναμίτη στη «βόμβα».

Η λύση θα προέλθει από συνδυασμούς. Αυτό το παραδέχονται σήμερα και όσοι στο παρελθόν βομβάρδιζαν μια τέτοια προοπτική. Τα δημογραφικά δεδομένα συνιστούν ότι είναι «αδύνατο» μια μειούμενη ομάδα πολιτών –οι οικονομικά ενεργοί– να επωμίζεται το κόστος χρηματοδότησης των παροχών μιας ολοένα αυξανόμενης ομάδας πολιτών, των συνταξιούχων. Αν αυτό συμφωνηθεί σαν βασική αρχή, είναι απλό να ορίσει κανείς ότι το ενδιαφέρον πρέπει να μετατοπιστεί από τη βιωσιμότητα του κοινωνικού συστήματος στην αρμονική συνύπαρξη όλων των πηγών που θα εξασφαλίζουν επαρκείς παροχές στη συνταξιοδότηση.

Κρατικά και ιδιωτικά συστήματα δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ανταγωνιστικά αλλά ως απολύτως συμπληρωματικά, ώστε να προκύπτει επαρκές συνταξιοδοτικό εισόδημα. Το ένα δεν υπερτερεί του άλλου, το καθένα έχει τον δικό του ρόλο, λειτουργεί με διαφορετικές αρχές και διέπεται από διαφορετικούς κινδύνους. Λειτουργώντας μαζί, θα δώσουν πολύ καλύτερη προοπτική στον πολίτη που σήμερα είναι νεότερος από τους «βομβιστές 50άρηδες».

Σ’ αυτή την κατεύθυνση πρέπει να στραφεί το ενδιαφέρον της πολιτείας για το Ασφαλιστικό. Πρέπει να υπάρξει κατ’ αρχήν αναγνώριση αυτής της ανάγκης και στη συνέχεια θα βρεθούν οι λύσεις που δεν είναι τόσο δύσκολες. Η μεγάλη διαφορά σήμερα, σε σχέση με τη δεκαετία του ’90 που το πρόβλημα γινόταν φανερό, είναι ότι όποια αποθέματα βραχυχρόνιων λύσεων και μετάθεσης στο μέλλον έχουν εξαντληθεί.

25 χρόνια μετά, αλίμονο αν δεν έχουμε γίνει σαν χώρα σοφότεροι.

* Σύμβουλος επιχειρήσεων, αναλογιστής, μέλος της Ενωσης Αναλογιστών, τ. πρόεδρος της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή