Γιατί η Ελλάδα είναι ακριβή, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται

Γιατί η Ελλάδα είναι ακριβή, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται

2' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης υπολειπόταν του μέσου κοινοτικού όρου κατά 25%. Ωστόσο, η Ελλάδα σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΟΟΣΑ είναι ελάχιστα φθηνότερη από τη Γερμανία, όπου το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν το 2013 κατά 24% υψηλότερο του μέσου κοινοτικού όρου. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ενώ στην Ελλάδα για να αγοράσεις ένα αντιπροσωπευτικό καλάθι προϊόντων και υπηρεσιών πρέπει να δαπανήσεις 100 ευρώ, στη Γερμανία για το ίδιο «καλάθι» θα ξοδέψεις 117 ευρώ. Η σύγκριση με τις ΗΠΑ είναι ακόμη πιο απογοητευτική, αφού εκεί θα δαπανήσεις 107 ευρώ, ενώ από τις χώρες των Μνημονίων ελαφρώς φθηνότερη από την Ελλάδα είναι μόνο η Πορτογαλία. Οι λόγοι της ακαμψίας των τιμών, παρά τη ραγδαία μείωση του μισθολογικού κόστους θα πρέπει μάλλον να αναζητηθούν στα εξής:

• Αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων λόγω της αύξησης του ΦΠΑ, των ειδικών φόρων κατανάλωσης και ειδικά στα καύσιμα. Ενδεικτικό του παραπάνω είναι ότι οι αυξήσεις στους συντελεστές ΦΠΑ και στους φόρους κατανάλωσης καπνού, οινοπνευματωδών και καυσίμων προσέθεσαν στον μέσο πληθωρισμό της περιόδου 2010-2011, 2,5 ποσοστιαίες μονάδες με τις επιχειρήσεις να απορροφούν περίπου το 20% των φορολογικών αυξήσεων.

• Ισχυρή εξάρτηση της Ελλάδας από τις εισαγωγές τελικών καταναλωτικών αγαθών και ενδιάμεσων (υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν στο 6,5% και 11,5% του ΑΕΠ, αντιστοίχως). Οπως εξηγούν οι οικονομικοί αναλυτές, οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων δεν ασκούσαν στο παρελθόν πληθωριστικές πιέσεις, καθώς ο ρυθμός ανατιμήσεων των εγχώριων προϊόντων ήταν πολύ υψηλότερος. Ωστόσο, τώρα που επικρατούν αποπληθωριστικές τάσεις στο εσωτερικό, ο εισαγόμενος πληθωρισμός καθυστερεί τη μείωση των τιμών.

• Διατάραξη σχέσεων μεταξύ προμηθευτών και λιανεμπόρων. Οι καθυστερήσεις στις πληρωμές -το 2013 ανήλθαν κατά μέσο όρο στις 110 ημέρες- οδηγεί σε «σφιχτή» πολιτική της βιομηχανίας προς τα σούπερ μάρκετ. Η βιομηχανία θεωρεί ότι δεν έχει περιθώριο περαιτέρω μείωσης των τιμών, ενώ συχνά έχει αναγκασθεί, προκειμένου να περιορίσει την έκθεσή της σε πιστωτικό κίνδυνο, να διακόψει την προμήθεια προϊόντων σε συγκεκριμένες αλυσίδες.

• Κατακερματισμός της αγοράς και υψηλό κόστος μεταφοράς. Αν και ο βαθμός συγκέντρωσης του λιανεμπορίου είναι πολύ υψηλότερος σε σύγκριση με την προ κρίσης εποχή, η εγχώρια αγορά διαθέτει έναν τεράστιο αριθμό καταστημάτων τροφίμων. Το 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, ο αριθμός τους ανήλθε σε 32.576. Το κόστος διανομής σε όλα αυτά τα σημεία πώλησης ειδικά για τα ταχυκίνητα και ευπαθή προϊόντα, όπως το γάλα, είναι τεράστιο με συνέπεια να φτάσει πρόσφατα το υπ. Ανάπτυξης να προτείνει στις επιχειρήσεις να εξετάσουν τη δημιουργία κοινών δικτύων διανομής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή