Κινήσεις αυτοχειριασμού

2' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη χώρα της απόλυτης αδράνειας, όπου κυριαρχεί η εικονική πραγματικότητα –είτε αυτή αφορά στην έξοδο από την κρίση είτε στην απόλυτη καταστροφή– η πληροφορία περί πιθανής συναντήσεως των προέδρων Νέας Δημοκρατίας κ. Αντώνη Σαμαρά, του ΠΑΣΟΚ κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξη Τσίπρα προσέλαβε δραματική διάσταση. Δημιουργήθηκε μία «ταραχή εν ποτηρίω», όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις.

Ωστόσο, το όλο δράμα δεν εκτυλίχθηκε επί ματαίω. Η εντύπωση που διοχετεύθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ ότι ο κ. Τσίπρας ήταν «διατεθειμένος» να συναντήσει τον κ. Σαμαρά δεν εξέπληξε – σε τι μπορεί να βλάψει, εξάλλου, μία συζήτηση μεταξύ δύο μη ακουόντων ηγετών.

Αλλά ο αποκλεισμός του κ. Βενιζέλου ως «συνομιλητού» είχε ως στόχο να θέσει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ εκτός πολιτικής διαδικασίας. Πρόκειται για μία τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ –την πρώτη ίσως– που δεν είναι αναντίστοιχη με τη διαμορφωθείσα πολιτική πραγματικότητα.

Καλώς ή κακώς, το ΠΑΣΟΚ περιήλθε στην κατάσταση του παλαιού Κέντρου, επί της προεδρίας του Ιωάννη Ζίγδη. Νεκραναστάσεις πολιτικών συμβαίνουν, ποτέ πολιτικών κομμάτων. Το ΠΑΣΟΚ κλείνει οριστικά τον κύκλο του, διότι οι ψηφοφόροι του –στην πλειοψηφία τους– στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ και κάποιοι διασκορπίζονται προς άλλα κόμματα.

Στη Νέα Δημοκρατία, αντιθέτως, το πρόβλημα είναι διαφορετικό. Μετά την όντως οδυνηρή αποσκίρτηση των παραδοσιακών ψηφοφόρων τους Δεξιάς, που πιστοποιήθηκε στις εκλογές Μαΐου και Ιουνίου του 2012, ο κ. Σαμαράς ήταν εκ των πραγμάτων υποχρεωμένος να προσανατολισθεί προς μιαν άλλη κοινωνική κατηγορία ψηφοφόρων. Δεν το έπραξε από ιδεοληψία, διότι θεωρεί ότι είναι ο εκφραστής της Δεξιάς, πράγμα που όμως δεν συμβαίνει. Δεν το έπραξε για να μη διαλύσει τον μικρότερο κυβερνητικό εταίρο του, τον κ. Βενιζέλο, τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.

Αναλώθηκε σε μία προσπάθεια «επαναπατρισμού» των δεξιών ψηφοφόρων, που παρά τις «καταγγελίες» της Αριστεράς, δεν είναι «φασίστες», αλλά οι παραδοσιακοί, πλην όμως οργισμένοι, πιστοί και νομιμόφρονες οπαδοί της ελληνικής Δεξιάς. Επέτρεψε στον κ. Παναγιώτη Μπαλτάκο να αναπτύξει επαφές με τη Χρυσή Αυγή και κατέστησε τους προσχωρήσαντες πρώην βουλευτές του ΛΑΟΣ γνησίους δήθεν εκφραστές της Κεντροδεξιάς, αν και υπήρξαν οι πλέον λυσσώδεις επικριτές των κυβερνήσεων της Ν.Δ. επί του κ. Κώστα Καραμανλή.

Ουδέν επέτυχε, βεβαίως, διότι η τακτική του ήταν αμυντική και ως εκ τούτου ηττοπαθής. Εδωσε όμως πολιτική υπόσταση στο «Ποτάμι», έναν ερασιτεχνικό σχηματισμό, που όμως συσπειρώνει με τρόπο χαλαρό –είναι αλήθεια– τους ψηφοφόρους του «ευρωπαϊκού προσανατολισμού» –ό,τι και εάν σημαίνει η έκφραση αυτή– που όφειλε να είχε διεκδικήσει ο κ. Σαμαράς. Η κρίση, εν ολίγοις, αποδιοργάνωσε τα κόμματα εξουσίας που ανέδειξε η μεταπολίτευση και απλώς παρατηρούμε, την τελευταία διετία και κατ’ εξακολούθησιν, ακατανόητες κινήσεις διαρκούς αυτοχειριασμού τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή