Νέα, μοντέρνα πτέρυγα στη Γεννάδειο

Νέα, μοντέρνα πτέρυγα στη Γεννάδειο

4' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πώς μπορεί μια Βιβλιοθήκη να ανοιχτεί σε έναν κόσμο που «δεν έχει τη βιβλιοθήκη στο αίμα του», όπως λέει η διευθύντρια της Γενναδείου Μαρία Γεωργοπούλου; Πώς θα πείσει τον μέσο πολίτη να δώσει βάρος στην ποιότητα και όχι στην ευκολία πρόσκτησης της γνώσης, όπως αυτή κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο ή στα ΜΜΕ; Είναι εύκολο να μεταδώσει ένα νέο πνεύμα στο πλατύ κοινό -και όχι μόνο στους μυημένους- διαθέτοντας ένα προϊόν «εσωστρεφές», «ήρεμο», «ίσως δύσκολο», όπως οι πολύτιμες συλλογές και τα σπάνια, ερευνητικά βιβλία; «Ανοίγοντας τις πύλες της ακόμη περισσότερο» απαντά η κ. Γεωργοπούλου. «Λέμε στον πολίτη, στον περαστικό της περιοχής, στον τουρίστα της Αθήνας: Ελα, μπορεί να έχω κάτι για σένα» προσθέτει η ίδια, μιλώντας στην «Κ» για τη νέα, εντυπωσιακή και μοντέρνα πτέρυγα που κατασκευάζεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, και σχεδιάζεται να είναι έτοιμη τον Νοέμβριο του 2015. Πρόκειται για ένα σχέδιο που σαφώς υπηρετεί τον νέο ρόλο των βιβλιοθηκών διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, όπως δείχνει και το εγχείρημα της Εθνικής Βιβλιοθήκης με τις νέες εγκαταστάσεις της στο Φάληρο.

Το πάθος

Ο Ιωάννης Γεννάδιος, πρέσβης της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, κληρονόμησε το πάθος του για τα βιβλία, και την παιδεία γενικότερα, από τον πατέρα του Γεώργιο Γεννάδιο, υποστηρικτή της Ελληνικής Επανάστασης, λόγιο και έναν από τους ιδρυτές του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Μόλις στα 25 του, ο Ιωάννης Γεννάδιος (1844-1932) ξεκίνησε να συλλέγει βιβλία και άλλα ενθυμήματα ελληνικού ενδιαφέροντος μετά το 1870 και μέχρι το 1895 η βιβλιοθήκη του είχε ήδη πάρει το σχήμα της. Ηταν η εποχή που η Ελλάδα προσπαθούσε να πατήσει στα πόδια της ως κράτος και να διευρύνει τα σύνορά της μέσα σε ένα κόσμο όπου οι μεγάλες αυτοκρατορίες κλυδωνίζονταν, και τα έθνη προέβαλαν ως το βασικό ενωτικό στοιχείο μιας κρατικής δομής. Ο Γεννάδιος θεωρούσε τα βιβλία του ως μία συνολική συλλογή για την Ελλάδα, τονίζοντας τη συνέχεια του ελληνισμού από την αρχαιότητα έως σήμερα. Σκοπός του ήταν «να δημιουργήσει μία βιβλιοθήκη, που θα αντιπροσώπευε το δημιουργικό πνεύμα της Ελλάδας σε όλες τις περιόδους, την επιρροή των τεχνών και των επιστημών της στον δυτικό κόσμο και την εντύπωση που έκανε στον περιηγητή η φυσική ομορφιά της».

Ετσι, το 1922 ο Ιωάννης Γεννάδιος προσέφερε τη συλλογή του, αποτελούμενη από 26.000 βιβλία, στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Κατόπιν μπήκε σε εφαρμογή η κατασκευή του κτιρίου, στη θέση που βρίσκεται έως τώρα στην περιοχή του Κολωνακίου -στην οδό Σουηδίας- , σε σχέδια των Αμερικανών αρχιτεκτόνων John Van Pelt και W. Stuart Thompson, με χρηματοδότηση από το Ιδρυμα Carnegie. Τα εγκαίνια έγιναν το 1926 και η Βιβλιοθήκη αποτελεί κομμάτι της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και χρηματοδοτείται από κληροδότημα από τις ΗΠΑ. Εκτοτε οι συλλογές της Γενναδείου εμπλουτίζονται διαρκώς έχοντας φθάσει σήμερα περί τους 125.000 τόμους, εκατοντάδες επιστημονικά περιοδικά και πολυάριθμα αρχεία – ένας θησαυρός που αναδεικνύει την πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας έως και τη σύγχρονη εποχή. Μεταξύ των συλλογών που διαθέτει είναι, μεταξύ άλλων, των Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Οδυσσέα Ελύτη, Δημήτρη Μητρόπουλου, Στράτη Μυριβήλη, Ηλία Πετρόπουλου, Ερρίκου Σλήμαν, Γεώργιου Σεφέρη, Αγγελου Τερζάκη, Κωνσταντίνου και Ιωάννας Τσάτσου, Κώστα Βάρναλη, Ηλία Βενέζη.

Εκστρατεία

Σήμερα η Γεννάδειος δέχεται περί τους 8.000 επισκέπτες ετησίως. Το άνοιγμά της στον 21ο αιώνα σηματοδοτείται και από τον νέο εκθεσιακό χώρο, ο οποίος δημιουργείται στη δεξιά (δυτική) πλευρά του ιστορικού κτιρίου της στο κέντρο της Αθήνας. Πρόκειται για χώρο περίπου 200 τ.μ., ο οποίος θα έχει ξεχωριστή είσοδο από το κεντρικό αναγνωστήριο. Η χρηματοδότηση του έργου προέρχεται από το ΕΣΠΑ (περί τα 2,5 εκατ. ευρώ) και τα υπόλοιπα χρήματα θα προέλθουν από εκστρατεία συλλογής χρημάτων η οποία «τρέχει». Ο νέος χώρος θα αξιοποιηθεί για εκθέσεις μεγάλου βεληνεκούς που θα διοργανώνει η Βιβλιοθήκη καθώς και για παρουσίαση των μόνιμων συλλογών της. «Το εγχείρημά μας υπηρετεί την πρόκληση στην οποία καλούνται να απαντήσουν οι σύγχρονες βιβλιοθήκες για το πώς θα αναδείξουν το υλικό τους προς το ευρύ κοινό» σημειώνει η κ. Γεωργοπούλου.

«Οι βιβλιοθήκες μοιάζει να μη γνωρίζουν πλέον ακριβώς τι είναι. Φοβήθηκαν ότι εάν ψηφιοποιήσουν το υλικό τους θα χάσουν τους επισκέπτες τους, οι οποίοι θα αναζητούν ό,τι χρειάζονται μέσω του Διαδικτύου. Πιστεύω ότι οι βιβλιοθήκες είναι κάτι πιο ευρύ από απλά αποθετήρια σπάνιων συλλογών» προσθέτει. Ομως, δεν παύει το Διαδίκτυο να προσφέρει μεγάλη ευκολία στην αναζήτηση της πληροφορίας. «Συμφωνώ και ακριβώς σε αυτό το σημείο πρέπει να εστιάσουμε και πάνω σε αυτή την ευκολία να δουλέψουμε. Οι βιβλιοθήκες έχουμε τον ρόλο της τακτοποίησης και αξιολόγησης της ψηφιακής πληροφορίας. Ρωτώ: αυτό που κυκλοφορεί στο Ιντερνετ γνωρίζουμε εάν είναι επιστημονικά ελεγμένο; Από την άλλη, η κουλτούρα του σημερινού αναγνώστη ή εν δυνάμει ερευνητή διαμορφώνεται όχι μόνο όταν του δώσεις πρόσβαση στο βιβλίο. Αυτό είναι πανεύκολο. Το δύσκολο, και το ζητούμενο, είναι να μάθει πώς θα ψάξει μέσα στον κυκεώνα των πληροφοριών, πώς θα αξιολογήσει ό,τι θα βρει». Η νέα πτέρυγα της Γενναδείου θα επιχειρήσει να «παντρέψει» το σπάνιο υλικό της Βιβλιοθήκης με τις νέες τάσεις από όλες τις μορφές της τέχνης. Και όπως τονίζει η κ. Γεωργοπούλου, «η παράδοση μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους. Το βασικό είναι να δίνουμε βάρος στην ποιότητα και όχι στην ευκολία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή