Η έξοδος από το καλάθι

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα στελέχη των χρηματαγορών χρησιμοποιούν έναν όρο ωμού κυνισμού για να περιγράψουν μια περίπτωση ακραίας αδυναμίας, που δεν μπορεί να λειτουργήσει κανονικά, που έχει απολέσει κάθε ελπίδα ανάταξης: πρόκειται, λένε, για «περίπτωση καλαθιού» (basket case). Η φράση έχει μια τραγική προϊστορία που ανατρέχει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χιλιάδες στρατιώτες επέστρεφαν από το μέτωπο διαλυμένοι, σακατεμένοι, ζωντανοί νεκροί. Κάποιοι είχαν χάσει και τα τέσσερα άκρα τους. Ο χωρίς μέλη ανθρώπινος κορμός μεταφερόταν από τους νοσηλευτές μέσα σε ένα καλάθι: basket case.

Ο χαρακτηρισμός basket case συνόδευε την Ελλάδα τα δύο πρώτα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης χρέους. (Μια αναζήτηση στο Google των τριών λέξεων μαζί παράγει 197.000 αποτελέσματα!) Τότε η Ελλάδα βρισκόταν ακόμα στο βαθύτερο έρεβος της κρίσης με τόσο πολλά που έπρεπε να γίνουν, υπό τόσο αντίξοες συνθήκες, που φαινόταν μαθηματικά αδύνατο να πραγματοποιηθούν. Επί δύο χρόνια μετά το 2010, εάν υποστήριζες σε ξένους συνομιλητές ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ ή ότι πολύ σύντομα θα δανείζεται από τις αγορές, σε κοιτούσαν με το μείγμα εκείνο απορίας, συγκατάβασης και οίκτου που επιφυλάσσουμε για κάποιον που μας ανακοινώνει ότι έπεσε θύμα απαγωγής από εξωγήινους.

Λοιπόν η Ελλάδα είναι σήμερα μια οικονομία με βαριά προβλήματα, ορισμένα από τα οποία προέκυψαν κατά την προσπάθεια αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης και της κρίσης εξωτερικού ισοζυγίου (όπως η οδυνηρή απώλεια παραγωγικού και ανθρώπινου κεφαλαίου). Αλλά basket case πια δεν είναι. Τα προβλήματα της Ελλάδας είναι της ίδιας κατηγορίας (αν και συχνά οξύτερης δυσκολίας) με εκείνα άλλων αδύναμων οικονομιών όπως της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας – και οι δύο τελευταίες εξέρχονται ήδη από την κρίση. Ομως η επιστροφή σε μια κανονικότητα επιτρέπει στη χώρα να προσδοκά πρόσβαση στις αγορές και να σχεδιάζει τη ζωή μετά τον «μηχανισμό» και την τρόικα.

Η επιστροφή σε συνθήκες κανονικότητας τεκμηριώνεται από τη διακομματική αντίδραση στις κινδυνολογικές δηλώσεις ορισμένων κυβερνητικών στελεχών για φυγή των καταθέσεων σε περίπτωση εκλογής του ΣΥΡΙΖΑ. Το 2012 τέτοιες δηλώσεις θα φαίνονταν φυσιολογικές. Σήμερα ακούγονται εμπρηστικές.

Η μετάβαση από εξαιρετικές σε κανονικές συνθήκες εμπεριέχει κινδύνους. Ο πρώτος είναι να νομίσεις ότι ξεπέρασες τον κίνδυνο. Στην περίπτωσή μας, η επιστροφή στην κανονικότητα παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη και επισφαλής. Η πλήρης επιστροφή στις αγορές δεν είναι εύκολη υπό συνθήκες έντονης πολιτικής αβεβαιότητας, δεν είναι αυτονόητα ευχερής για ανάγκες χρηματοδότησης ύψους 20 δισ., ιδίως χωρίς μια προληπτική πιστωτική γραμμή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που να λειτουργήσει ως προστατευτικό δίχτυ.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι οι άλλοι να σε μεταχειρίζονται πλέον χωρίς το πλεόνασμα προσοχής και φροντίδας που συχνά συνοδεύει τη νοσηλεία στην εντατική ή την παρακολούθηση ασθενών με πιθανό ιδεασμό βομβιστή αυτοκτονίας. Πόσο πειστική θα είναι η προσπάθεια της κυβέρνησης να επιτύχει μια εξαιρετική (και απολύτως αναγκαία) μεταχείριση μείωσης της καθαρής παρούσας αξίας του χρέους (και μάλιστα με περαιτέρω μείωση των ήδη πολύ χαμηλών επιτοκίων και παρατάσεις των ήδη μακροχρόνιων λήξεων) όταν την ίδια ώρα θα διακηρύσσει ότι δεν χρειάζεται την ευρωπαϊκή στήριξη γιατί χρηματοδοτείται κανονικά από τις αγορές με 5+% παραπάνω επιτόκιο;

Η επιστροφή στην κανονικότητα αφορά και το ακριβές περιεχόμενο του «πολιτικού κινδύνου». Εγραψα πριν από δύο Κυριακές ότι, σε περίπτωση νίκης στις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα «τρίλημμα»: Να κυβερνήσει, να εμμείνει συνεπής στο πρόγραμμά του και η χώρα να παραμείνει στο ευρώ. Και τα τρία μαζί δεν μπορούν να συμβούν. Το ένα θα πρέπει να υποχωρήσει. Η λειτουργία εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου, ιδίως για μια χώρα σαν την Ελλάδα, είναι απολύτως αδιανόητη. Και γι’ αυτό η πρόβλεψή μου είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατέληγε να εγκαταλείψει βασικές προγραμματικές του θέσεις που βρίσκονται ή οδηγούν εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου. Να συμφωνήσουμε λοιπόν ότι ο Τσίπρας δεν θα γίνει ο Τσάβες της Μεσογείου, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί να γίνει και Λούλα, πλοηγώντας τη χώρα στη σταθερότητα και την ευημερία. Το βασικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν δείχνει να κατανοεί ότι το κύριο πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι πρόβλημα αναδιανομής, είναι πρωτίστως πρόβλημα παραγωγής και ενσωμάτωσης στη διεθνή οικονομία. Και γι’ αυτό οι πολιτικές του δεν θα οδηγούσαν μεν σε μια άμεση και δραματική έξωση από το ευρώ, αλλά σε έναν μελετημένο συνωστισμό επενδυτών (εγχώριων και ξένων) προς την έξοδο. Σε έναν νέο γύρο κρίσης, δηλαδή, στην πραγματική οικονομία. Κάπως έτσι όμως καταλήξαμε στο δημοσιονομικό κραχ του 2009 και στο έλεος των πιστωτών…

Συμπέρασμα: Η περίοδος της κανονικότητας και της αποδαιμονοποίησης έχει υψηλότερες απαιτήσεις. Οι εύκολες απλουστεύσεις έχουν τελειώσει. Η κινδυνολογία για τον ΣΥΡΙΖΑ, που επί τη εμφανίσει θα γυρίσει τη χώρα στη λίθινη εποχή, δεν τραβάει. Αλλά και η επανάπαυση σε μια κατάσταση ήσσονος εγρήγορσης και υποβάθμισης των κινδύνων θα μπορούσε να αποβεί εξίσου μοιραία.

* Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή