Αποψη: Γιατί η Ελλάδα πρέπει να δανείζεται από τις αγορές

Αποψη: Γιατί η Ελλάδα πρέπει να δανείζεται από τις αγορές

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι συμβαίνει κι ενώ η εκτέλεση του προϋπολογισμού δείχνει να εξελίσσεται καλύτερα των στόχων, κι ενώ συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, έχουμε μεγάλη πτώση στο Χρηματιστήριο Αθηνών και μεγάλη αύξηση στο κόστος δανεισμού για 10 χρόνια, το οποίο ξεπέρασε το 8% (από 5,8% τον περασμένο Αύγουστο);

Μπορεί η παγκόσμια οικονομία να βρίσκεται σε κατάσταση έντονης διακύμανσης και να επηρεάζεται από αυτό και η ελληνική οικονομία. Αλλά όσο και να ψάχνουμε φταίχτες εκτός συνόρων, η βασική αιτία της αναταραχής στην εγχώρια κεφαλαιαγορά είναι η αύξηση της πολιτικής αβεβαιότητας στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό.

Η κατάσταση επιβαρύνεται περισσότερο γιατί σταδιακά αυξάνεται η πιθανότητα να οδηγηθούμε σε βουλευτικές εκλογές, ενώ οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να δείχνουν αντικρουόμενες τάσεις και προβάδισμα λαϊκίστικων απόψεων.

Κατά τη γνώμη μου, η έξοδος της Ελλάδας για δανεισμό από τις αγορές αποτελεί εθνική αναγκαιότητα. Και φυσικά, προκαλούν εντύπωση τα περιπαικτικά, ειρωνικά σχόλια που αναγράφονται στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο σχετικά με τη δυσκολία που συναντά η ελληνική πλευρά σε αυτό το θέμα. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι μερικά πράγματα στην οικονομία, όπως ο δανεισμός του ελληνικού Δημοσίου από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, δεν προσφέρονται για μικροκομματικά παιχνίδια. Ο λόγος είναι προφανής, γιατί εκτός του κόστους δανεισμού του Δημοσίου, επηρεάζεται κι ο δανεισμός του συνόλου της ελληνικής οικονομίας.

Επίσης, οι διεθνείς επενδυτές, είτε είναι ασφαλιστικά ταμεία άλλων χωρών είτε είναι ριψοκίνδυνοι επενδυτές βραχυχρόνιου επενδυτικού ορίζοντα, ακολουθούν συγκεκριμένους διεθνείς κανόνες, τους οποίους α) είτε τους δεχόμαστε και έχουμε τη δυνατότητα να δανειστούμε από μια δεξαμενή τρισεκατομμυρίων δολαρίων β) είτε δεν τους δεχόμαστε και έχουμε ως αποκλειστική πηγή κεφαλαίων είτε τους φόρους των πολιτών είτε τον διακρατικό δανεισμό είτε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Το θέμα είναι εξαιρετικά σύνθετο, έχει άπειρες τεχνικές λεπτομέρειες και η δημόσια συζήτηση, εκτός της οικονομικής ζημίας, προκαλεί ζημιά στη γενική εικόνα αξιοπιστίας της χώρας. Υπάρχουν πέντε λόγοι που δεν πρέπει να χαιρόμαστε για τις δυσκολίες που παρουσιάζονται αυτό τον καιρό σε σχέση με τον δανεισμό από τις αγορές.

Κατ’ αρχάς ο δανεισμός από τις αγορές με ευνοϊκό επιτόκιο δεν εξαρτάται μόνο από τη δημοσιονομική κατάσταση ή το αλλοπρόσαλλο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας. Εξαρτάται κι από την κατάσταση που επικρατεί στις διεθνείς αγορές. Το αναφέρω γιατί εάν η τωρινή αναστάτωση που υπάρχει στην παγκόσμια οικονομία συνεχιστεί ή ενταθεί, δεν είναι μόνο η παρούσα κυβέρνηση που δεν θα μπορέσει να δανειστεί με ευνοϊκό επιτόκιο. Θα είναι και μια ενδεχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που θα συναντήσει αυτή τη δυσκολία.

Με άλλα λόγια, ακόμα κι αν υπάρξει κάποια μίνιμουμ συνεννόηση μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα εκκρεμή σοβαρά θέματα, δεν είναι δεδομένο ότι θα μπορέσουμε να δανειστούμε από τις αγορές. Και εάν η κατάσταση συνεχιστεί επί μακρόν, ενδεχομένως να χρειαστούμε νέο διακρατικό δανεισμό από τις χώρες της Ευρωζώνης και νέο Μνημόνιο.

Ναι, αλλά ο νέος διακρατικός δανεισμός θα συνδυαστεί με νέα μέτρα/περικοπές, που δεν θα αφορούν μόνο την παρούσα κυβέρνηση αλλά, ενδεχομένως, και μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Με τον δανεισμό από τις αγορές αυξάνεται ο βαθμός ελευθερίας της ελληνικής κυβέρνησης σε σχέση με τη διαχείριση των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου. Αλλά δεν αυξάνεται ο βαθμός ελευθερίας αποκλειστικά αυτής της κυβέρνησης. Αυξάνεται ο βαθμός ελευθερίας και στο ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Εκτός κι αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχεδιάζει να χρηματοδοτεί τις ανάγκες της κυβέρνησής του αποκλειστικά με διακρατικό δανεισμό. Αυτό όμως σημαίνει υπογραφή και υλοποίηση νέων Μνημονίων.

Υποθέτω ότι αποτελεί κοινό στόχο όλων των κομμάτων εξουσίας ο δανεισμός με χαμηλότερο επιτόκιο από αυτό που σήμερα δανειζόμαστε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο ανέρχεται περίπου στο 4,5% (μαζί με όλα τα κρυφά κόστη).

Κι αυτό, γιατί έτσι θα μειωνόταν το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό είναι εφικτό ακόμα και στην παρούσα φάση παγκόσμιας αναταραχής· το κόστος δανεισμού για δέκα χρόνια της Πορτογαλίας κυμαίνεται λίγο πάνω από το 3%.

Αλλά δεν θα πληρώνονταν λιγότεροι τόκοι αποκλειστικά από την παρούσα κυβέρνηση. Θα πληρώνονταν λιγότεροι τόκοι και στο ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που σημαίνει ότι θα της περίσσευαν περισσότερα χρήματα για να ασκήσει την υποτιθέμενη λαϊκή πολιτική της. Εάν η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να δανειστεί από τις αγορές, ουσιαστικά θα ξαναβγεί από τον χάρτη των χωρών (ανεπτυγμένων και μη) που μπορούν να ασκήσουν αυτό το προνόμιο. Κι αυτό γιατί η Ελλάδα έχει ήδη βγει στις αγορές για δανεισμό από τον περασμένο Μάρτιο.

Αυτή η δραστηριότητα ξεκίνησε με το ομόλογο της Πειραιώς, συνεχίστηκε με τον δανεισμό του Δημοσίου μέσω του 5ετούς ομολόγου και πολλών μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της έκδοσης εταιρικών ομολόγων. Με αυτό τον τρόπο απελευθερώθηκε ρευστότητα στις τράπεζες και διευκολύνθηκε η σταδιακή επανέναρξη της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, μειώθηκε το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, καθώς και το κόστος δανεισμού των μεγάλων ελληνικών εταιρειών. Αλλά η πρόσφατη έξοδος στις αγορές μείωσε το κόστος δανεισμού και για το σύνολο της οικονομίας. Απόδειξη αυτής της κατάστασης αποτελεί η μείωση του δανεισμού των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από 44,5 δισ. στο τέλος Αυγούστου σε 42,6 δισ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου, κι από άνω των 130 δισ. κατά τα υψηλά της κρίσης (άνοιξη 2012).

Ομως τα οφέλη δεν αφορούν μόνο την παρούσα κυβέρνηση. Αφορούν και το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή του προγράμματός της.

Αλλά το χειρότερο που θα συμβεί από έναν αποκλεισμό της Ελλάδας από τις αγορές μέσω της επανέναρξης του διακρατικού δανεισμού είναι το χτύπημα στην αξιοπιστία της χώρας.

Κι αυτό, γιατί θα δημιουργηθεί η εικόνα μιας αναξιόπιστης χώρας, η οποία παρέμεινε στις αγορές για περίπου επτά μήνες και μετά ξαναβγήκε, από μόνη της. Κατά τη γνώμη μου, στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, οι επιπτώσεις στην οικονομία από μια ζημιά στην αξιοπιστία της χώρας είναι κατά πολύ μεγαλύτερες.

Κατ’ επέκταση, ο αποκλεισμός από τις αγορές δεν θα σταματήσει μόνο την ελάχιστη χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά θα εμποδίσει και την επάνοδό της στις αγορές, ακόμα κι όταν η οικονομική κατάσταση βελτιωθεί.

Και φυσικά τις επιπτώσεις της αναξιόπιστης ελληνικής οικονομίας δεν θα τις υποστεί αποκλειστικά αυτή η κυβέρνηση. Θα τις υποστεί και μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Καλό θα ήταν να σκεφτούμε όλα τα παραπάνω πριν επιχαίρουμε για τις δυσκολίες που συναντά το ελληνικό Δημόσιο να δανειστεί από τις αγορές. Και να πιέσουμε για να φύγει το θέμα από την ατζέντα της πολιτικής συζήτησης.

Και φυσικά να πιέζουμε για να επανέλθει η μετριοπάθεια, να εμπεδωθεί ο ρεαλισμός και η ελάχιστη συνεννόηση σε σχέση με τα επόμενα βήματα που οδηγούν στην επιστροφή στο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας και της χώρας.

* Οικονομολόγος, έχει διατελέσει ανώτατο διευθυντικό στέλεχος σε πολυεθνικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή