Η πραγματικότητα και οι προσδοκίες

Η πραγματικότητα και οι προσδοκίες

4' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ενα φάντασμα στασιμότητας πλανάται πάνω από την Ευρώπη», για να παραφράσουμε το περίφημο «Μανιφέστο» και, κυρίως, να εξηγήσουμε πόσο δύσκολη παραμένει η οικονομική κατάσταση στη Ζώνη του Ευρώ. Επτά χρόνια από τότε που ξεκίνησε η κρίση, έξι χρόνια μετά την απειλή κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος, τέσσερα χρόνια μετά την παρ’ ολίγον έκρηξη της Ζώνης λόγω της κρίσης με τα χρέη της Ελλάδας και ενώ οι ηγεσίες στις μεγάλες πρωτεύουσες νόμισαν ότι η ανάκαμψη έχει δρομολογηθεί, η πραγματικότητα προσγειώνει τις προσδοκίες.

Είναι πάντως πιθανότερο, αυτήν τη φορά, η Ευρώπη να αντιμετωπίσει ταχύτερα και με καλύτερο συντονισμό τα προβλήματά της. Μια μεγάλη πλειοψηφία πιστεύει ότι η οικονομική πολιτική πρέπει να αναπροσανατολιστεί. Η επιλογή της ταχείας δημοσιονομικής προσαρμογής, με όλες τις επιπτώσεις που ακολουθούν τη λιτότητα που προκαλεί η άξαφνη συστολή της κρατικής δαπάνης και η παράλληλη αύξηση των φόρων, θεωρείται καταστροφική. Ο υπουργός Οικονομικών της κυρίας Μέρκελ προετοιμάζεται, ακόμη κι αυτός, να συμφωνήσει ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την παρατεταμένη κρίση χωρίς να επιχειρήσει μια πολιτική ενίσχυσης της συνολικής ζήτησης.

Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες εβδομάδες τα νέα ήταν δυσάρεστα. Το γερμανικό ΑΕΠ έμεινε στάσιμο και το επιχειρηματικό κλίμα χειροτερεύει. Η μηχανή της Γαλλίας δεν παίρνει μπροστά με τίποτε. Η Ιταλία πέφτει σε ύφεση, ενώ το ΑΕΠ της βρίσκεται στο επίπεδο που είχε φτάσει όταν ξεκίνησε το ευρώ. Οι τρεις αυτές οικονομίες είναι τα 2/3 της Ευρωζώνης. Οταν αυτές…

Η πολιτική κρίση στη Γαλλία, που προκάλεσαν οι προκλητικές αντιγερμανικές δηλώσεις του εθνικιστή-λαϊκιστή σοσιαλιστή πολιτικού Μοντμπούρ, που απομακρύνθηκε πάραυτα, διευκόλυναν την ανάδειξη του προβλήματος. Η κυβερνητική κρίση στη Γαλλία έδωσε την ευκαιρία να προσέξουμε όσα είχε εξηγήσει, λίγες μέρες πριν στο Jackson Hole του αμερικανικού Γουαϊόμινγκ ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, απευθυνόμενους στους κεντρικούς τραπεζίτες του αναπτυγμένου κόσμου για την ορθή αντιμετώπιση της ανεργίας.

«Οι πολιτικές ενίσχυσης της ζήτησης είναι απαραίτητες όχι μόνον επειδή πρέπει να αντιμετωπιστεί η βαριά ανεργία, που προκαλείται από τη δυσμενή οικονομική συγκυρία», είπε ο Ντράγκι. «Είναι εξίσου επιβεβλημένες», συνέχισε, «λόγω της επικρατούσας αβεβαιότητας».

Η ενίσχυση της ζήτησης θεωρείται πλέον απαραίτητη από τους τραπεζίτες για τον αντίστροφο λόγο από αυτόν που φοβούνται στο Βερολίνο. Η παρέα του Σόιμπλε πιστεύει πως, αν αφεθούν οι κυβερνήσεις να χαλαρώσουν τα δημοσιονομικά τους, ώστε να υποστηρίξουν την οικονομία, θα «το παρακάνουν». Θα αυξήσουν δηλαδή υπερβολικά αμοιβές, παροχές και, τελικά, τις τιμές.

Ο Ντράγκι επισημαίνει όμως ότι ο παρών κίνδυνος είναι ότι τα κράτη της Ζώνης «κάνουν λιγότερα απ’ όσα απαιτεί η κατάσταση», στάση που ενέχει τον κίνδυνο να μετατρέψει την προσωρινή μείωση της απασχόλησης σε διαρθρωτική ανεργία.

Στην Ελλάδα και αλλού, υπάρχει ένα μπέρδεμα για όσα μπορεί να σημαίνει η αλλαγή πολιτικής που πλανάται στον ουρανό της Ευρώπης. Πολλοί νομίζουν ότι με κάποιον τρόπο θα διοχετευθεί χρήμα στην οικονομία με σκοπό να αυξηθεί η καταναλωτική ζήτηση. Ο Γιάννης Δραγασάκης, αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διατύπωση πολιτικής για την αντιπολίτευση και μόλις προχτές πρότεινε τη διά νόμου αύξηση του ελάχιστου μεροκάματου και των κατώτατων αμοιβών. Προσέθεσε μάλιστα ότι το κράτος θα δαπανήσει 5 δισ. ευρώ «για τη δημιουργία 200-300 χιλιάδων θέσεων εργασίας».

Οσο λανθασμένη ήταν η εκβιαστική επιμονή της τρόικας για τη διά νόμου μείωση των κατώτατων αμοιβών της Συλλογικής Σύμβασης στις αρχές 2012, άλλο τόσο επικίνδυνη θα είναι η επανάληψη συνταγών που πρώτος εφήρμοσε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1982. Στα τριάντα χρόνια που παρήλθαν, η ελληνική οικονομία άλλαξε συνταρακτικά και κυρίως είναι τώρα μια ανοικτή οικονομία, παγκοσμιοποιημένη σε σημαντικό βαθμό και ενσωματωμένη στον διεθνή ανταγωνισμό, κυρίως μέσω του ευρώ αλλά και της ελευθερίας κίνησης των κεφαλαίων.

Αλλά και στην κυβερνητική πλευρά διαπιστώνεται σοβαρή αμηχανία. Λείπει, για παράδειγμα, η πεποίθηση ότι η νέα διαπραγμάτευση που ξεκινά στο Παρίσι την Τρίτη πρέπει να καταλήξει σε μια Νέα Συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους. Φοβούνται τις εσωτερικές φωνές και την αντιπολίτευση που θα τους εγκαλέσουν ότι, στην πραγματικότητα, θα καταλήξουν σε ένα Μνημόνιο 3.

Πλην όμως, η πραγματικότητα δεν διαφέρει πολύ από κάτι παρόμοιο. Ο Μπενουά Κερέ, μέλος της διοίκησης της ΕΚΤ, εξήγησε στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ ότι «υπάρχει ανάγκη για ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα συντελούνται οι μεταρρυθμίσεις».

Είναι σαφές ότι η εξάντληση της πολιτικής των μνημονίων είναι βεβαία για έναν εξαιρετικά απλό λόγο: η Ελλάδα δεν έχει, πλέον, δημοσιονομικά ελλείμματα, ενώ έχει βελτιώσει εντυπωσιακά την ανταγωνιστική της θέση. Η πολιτική λιτότητας και εισοδηματικών περιορισμών τελείωσε. Θα επιστρέψει μόνον στην περίπτωση που κάποια κυβέρνηση αποφασίσει να ξοδέψει περισσότερα χρήματα απ’ όσα μπορεί να συγκεντρώσει μέσω των φόρων. Ο χρονικός ορίζοντας μιας κυβέρνησης που θα επιχειρήσει παρόμοια «εθνική αυτοκτονία» δεν ξεπερνά τους 12-18 μήνες, ακόμη κι αν βρει τον τρόπο να δημεύσει και να εκποιήσει κάποιο μέρος από την περιουσία των πολιτών.

Η πολιτική των μεταρρυθμίσεων, που απαιτείται για να στέκεται η Ελλάδα με αξιώσεις έναντι των άλλων εθνών, αποτελεί προϋπόθεση για τα ευρωπαϊκά κράτη που μας δάνεισαν. Είναι όμως προϋπόθεση και για τη συμμετοχή μας στη χαλαρή νομισματική πολιτική που θα τροφοδοτήσει την πολιτική για τη ζήτηση. Θα κάνουμε την πολιτική βλακεία να μείνουμε απέξω, τώρα που, επιτέλους, η Ευρώπη θα δοκιμάσει μια αναπτυξιακή έξοδο από τη μεγάλη κρίση; Ποτέ δεν ξέρεις!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή